Της -
Το 2024 δεν θα είναι καθόλου εύκολο για τις κυβερνήσεις της ευρωζώνης καθώς τα διαδοχικά σοκ έχουν εντείνει τις ανησυχίες για το επίπεδο του χρέους για ορισμένα κράτη, τη στιγμή που επανέρχονται και οι δημοσιονομικοί κανόνες. Η S&P αναμένει ότι αυτές οι ανησυχίες, σε συνδυασμό με την τρέχουσα νομισματική σύσφιξη της ΕΚΤ, θα απαιτήσουν από τις χώρες της ΕΕ να επικεντρωθούν στη δημοσιονομική εξυγίανση. Ο οίκος ξεχωρίζει ωστόσο την Ελλάδα η οποία αναμένεται να συνεχίσει τις εντυπωσιακές δημοσιονομικές επιδόσεις.
Όπως επισημαίνει η S&P, η μείωση του δημόσιου χρέους θα διαφέρει πολύ μεταξύ των χωρών της ευρωζώνης λόγω των μεγάλων διαφορών στα επίπεδα χρέους πριν από την πανδημία, των διακυμάνσεων στις επακόλουθες αυξήσεις του χρέους και των διαφορετικών φιλοδοξιών πολιτικής. Υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των χωρών, ιδίως όσον αφορά το χρέος και την πολιτική βούληση να επιτευχθεί δημοσιονομική εξυγίανση, όπως τονίζει ο οίκος. Η πρόοδος προς τη βελτίωση των προϋπολογισμών είναι επομένως πιθανό να αποδειχθεί άνιση.
Η Ελλάδα, η Κύπρος και η Πορτογαλία, όπως τονίζει η S&P, μειώνουν ήδη ραγδαία τους δείκτες δημόσιου χρέους, αν και από σημαντικά υψηλά επίπεδα, και πρόκειται να συνεχίσουν να το κάνουν. Η Ιταλία και η Ισπανία ακολουθούν λιγότερο φιλόδοξες τροχιές μείωσης του χρέους, ενώ οι δείκτες δημόσιου χρέους/ΑΕΠ στη Γαλλία και στο Βέλγιο είναι πιθανό να μείνουν στάσιμοι χωρίς πρόσθετες προσπάθειες δημοσιονομικής εξυγίανσης Εν τω μεταξύ, ο οίκος αναμένει μόνο ήπια μείωση του χρέους στη Γερμανία και στην Αυστρία, οι οποίες επωφελούνται από σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα χρέους από τις υπόλοιπες, και επομένως έχουν ισχυρότερα δημοσιονομικά “μαξιλάρια”.
Τα υψηλότερα επιτόκια
Από τα μέσα του 2022, όταν η ΕΚΤ άρχισε να αυξάνει τα επιτόκια, οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων αυξήθηκαν, ωθώντας υψηλότερα τις πληρωμές τόκων για τα περισσότερα κράτη της ευρωζώνης, όπως φαίνεται στο παρακάτω διάγραμμα. Αυτό, όπως τονίζει η S&P, διαφέρει από το περιβάλλον πριν από την πανδημία, όταν οι ευρείες βελτιώσεις στις δημοσιονομικές επιδόσεις υποστηρίχθηκαν από τη μείωση των πληρωμών τόκων ως ποσοστό του ΑΕΠ, λόγω του περιβάλλοντος χαμηλών επιτοκίων.
Ο πλήρης αντίκτυπος της στροφής σε υψηλότερα επιτόκια πολιτικής δεν θα μεταφερθεί πλήρως στις πληρωμές τόκων πριν το πέρας περίπου οκτώ ετών, τονίζει ο οίκος, που αντιστοιχεί στη μέση διάρκεια του ανεξόφλητου χρέους στην ευρωζώνη. Αυτή η μεγάλη διάρκεια και το χαμηλό μέσο κόστος του ανεξόφλητου χρέους είναι η κληρονομιά της ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.
Οι υψηλότερες πληρωμές τόκων δεν θα επηρεάσουν ωστόσο τα κράτη της ευρωζώνης με τον ίδιο βαθμό, επισημαίνει η S&P.
Οι πληρωμές τόκων της Πορτογαλίας και της Ελλάδας, οι οποίες ήταν παρόμοιες με αυτές της Ισπανίας το 2022 (2,4% του ΑΕΠ), θα παραμείνουν συγκρατημένες έως το 2026. Αυτό θα υποστηριχθεί από τα σημαντικά μερίδια του χαμηλότερου σε κόστος επίσημου χρέους που έχουν οι δύο χώρες(περίπου 20% για την Πορτογαλία και 75% για την Ελλάδα) και την αναμενόμενη μείωση του δημόσιου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ (οι τόκοι μειώνονται μηχανικά στο μειούμενο ανεξόφλητο χρέος). Η Ελλάδα θα επωφεληθεί επίσης από μια πολύ μεγάλη μέση διάρκεια λήξης περίπου 20 ετών, η οποία παρατείνει το χρόνο που οι υψηλότερες αποδόσεις θα μετακυλήσουν σε πληρωμές τόκων.
Παράλληλα, όωπς σημειωνει η S&P, η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η Κύπρος έχουν ήδη φέρει το προηγουμένως αυξημένο χρέος/ΑΕΠ κάτω από τα προ πανδημίας επίπεδα (162% για την Ελλάδα το 2023, 105% για την Πορτογαλία και 79% για την Κύπρο).
Αυτή η απόδοση ήταν αποτέλεσμα ισχυρής δημοσιονομικής εξυγίανσης, όπως επισημαίνει η S&P. Η Κύπρος σημείωσε δημοσιονομικό πλεόνασμα το 2022, η Πορτογαλία το 2023, ενώ η Ελλάδα επέστρεψε σε πρωτογενές πλεόνασμα ισοζυγίου το 2022. Επιπλέον, τα αποτελέσματα υποστηρίχθηκαν από τη συγκρατημένη απάντηση των τριών αυτών χωρών στους πληθωριστικούς κραδασμούς, τις ανθεκτικές οικονομίες τους που οδηγούνται από τον τουρισμό, και τη σημαντική ώθηση στα κρατικά έσοδα από την άνοδο του πληθωρισμού.
Οι βελτιώσεις και οι συνεχιζόμενες θετικές τάσεις οδήγησαν στην περσινή απόφαση για αναβάθμιση της Ελλάδας σε επενδυτική βαθμίδα, όπως εξηγεί η S&P, και στην αναβάθμιση των προοπτικών της Πορτογαλίας και της Κύπρου σε θετικές. Περαιτέρω βελτίωση στα δημόσια οικονομικά των χωρών αυτών θα μπορούσε να προκαλέσει θετικές ενέργειες αξιολόγησης, προσθέτει χαρακτηριστικά.