Εναλλαγές προσήμων και διαφορετικές τάσεις εντός στενού εύρους διακύμανσης ήταν η εικόνα στην αγορά των ΗΠΑ στο ξεκίνημα της νέας χρηματιστηριακής εβδομάδας, με τη Wall Street να μην καταφέρνει να χτίσει στο μομέντουμ του εντυπωσιακού comeback από το παγκόσμιο sell-off στο κλείσιμο της περασμένης.
Ειδικότερα, οι δείκτες της αμερικανικής αγοράς αφού πέρασαν και οι τρεις και από αρνητικό και από θετικό έδαφος στην πορεία της ημέρας, τελικά ολοκλήρωσαν με τον Dow Jones στις 39.357 μονάδες με -0,36%, τον S&P 500 ουσιαστικά αμετάβλητο (+0,03%) στις 5.345 μονάδες και τον Nasdaq στις 16.782 μονάδες με +0,22%.
Μεγαλύτερες πιέσεις δέχθηκε η μικρή κεφαλαιοποίηση του Russell 2000 που έκλεισε με απώλειες 0,99% στις 2.060 μονάδες, ενώ και ο δείκτης μεταβλητότητας VIX (ο λεγόμενος και “δείκτης φόβου” της Wall Street) ενισχύθηκε στο 20,7 μονάδες με +1,77%.
Στις κινήσεις μεμονωμένων μετοχών, η Nvidia προσπάθησε να δείξει το δρόμο της ανόδου με κέρδη 3,8%, αλλά από τα υπόλοιπα τεχνολογικά μεγαθήρια ακολούθησε ουσιαστικά μόνο η Apple με +0,5%.
Από την άλλη έντονες πιέσεις άσκησαν οι Boeing και P&G με απώλειες άνω του 2%, ενώ η Intel βρέθηκε στο -1,8% συνεχίζοντας να αδυνατεί να βρει το βηματισμό της μετά τα απογοητευτικά αποτελέσματα που ανακοίνωσε στο δεύτερο τρίμηνο.
Η προσοχή των επενδυτών στρέφεται πλέον στις ανακοινώσεις των νέων στοιχείων για τον πληθωρισμό τον Αύγουστο που ακολουθούν τις επόμενες δύο ημέρες, αύριο με τον δείκτη τιμών παραγωγού και κυρίως την Τετάρτη με τις τιμές καταναλωτή, τα οποία θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό και τα περιθώρια κινήσεων της Fed στα επιτόκια.
Στην παρούσα φάση και μετά τα ανησυχητικά δεδομένα για τις νέες θέσεις εργασίας τον Ιούλιο, οι αγορές θεωρούν πλέον σίγουρη την πρώτη μείωση επιτοκίων του τρέχοντος κύκλου από την ομοσπονδιακή τράπεζα στη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου, με ένα προβάδισμα σε μία μεγαλύτερη κίνησης της τάξεως των 50 μονάδων βάσης (0,5%).
Συγκεκριμένα, όπως δείχνουν τα σχετικά futures των επιτοκίων της Fed μία μείωση 50 μ.β. έχει πιθανότητες 51,5% έναντι 48,5% για μία μικρότερη 25 μ.β. (μηδενικές πιθανότητες στο ενδεχόμενο να μείνουν αμετάβλητα).
Όπως αναφέρει η Lori Calvasina της RBC Capital Market σε σημερινό της σημείωμα, “είμαστε αρκετά αισιόδοξοι ότι η αγορά έπιασε βραχυπρόθεσμο πυθμένα στις 5 Αυγούστου, όταν ο S&P 500 βρέθηκε στο -8,5% από την κορυφή του (εντός φυσιολογικού/υγιούς εύρους υποχώρησης 5% με 10%) και λειτούργησαν τα σημαντικά επίπεδα αντιστάσεων”.
Η ίδια προσθέτει ωστόσο ότι “παραμένουμε σε επιφυλακή για την περίπτωση να διατηρηθεί νευρικότητα λίγο παραπάνω, χωρίς να αποκλείουμε νέους φόβους για την ανάπτυξη αν τα επερχόμενα οικονομικά στοιχεία απογοητεύσουν”.
Στο ίδιο κλίμα, η Callie Cox της Ritholtz Wealth Management είπε στο CNBC ότι “τα συναισθήματα είναι έντονα και εναλλαγές των αγορών έχουν την τάση να ανακυκλώνονται, οπότε δεν θα απέκλεια ακόμα μία εβδομάδα αναταράξεων”. Η ίδια προσθέτει ότι “αν τα μακροοικονομικά στοιχεία είναι εντάξει αναμένονται περισσότερα ράλι ανακούφισης, με τους ευαίσθητους σε θέματα επιτοκίων κλάδους να έχουν πλεονέκτημα”.
Κατά τα άλλα, με τις ανησυχίες περί επερχόμενης ύφεσης στις ΗΠΑ να έχουν υποχωρήσει οι τιμές του πετρελαίου πήραν εκ νέου την ανιούσα καθώς ανεβαίνει το γεωπολιτικό θερμόμετρο στη Μέση Ανατολή, όπου θεωρείται πλέον θέμα χρόνου η επίθεση του Ιράν στο Ισραήλ ως αντίποινα για τη δολοφονία Χανίγια στην Τεχεράνη, με το WTI στα 79,8 δολ. το βαρέλι και το Brent στα 81,6 δολ. αμφότερα με κέρδη άνω του 3%.
Στα ομόλογα οι αποδόσεις των αμερικανικών τίτλων κινήθηκαν εκ νέου πτωτικά, με του 2ετούς να υποχωρεί στην περιοχή του 4,01% σήμερα και του 10ετούς στο 3,90%.
Σημειώνεται ότι την περασμένη εβδομάδα, με ένα εντυπωσιακό comeback η αγορά των ΗΠΑ κάλυψε άμεσα τις απώλειες του παγκόσμιου sell-off της προηγούμενης Δευτέρας και βρέθηκε μια ανάσα από το να κλείσει το πενθήμερο και με θετικό πρόσημο, αφήνοντας πίσω κατά βάση τις όποιες ανησυχίες.
Συγκριμένα, ο Dow Jones ολοκλήρωσε την προηγούμενη εβδομάδα στο -0,6%, ο S&P 500 στο μόλις -0,04% και ο Nasdaq στο -0,18%.
Σε μεγάλο βαθμό το κλίμα βελτιώθηκε αρκετά όταν την Πέμπτη οι εβδομαδιαίες αιτήσεις επιδόματος ανεργίας εμφάνισαν έντονη κάμψη, μεγαλύτερη από τις εκτιμήσεις των αναλυτών, κατευνάζοντας σε μεγάλο βαθμό τις ανησυχίες περί επερχόμενης ύφεσης.