Στο φετινό 65ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, που πραγματοποιείται από 31/10 έως 10/11, έχετε την ευκαιρία να δείτε την ταινία “On the Go”, από τις Julia de Castro και María G. Royo, η οποία έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο τμήμα Filmmakers of the Present του Φεστιβάλ του Λοκάρνο, κερδίζοντας Βραβείο Ειδικής Μνείας. Με αυτή την έναρξη και πολλές θετικές κριτικές, πριν βγει σε αίθουσες του εξωτερικού, θα έρθει στην Θεσσαλονίκη και αν σας αρέσουν τα road movies, αξίζει να την αναζητήσετε…
Σύνοψη & Cast
Σύνοψη: Η 37χρονη Milagros ζει μια ανέμελη νεότητα στα τελευταία χρόνια της γονιμότητάς της, ενώ ο 24χρονος Jonathan αναζητά παρηγοριά στο Grindr για να ξεπεράσει τα προβλήματα εγκατάλειψης που βιώνει. Η Milagros φεύγει από το ραντεβού της για μονογονεϊκή γονιμοποίηση. Ο Jonathan επιδιώκει μια επανένωση με μια παλιά αγάπη από την παιδική του ηλικία. Ένα παραληρηματικό road movie, γεμάτο μουσική, όπου μια μυστηριώδης γοργόνα με ένα μαγικό στέμμα καθορίζει την πορεία του ταξιδιού.
Στον ρόλο της Milagros συναντάμε την συν-σκηνοθέτιδα της ταινίας, Julia de Castro ενώ, τον ρόλο του Jonathan ανέλαβε ο Omar Ayuso, γνωστός μέσα από την επιτυχημένη σειρά του Netflix “Elite”. Την γοργόνα ενσαρκώνει η κινεζικής καταγωγής Chacha Huang και έναν μικρότερο αλλά σημαντικό ρόλο έχει και ο Manuel de Blas.
Μοναξιά & Μητρότητα
Αυτές είναι θα λέγαμε δύο κύριες θεματικές που διατρέχουν όλη την ταινία. Η Milagros προσπαθεί να πάει κόντρα στην επερχόμενη μοναξιά με το να αποκτήσει ένα παιδί και, συχνά στρέφεται σε πιο ακραίες μεθόδους για να το πετύχει. Από την άλλη ο Jonathan προσπαθεί να διώξει τα μοναχικά συναισθήματα με πιο εφήμερους τρόπους ενώ τον πνίγει το αίσθημα της εγκατάλειψης που βιώνει, γεγονός που τον οδηγεί και σε εκδικητικές πράξεις -κυριολεκτικά στην πρώτη σκηνή της ταινίας τον συναντάμε να βάζει φωτιά σ’ ένα κλαμπ.
Μέσα σε αυτούς τους φόβους της εγκατάλειψης και της μοναξιάς των δύο πρωταγωνιστών, αντιπαραβάλλεται και η ανάγκη τους για ξεγνοιασιά. Με μια εντελώς από το πουθενά αφορμή, ξεκινούν ένα road trip με την Chevrolet Corvair του ’67 του πατέρα της Milagros, το οποίο θα τους χαλαρώσει, θα τους βάλει σε μπελάδες, θα τους φέρει κοντά με άλλους ανθρώπους αλλά και πιο κοντά στις πραγματικές τους ανάγκες και την προσωπική τους λύτρωση.
Η αφορμή δηλαδή είναι η συνάντησή τους με την Triana’s Queen, μια νεαρή σαγηνευτική γυναίκα που ισχυρίζεται πως είναι γοργόνα και πρέπει να την πάνε αμέσως πίσω στην θάλασσα αλλιώς θα πεθάνει. Αυτή η μυστηριώδης γυναίκα εκτός από συνοδοιπόρος, στέκεται και ως σύμμαχος ή και ως σωτήρας στις ανάγκες και τις επιθυμίες τους, φωτίζοντας την ταραχώδη τους διαδρομή, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Έχει σίγουρα κάτι το συμβολικό, το σουρεαλιστικό και παραληρηματικό αυτός ο χαρακτήρας που σε σαγηνεύει και σε παρασύρει, ακριβώς όπως τους δύο κεντρικούς ήρωες.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ65o ΦΚΘ: Αφιέρωμα και τιμητικός Χρυσός Αλέξανδρος στον σκηνοθέτη Πάνο Χ. Κούτρα12.09.2018
Αισθητική που σε μαγνητίζει
Ακόμη ένα “δυνατό χαρτί” της ταινίας είναι οι αισθητικές επιλογές της. Γυρισμένη σε 16αρι φιλμ σε 1,37:1 format, το σχεδόν τετράγωνο δηλαδή, η ταινία κινείται σε ρετρό και μελαγχολικές “αποχρώσεις”. Η φωτογραφία συμβάλει σε αυτή την αίσθηση, με ζωντανά χρώματα που κινηματογραφούν την καλοκαιρινή Ανδαλουσία έτσι που νιώθεις την αλμύρα της θάλασσας στα χείλη και το ζεστό αεράκι στα μάγουλά σου. Παράλληλα, καταφέρνει να γίνει και πολύ αισθησιακή καθώς οι ερωτικές σκηνές παίζουν κομβικό ρόλο στο ταξίδι των ηρώων. Έχει και κάτι πιο πειραματικό οπτικά σε ορισμένες σκηνές, που σε κρατά σε επαγρύπνηση ως θεατή.
Κι ένα ακόμη στοιχείο της ταινίας στο οποίο θέλω να αναφερθώ είναι οι μουσικές επιλογές. Συχνά ορίζουν πολύ τον τόνο της σκηνής και προσθέτουν στην αίσθηση που θέλει να περάσει. Μπλέκεται η σύγχρονη μουσική με παλιότερες δεκαετίες κι έτσι ακούμε από το “Like a Shot” της ισπανικής ροκ μπάντας των ’70s, Burning, μέχρι το “Gitana” της τωρινής μπάντας Derby Motoreta’s Burrito Kachimba, οι οποίοι μάλιστα εμφανίζονται και στην ταινία. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ταινία αξίζει και μόνο για τις εξαιρετικές μουσικές της αλλά στην πραγματικότητα είναι ο συνδυασμός με την εικόνα που απογειώνει την αίσθηση που αφήνει το τραγούδι, η σκηνή και γενικώς όλη η ταινία.