ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ: 23.47
Στην επενδυτική βαθμίδα κατατάσσει πλέον η Scope Ratings την ελληνική οικονομία, αφού αναβάθμισε το ελληνικό αξιόχρεο σε ΒΒΒ-, ενώ άλλαξε το outlook σε σταθερό από θετικό.
Ανάπτυξη 2,4% το 2023 και 1,6% το 2024 για την Ελλάδα βλέπει ο γερμανικός οίκος.
Όπως αναφέρει η Scope, η αναβάθμιση της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα οφείλεται στους εξής παράγοντες:
1. Διατήρηση της ευρωπαϊκής θεσμικής υποστήριξης για την Ελλάδα, αντανακλώντας τις αλλαγές μετά την κρίση του Covid-19 για τη στήριξη των ευάλωτων κρατών-μελών της Ευρωζώνης μέσω παρεμβάσεων νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής. Αυτό αποτυπώνεται, από το 2020, σε καινοτομίες στα προγράμματα αγοράς περιουσιακών στοιχείων της ΕΚΤ και χαλάρωση των απαιτήσεων για τις εξασφαλίσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων. Τα μέτρα της ΕΚΤ, σε συνδυασμό με την έγκριση του σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας ύψους 30,5 δισ. ευρώ (13,7% του μέσου ΑΕΠ 2021-2026) για την Ελλάδα, μαζί με τη δυνατότητα περαιτέρω μακροπρόθεσμης αντιμετώπισης του χρέους από τους Ευρωπαίους εταίρους, υποστηρίζουν τη βιωσιμότητα του χρέους και δημιουργούν δημοσιονομικό χώρο ώστε να αυξήσει η ελληνική κυβέρνηση τις δημόσιες επενδύσεις.
2. Σταθερή πτωτική τροχιά για το δημόσιο χρέος, εν μέσω υψηλού πληθωρισμού, ισχυρής οικονομικής ανάπτυξης, χαμηλών επιτοκίων στα ομόλογα και επίτευξης πρωτογενών πλεονασμάτων. Το ελληνικό χρέος αναμένεται να υποχωρήσει, ως λόγος του ΑΕΠ, στο 160,7% έως το 2023, μια πτώση 46 ποσοστιαίων μονάδων από το υψηλό του 2020, και στο 141,6% έως το 2028. Αυτό το βασικό σενάριο προϋποθέτει ανάπτυξη 2,4% για το 2023, 1,6% το 2024 και 1,3% κατά την περίοδο 2025-2028 (δεν προβλέπεται ύφεση). Επιπλέον, το σενάριο προϋποθέτει διατήρηση πρωτογενούς δημοσιονομικού πλεονάσματος από το 2023-2028 –με τα ονομαστικά δημοσιονομικά ελλείμματα να παραμένουν κάτω από τα όρια του 3% του ΑΕΠ μεταξύ του 2022 και του 2028. Σε ένα τέτοιο σενάριο, το χρέος προς το ΑΕΠ επιστρέφει στα χαμηλότερα επίπεδά του από το 2012.
3. Διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που περιόρισαν σημαντικά τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPLs) και ενίσχυσαν τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος παράλληλα με τις πολιτικές που συνδέονται με τη χρηματοδότηση του Ταμείου Ανάκαμψης, οι οποίες κινητοποιούν τις επενδύσεις ενισχύοντας την ανάκαμψη.
Κίνδυνοι – Η εξήγηση για το σταθερό outlook
Ωστόσο, ο οίκος επισημαίνει ότι οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας παραμένουν υπό αμφισβήτηση: Πρώτον, το υψηλό δημόσιο χρέος, το οποίο αντιπροσωπεύει μια μακροπρόθεσμη ευπάθεια σε επανεκτιμήσεις του κρατικού κινδύνου στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Και προσθέτει:
Το πεδίο εφαρμογής θα θεωρούσε περαιτέρω ουσιαστικές μειώσεις του λόγου του χρέους – σύμφωνα με τις βασικές προσδοκίες – ως κρίσιμες για τη μελλοντική πορεία αξιολόγησης της Ελλάδας. Επιπλέον, η σταδιακή αποδυνάμωση της ισχυρής διάρθρωσης του χρέους, με υψηλότερο κόστος αναχρηματοδότησης, παράλληλα με τη σταδιακή μετάβαση από τη δημόσια στην ιδιωτική ιδιοκτησία του χρέους, και τη συντομότερη μέση διάρκεια του νέου χρέους, αντικατοπτρίζει μια πρόκληση.
Δεύτερον, υπάρχουν κίνδυνοι πολιτικής καθώς η Ελλάδα μεταβαίνει από την εξάρτηση από την υπό όρους πίστωση του επίσημου τομέα προς τη χρηματοδότηση με βάση την αγορά λιγότερο υπό όρους. Τρίτον, οι αδυναμίες του τραπεζικού τομέα παραμένουν. Τέλος, οι διαρθρωτικές οικονομικές αδυναμίες όπως το μέτριο μεσοπρόθεσμο αναπτυξιακό δυναμικό, η υψηλή ανεργία, ο αδύναμος εξωτερικός τομέας και οι μακροπρόθεσμες περιβαλλοντικές προκλήσεις αποτελούν περιορισμούς.
Το σταθερό Outlook αντιπροσωπεύει τη γνώμη της Scope ότι οι κίνδυνοι για τις αξιολογήσεις των κρατών εξισορροπούνται τους επόμενους 12-18 μήνες.
Το “καλό” και το “κακό” σενάριο
Οι μακροπρόθεσμες αξιολογήσεις/Προοπτικές θα μπορούσαν να αναβαθμιστούν εάν, μεμονωμένα ή συλλογικά: i) η ονομαστική ανάπτυξη και η δημοσιονομική εξυγίανση διατηρήσουν μια ισχυρή και διαρκή πτωτική πορεία του δημόσιου χρέους μεσοπρόθεσμα. ii) οι κίνδυνοι του τραπεζικού τομέα μειώνονται περαιτέρω, μέσω ισχυρότερης κεφαλαιοποίησης, περαιτέρω μειώσεων των μη εξυπηρετούμενων δανείων ή/και περιορισμένων δεσμών κρατικών τραπεζών. και/ή iii) οι διαρθρωτικές οικονομικές και εξωτερικές ανισορροπίες περιορίζονται, αυξάνοντας το μεσοπρόθεσμο αναπτυξιακό δυναμικό και ενισχύοντας τη μακροοικονομική βιωσιμότητα.
Αντίθετα, οι αξιολογήσεις/Προοπτικές θα μπορούσαν να υποβαθμιστούν εάν, μεμονωμένα ή συλλογικά: i) η στήριξη του Ευρωσυστήματος για το ελληνικό χρέος περιοριζόταν σημαντικά, προκαλώντας αποκρυστάλλωση πιο σοβαρών σεναρίων αγοράς. ii) οι δημοσιονομικές πολιτικές παραμένουν χαλαρές για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα ή επέρχεται πιο σοβαρή οικονομική ύφεση, εμποδίζοντας ή αντιστρέφοντας μια τρέχουσα τροχιά μειώσεων του λόγου δημόσιου χρέους· iii) οι κίνδυνοι του τραπεζικού τομέα εντείνονται εκ νέου, αυξάνοντας τον κίνδυνο κρυστάλλωσης των ενδεχόμενων υποχρεώσεων που επηρεάζουν τον ισολογισμό του δημοσίου. και/ή iv) η βιωσιμότητα της μακροοικονομικής ανάπτυξης εξασθενεί ή/και αυξάνονται οι μακροοικονομικές ανισορροπίες και οι ανισορροπίες του εξωτερικού τομέα.
Σημειώνεται ότι η Scope δεν συγκαταλέγεται ακόμη στους οίκους αξιολόγησης που αναγνωρίζονται από την ΕΚΤ, αλλά ήδη έχει ξεκινήσει διαδικασίες με την υποβολή σχετικής αίτησης. Πληροφορίες θέλουν τη δραστηριότητα του οίκου, να βρίσκεται υπό αξιολόγηση και είναι πολύ πιθανό να “αναβαθμιστεί” στους 4 οίκους αξιολόγησης (Moody’s, S&P, Fitch, DBRS) οι οποίοι αναγνωρίζονται και από την ΕΚΤ, μέσα στον Σεπτέμβριο.
Aποτελεί πάντως τον πρώτο αναγνωρισμένο οίκο αξιολόγησης που δίνει στην Ελλάδα την επενδυτική βαθμίδα μετά από πάνω από 10 χρόνια, ενώ στις 31/7 αναβάθμισε τη χώρα μας στην επενδυτική βαθμίδα ο μη αναγνωρισμένος ιαπωνικός οίκος R&I.
Οι αξιολογήσεις του Σεπτέμβρη
Τον Σεπτέμβριο, είναι προγραμματισμένες δύο αξιολογήσεις. Η πρώτη στις 7 Σεπτεμβρίου από την DBRS και η δεύτερη από τη Moody’s στις 24 του μήνα. Ο οίκος DBRS έχει κατατάξει την Ελλάδα στη βαθμίδα BB (High) ένα σκαλοπάτι κάτω από την επενδυτική, αλλά με αξιολόγηση “σταθερή”, από τον περασμένο Μάρτιο. Μένει συνεπώς να φανεί αν η εκλογή μιας σταθερής Κυβέρνησης και κάποια βήματα που έχει κάνει, θα πείσουν τον οίκο να αναβαθμίσει το αξιόχρεο της Ελλάδας.
Από την άλλη, ο οίκος Moody’s -ο οποίος υποβάθμισε τελευταίος την Ελλάδα κάτω από την επενδυτική βαθμίδα το 2010 μετά την είσοδο της χώρας στα μνημόνια, μάλλον θα είναι και ο τελευταίος που θα δώσει ξανά την επενδυτική βαθμίδα. Έχει κατατάξει την Ελλάδα στη βαθμίδα Ba3, τρεις θέσεις κάτω από την επενδυτική. Η “απόδοση” της επενδυτικής βαθμίδας για το ελληνικό δημόσιο απαιτεί τριπλή αναβάθμιση, κάτι που δείχνει δύσκολο. Μπορεί, όμως, να έχουμε κάποια θετική έκπληξη για τις τράπεζες.