Η Ελλάδα κατέγραψε ισχυρές οικονομικές επιδόσεις το 2023, με την ανεργία να μειώνεται και το πρωτογενές πλεόνασμα της κυβέρνησης να αυξάνεται περαιτέρω, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM).
Το δημόσιο χρέος μειώθηκε και η χώρα κατέκτησε αξιολογήσεις επενδυτικής βαθμίδας για τα κρατικά της ομόλογα από όλους εκτός από έναν μεγάλο οίκο αξιολόγησης. Ο πληθωρισμός μειώθηκε σημαντικά και τα εξωτερικά ελλείμματα βελτιώθηκαν επίσης, παραμένοντας ωστόσο υψηλά.
Η σταθερή δέσμευση στις μεταρρυθμίσεις και οι συνετές πολιτικές είναι τόσο κρίσιμες όσο ποτέ για τη διατήρηση αυτής της θετικής κατεύθυνσης, υπογραμμίζει ο ESM.
Η οικονομική δραστηριότητα αυξήθηκε κατά 2% το 2023, σημαντικά πάνω από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ. Η χώρα επωφελήθηκε από μια ανθεκτική αγορά εργασίας, τον τουρισμό-ρεκόρ και την επενδυτική δραστηριότητα – που τροφοδοτείται από σημαντική οικονομική στήριξη από το Ταμείο Ανακάμψης της ΕΕ. Ο πληθωρισμός συρρικνώθηκε στο 4,2% για το σύνολο του έτους, λόγω της πτώσης των τιμών της ενέργειας. Παρά τη μείωση το 2023, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών διαμορφώθηκε στο 6,3% του ΑΕΠ, παραμένοντας σημαντικά πάνω από το προ πανδημίας επίπεδό του.
Η Ελλάδα έφτασε σε ένα σημαντικό ορόσημο όταν όλοι εκτός από έναν μεγάλο οίκο αξιολόγησης αποκατέστησαν τα κρατικά της ομόλογα σε επενδυτική βαθμίδα κατά τη διάρκεια του έτους, αφήνοντας ουσιαστικά πίσω της μια μακρά κληρονομιά από την κρίση του δημόσιου χρέους, σημειώνουν οι αναλυτές του Μηχανισμού.
Το πρωτογενές ισοζύγιο βελτιώθηκε στο 1,9% του ΑΕΠ το 2023, αυξημένο κατά σχεδόν δύο ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Τα φορολογικά έσοδα αυξήθηκαν σημαντικά, υποστηριζόμενα από προσπάθειες διεύρυνσης της φορολογικής βάσης και ενίσχυσης της φορολογικής συμμόρφωσης, δημιουργώντας περιθώρια για την προστασία των ευάλωτων νοικοκυριών και την παροχή άμεσης ανακούφισης από καταστροφές όπως πλημμύρες και πυρκαγιές οι οποίες έπληξαν την Ελλάδα το καλοκαίρι.
Ο λόγος δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ μειώθηκε κατά περίπου 11 ποσοστιαίες μονάδες, μια διψήφια πτώση για τρίτη συνεχόμενη χρονιά. Οι χρηματοπιστωτικές αγορές ανταποκρίθηκαν σε αυτές τις θετικές εξελίξεις, περιορίζοντας τα spread των ελληνικών κρατικών ομολόγων σε επίπεδα που πλησιάζουν εκείνα κρατών της ζώνης του ευρώ με υψηλότερη αξιολόγηση.
Η δομή του ελληνικού χρέους, με τα υψηλά μερίδια των επίσημων πιστωτών και τις μακρές λήξεις με σταθερά επιτόκια, βοήθησε στην προστασία της Ελλάδας από τον αντίκτυπο του αυξημένου κόστους χρηματοδότησης της αγοράς. Το απόθεμα μετρητών της χώρας παρέμεινε μεγάλο, επισημαίνεται ακόμη στην έκθεση του ESM.
Οι αγορές εργασίας βελτιώθηκαν, παρά την αποδυνάμωση της ανάπτυξης στη ζώνη του ευρώ. Το ποσοστό ανεργίας υποχώρησε στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2009, αν και εξακολουθεί να είναι σημαντικά υψηλότερο από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ. Ορισμένοι κλάδοι, συμπεριλαμβανομένου του τουρισμού και της γεωργίας, ανέφεραν δυσκολίες στην κάλυψη των κενών θέσεων, υπογραμμίζοντας τη σημασία της ενίσχυσης της συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό, ειδικά από τις γυναίκες και τους νέους. Οι ελληνικές τράπεζες βελτίωσαν την κερδοφορία και τη ρευστότητά τους, με τον συνολικό δείκτη ΜΕΔ να μειώνεται στο 5,7% έως το τρίτο τρίμηνο του 2023, σε ενοποιημένη βάση.
Οι δείκτες φερεγγυότητας των ελληνικών τραπεζών παρέμειναν επαρκείς και τα stress tests της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών σε όλη την ΕΕ το καλοκαίρι έδειξε μεγαλύτερη ανθεκτικότητα μεταξύ των ελληνικών τραπεζών. Τα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια διευρύνθηκαν σε επίπεδα από τα υψηλότερα στη ζώνη του ευρώ. Ωστόσο, αρκετοί δείκτες υποδηλώνουν επίμονα τρωτά σημεία. Ένας μεγάλος όγκος κληροδοτημένων μη εξυπηρετούμενων δανείων που έχουν συσσωρευτεί από τους ισολογισμούς των τραπεζών παραμένει μη αναδιαρθρωμένος, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για αποτελεσματική εφαρμογή του πλαισίου αφερεγγυότητας.
Το ελληνικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας επιτάχυνε την επενδυτική του στρατηγική, σημειώνοντας σημαντική πρόοδο σε ακόμη μια μακροχρόνια μεταρρυθμιστική δέσμευση των ελληνικών αρχών. Το ΤΧΣ ξεκίνησε την πώληση των μετοχών του σε ελληνικές τράπεζες το δεύτερο εξάμηνο του έτους, απεκδυόμενο πλήρως τις συμμετοχές του σε δύο συστημικές τράπεζες και εν μέρει σε μια τρίτη, τονίζει ο ESM.
Οι μακροοικονομικές προοπτικές της Ελλάδας για το 2024 προβλέπουν ανάπτυξη πάνω από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ, στο 2,3%, ενώ ο πληθωρισμός αναμένεται να συνεχίσει να μειώνεται αλλά να παραμείνει υψηλός στο 2,7%. Η Ελλάδα διατηρεί την ικανότητα να αποπληρώσει όλες τις υποχρεώσεις που οφείλονται στον ESM/EFSF τους επόμενους 12 μήνες και το απόθεμα μετρητών της προβλέπεται να παραμείνει μεγάλο.
Η ανάλυση του ESM υποδεικνύει χαμηλό βραχυπρόθεσμο κίνδυνο δυσφορίας της αγοράς. Ωστόσο, σε μεγαλύτερο ορίζοντα, η Ελλάδα αντιμετωπίζει προκλήσεις όσον αφορά τη βιωσιμότητα και την ικανότητα αποπληρωμής του δημόσιου χρέους της. Αυτό προκύπτει από τα μεγάλα δημόσια και εξωτερικά χρέη, τα μεγάλα εξωτερικά ελλείμματα, την αδύναμη αύξηση της παραγωγικότητας και τις ευπάθειες του τραπεζικού τομέα.
Οι τράπεζες ενδέχεται να αντιμετωπίσουν υψηλότερο κόστος χρηματοδότησης και χαμηλότερη κερδοφορία. Για να μετριάσει αυτές τις προκλήσεις, η Ελλάδα θα πρέπει να παραμείνει σταθερά προσηλωμένη στη δημοσιονομική σύνεση και τις μεταρρυθμίσεις, με επίκεντρο το σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, καταλήγει η έκθεση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας.
Διαβάστε ακόμη: