Αναμφισβήτητα το exit poll αποτελεί τηλεοπτικό προϊόν ενταγμένο στη βραδιά των εκλογών. Μία αρχική πρόβλεψη που επιτρέπει την ανάπτυξη της συζήτησης στα πάνελ από τη στιγμή που θα κλείσουν οι κάλπες έως την ώρα που θα προκύψει μια σαφής εικόνα από την καταμέτρηση των ψήφων για το τελικό εκλογικό αποτέλεσμα. Η διαφορά του exit poll με τις δημοσκοπήσεις έγκειται στο ότι αναφέρεται σε μεγαλύτερο δείγμα του εκάστοτε εκλογικού σώματος και όχι συνολικά στην κοινή γνώμη, μετράει τετελεσμένη πράξη και όχι προθέσεις και δεν έχει αναποφάσιστους.
Αλλωστε γι’ αυτούς τους λόγους θεωρείται από την επιστημονική κοινότητα προβλεπτικό εργαλείο και όχι έρευνα καταγραφής τάσεων. Η ουσιαστική χρησιμότητα του exit poll, ωστόσο, είναι ότι αποτελεί τη μοναδική πηγή στοιχείων που επιτρέπουν με ασφάλεια την επιστημονική ανάλυση του εκλογικού αποτελέσματος, την ακτινογραφία της ψήφου, αλλά και της αποχής.
Σημαντικό δεδομένο είναι ότι αυτή τη φορά το αποτέλεσμα των εκλογών καθορίστηκε τόσο από τους πολίτες που πήγαν να ψηφίσουν, αλλά και εντονότερα από ποτέ απ’ όσους επέλεξαν να μην πάνε στην κάλπη.
Αν και οι ευρωεκλογές αποτελούν αναμέτρηση «δεύτερης τάξης» στην οποία δεν κρίνεται η διακυβέρνηση της χώρας, εμπεριέχουν μηνύματα για όλες τις πολιτικές δυνάμεις που είτε θα αποκωδικοποιηθούν σωστά από τα επιτελεία τους, είτε θα παρερμηνευθούν και θα τις οδηγήσουν σε δυσμενέστερες εξελίξεις. Για κάθε κόμμα το νόμισμα των εκλογών έχει δύο όψεις. Ολοι μπορούν να βρουν κάποια θετικά και κάποια αρνητικά στο αποτέλεσμα. Η Ν.Δ. κέρδισε τις εκλογές με διψήφιο ποσοστό διαφοράς από τον δεύτερο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν κατόρθωσε να πιάσει τον στόχο της, χάνοντας σημαντικό αριθμό ψηφοφόρων της.
Ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε το στοίχημα της δεύτερης θέσης, αλλά με χαμηλό ποσοστό που δεν του προσέδωσε την πολυπόθητη κυβερνητική προοπτική. Το ΠΑΣΟΚ αύξησε τα ποσοστά του, αλλά δεν κατόρθωσε να κάνει το άλμα παραμένοντας τρίτο. Ωστόσο, για όλα τα κόμματα μεγαλύτερη σημασία έχει η τόλμη αναγνώρισης της αρνητικής πλευράς παρά η επανάπαυση της όποιας θετικής ανάγνωσης.
Η αποχή
Από το σύνολο των 9.605.244 ψηφοφόρων προσήλθαν στις κάλπες 3.891.466, με αποτέλεσμα το ποσοστό αποχής να καταγραφεί στο 59,5%. Ο ένας στους τέσσερις από όσους είχαν ψηφίσει στις βουλευτικές εκλογές τον Ιούνιο του 2023 δεν προσήλθε στις κάλπες.
Τα χαρακτηριστικά της αποχής εμφανίζουν ισχυρή εξάρτηση από τον ηλικιακό παράγοντα. Στο ηλικιακό μείγμα των ψηφοφόρων της προηγούμενης Κυριακής υποαντιπροσωπεύονται άλλη μία φορά οι νεότερες ηλικιακές κατηγορίες και ιδιαίτερα οι νέοι 17-24. Οι μεγαλύτερες ηλικίες συμμετέχουν με πιο ενισχυμένο ποσοστό, αυξάνοντας ακόμη περισσότερο τον μέσο όρο ηλικίας του εκλογικού σώματος. Η αποχή έπληξε σχεδόν όλα τα κόμματα και ιδιαίτερα τα μεγαλύτερα, με μια σχετική αναλογικότητα και για διαφορετικούς λόγους. Ως προς την ιδεολογική αυτοτοποθέτηση η συμμετοχή ήταν επίσης σχετικά αναλογική, με μικρή υποαντιπροσώπευση των κεντροδεξιών και κεντρώων ψηφοφόρων. Η αποχή δεν παρουσιάζει ιδιαίτερες διαφοροποιήσεις με βάση τη γεωγραφική διάσταση, την αστικότητα, το φύλο και την επαγγελματική ιδιότητα, με τις τυχόν μικρές αποκλίσεις να οφείλονται στον ηλικιακό παράγοντα.
Από το μέγεθος της αποχής συμπεραίνεται ότι τα διλήμματα των κομμάτων και οι προτροπές για συμμετοχή δεν είχαν την αναμενόμενη ανταπόκριση.
Συσπειρώσεις – μετακινήσεις
Από τους 2.116.000 που ψήφισαν τη Ν.Δ. τον Ιούνιο του 2023, περίπου οι μισοί την ξαναψήφισαν, κάτι περισσότερο από το 1/4 των ψηφοφόρων της του 2023 απείχε από τις κάλπες, ενώ κάτι λιγότερο από το 1/4 μετακινήθηκε προς άλλα κόμματα. Το μεγαλύτερο ενδιαφέρον όμως έχει το εύρημα ότι οι διαρροές προς τα αριστερά (15%) ήταν περισσότερες απ’ ό,τι οι διαρροές προς τα δεξιά της Ν.Δ. (13%). Στο σχετικό γράφημα του exit poll η συσπείρωση της Ν.Δ. καταγράφεται στο 70% διότι αναφέρεται σε όσους προσήλθαν στις κάλπες το 2024, όχι στο σύνολο των ψηφοφόρων της Ν.Δ. του 2023.
Οι μεγαλύτερες απώλειες της Ν.Δ. είτε προς την αποχή είτε προς άλλα κόμματα ήταν από όλο το ιδεολογικοπολιτικό φάσμα, αλλά κυρίως καταγράφονται στην ομάδα των κεντρώων (-14%) και κεντροδεξιών ψηφοφόρων της (-14,7%), με αποτέλεσμα να χάσει την πρωτοκαθεδρία της στον κεντρώο χώρο προς όφελος του ΠΑΣΟΚ. Ωστόσο, διατηρεί τη συντριπτική της υπεροχή ως επιλογή των δεξιών (73,2%) και των κεντροδεξιών ψηφοφόρων (68,6%). Η εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ είναι ανάλογη: από τους 930.000 που ψήφισαν το κόμμα τον Ιούνιο του 2023, περίπου οι μισοί το ξαναψήφισαν, ενώ οι διαρροές του προς άλλα κόμματα ήταν σχεδόν ισόποσες με την αποχή των ψηφοφόρων του.
Η συσπείρωση όσων ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ προσήλθαν στην κάλπη ανήλθε στο 62,5%, με διαρροές προς όλες τις κατευθύνσεις. Οι διαρροές του προς τα αριστερότερα κόμματα αθροίζουν στο 18,7% και οι διαρροές προς τα δεξιότερα στο 15,3%.
Οι σημαντικότερες νέες εισροές που κατέγραψε το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης: Το 17% όσων δεν είχαν ψηφίσει στις προηγούμενες βουλευτικές εκλογές, το 3,6% των ψηφοφόρων της Ν.Δ., το 5,2% του ΠΑΣΟΚ, το 5,7% του ΚΚΕ, το 8,2% της Πλεύσης Ελευθερίας ,το 9,2% του ΜέΡΑ 25, το 2,7% των Σπαρτιατών.
Ο ΣΥΡΙΖΑ προηγήθηκε στην ψήφο των κεντροαριστερών ψηφοφόρων με 37,4%, με δεύτερη επιλογή το ΠΑΣΟΚ 28%.
Στο ΠΑΣΟΚ καταγράφεται μικρή διαφοροποίηση: Από τους 617.000 ψηφοφόρους του του 2023, περίπου 6 στους 10 το ξαναψήφισαν, περίπου 2 στους 10 απείχαν και περίπου 2 στους 10 μετακινήθηκαν προς άλλο κόμμα. Οι απώλειές του προς τα δεξιά και τα αριστερά του ήταν ισόποσες. Εξασφάλισε στην κάλπη υψηλότερη συσπείρωση σε σχέση με τη Ν.Δ. και τον ΣΥΡΙΖΑ 77,2% και ολοκλήρωσε τη συγκέντρωση των 508.000 ψήφων της προηγούμενης Κυριακής με τη συμβολή των εισροών από άλλα κόμματα, κυρίως από τη Ν.Δ. (4,9%) και τον ΣΥΡΙΖΑ (5,2%).
Διατηρώντας τις δυνάμεις του στο Κέντρο, αναδεικνύεται πρώτο κόμμα στους κεντρώους ψηφοφόρους λόγω της υποχώρησης της Ν.Δ. σε αυτόν τον χώρο.
Η Ελληνική Λύση επλήγη σχετικά λιγότερο από την αποχή, εξασφαλίζοντας αξιοπρόσεκτη συσπείρωση των ψηφοφόρων της 82,1%. Αυτό και μόνο το γεγονός τής έδωσε σχεδόν μία μονάδα περισσότερο από το ποσοστό που είχε στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές. Το επιπλέον ποσοστό της συμπληρώθηκε από εισροές που είχε από άλλα κόμματα, κυρίως από τους Σπαρτιάτες, τη Ν.Δ., το ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ. Η ψήφος στην Ελληνική Λύση δεν έχει μόνο ακροδεξιό πρόσημο, αλλά εντοπίζεται και σε άλλους ιδεολογικούς χώρους.
Το κόμμα Βελόπουλου ψήφισαν το 37,5% των ψηφοφόρων που δηλώνουν ακροδεξιοί, το 8,5% των δεξιών, το 8,2% των κεντροδεξιών, το 9,8% των κεντρώων και με μικρότερα ποσοστά κεντροαριστεροί και αριστεροί. Η ψήφος έχει έντονα γεωγραφικά χαρακτηριστικά, με υψηλότερη συχνότητα στη Βόρεια Ελλάδα. Το ΚΚΕ, με παρόμοιο ποσοστό, είχε τη δεύτερη υψηλότερη συσπείρωση 78,9%, με τη σημαντικότερη διαρροή προς τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και τις μεγαλύτερες εισροές του από αυτόν (5,7% αντίστοιχα). Αποτελεί την πρώτη δύναμη στους αριστερούς ψηφοφόρους με ποσοστό 37%, με δεύτερο τον ΣΥΡΙΖΑ (33%).
Η συσπείρωση της Νίκης ήταν 73,2%, της Πλεύσης Ελευθερίας 53,7% και του ΜέΡΑ 25 60%. Τα ποσοστά τους οφείλονται κυρίως στο θετικό ισοζύγιο εισροών – εκροών που εξασφάλισαν. Η Φωνή Λογικής εξασφάλισε οριακά μία έδρα από τις εισροές ψηφοφόρων κυρίως από τη Ν.Δ. αλλά και από τον ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ και τους Σπαρτιάτες, από πολίτες αυτοτοποθετούμενους δεξιότερα του Κέντρου.
Οι Σπαρτιάτες
Οι μισοί Σπαρτιάτες δεν προσήλθαν στην κάλπη. Οσοι από αυτούς ψήφισαν, προτίμησαν τους Πατριώτες κατά 30%, την Ελληνική Λύση κατά 25%, τη Νίκη κατά 9,7%, τη Φωνή Λογικής κατά 7,9% και οι υπόλοιποι διεσπάρησαν με μικρά ποσοστά σε άλλες επιλογές.
Η δημογραφική διάσταση
Ως προς το φύλο, σημαντικά περισσότεροι άνδρες από όσο γυναίκες επέλεξαν την Ελληνική Λύση, τη Φωνή Λογικής και τους Πατριώτες. Αντίστροφα, περισσότερες γυναίκες επέλεξαν τον ΣΥΡΙΖΑ και την Πλεύση Ελευθερίας.
Ως προς την ηλικία, ο ΣΥΡΙΖΑ αναδείχθηκε πρώτο κόμμα στους νέους 17-34 ετών (18,2% έναντι 15,9% της Ν.Δ.), ενώ η διαφορά υπέρ της Ν.Δ. στις μεγαλύτερες ηλικίες τής εξασφάλισε την άνετη πρωτιά. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ καταγράφονται ισόποσα στις δύο μεγάλες ηλικιακές κατηγορίες, κάτω των 50 ετών και άνω των 50 (15% και 14,9% αντίστοιχα).
Το σύνολο των παραπάνω στοιχείων συμβάλλει σε μία πιο αντικειμενική και νηφάλια αξιολόγηση του εκλογικού αποτελέσματος, ανατρέποντας ενδεχομένως κάποιες αρχικές εκτιμήσεις και λανθασμένες εντυπώσεις ως προς την ανατομία της ψήφου.