Της -
Η απότομη αντιστροφή της σύσφιξης των spreads των ομολόγων που σημειώθηκε τον Ιούνιο, με τις αποδόσεις αυτόν τον μήνα να ακολουθούν ανοδική πορεία λόγω των μηνυμάτων που στέλνουν οι κεντρικές τράπεζες ότι η νομισματική σύσφιξη θα συνεχιστεί, πάρα το γεγονός ότι βρισκόμαστε κοντά στο τέλος της, είναι μια υπενθύμιση της υπερβολής που έχουν καταγράψει οι αποτιμήσεις των ομολόγων της περιφέρειας έναντι των θεμελιωδών μεγεθών τους και ότι το πιο πιθανό σενάριο μακροπρόθεσμα είναι η διεύρυνση των spreads και όχι η μείωσή τους, επισημαίνει η Citi.
Ένας βασικός κίνδυνος στο β’ εξάμηνο για τα ομόλογα της περιφέρειας, όπως τονίζει, είναι η ένταση της ρητορικής εντός της ΕΚΤ για το τέλος των επανεπενδύσεων του προγράμματος PEPP, το οποίο και είχε στηρίξει σημαντικά την περιοχή κατά τη διάρκεια της Covid αλλά και μετά.
Αξίζει να σημειώσουμε πως ειδικά για την Ελλάδα, η οποία δεν έχει επενδυτική βαθμίδα οπότε δεν μπορούσε να συμμετάσχει σε κανένα πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, το PEPP και οι επανεπενδύσεις αποτέλεσαν “σωσίβιο” για τον περιορισμό των πιέσεων στα ομόλογα.
Πάντως, η Citi διατηρεί τη θετική της στάση για τα ελληνικά ομόλογα, τονίζοντας πως το α’ εξάμηνο του 2023 σημείωσαν τις υψηλότερες επιδόσεις στην ευρωζώνη και διατηρεί το trade της αγοράς 10ετών ελληνικών ομολόγων έναντι των 10ετών πορτογαλικών, καθώς η επιστροφή της Νέας Δημοκρατίας στην εξουσία ενισχύει την πιθανότητα αναβάθμισης της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα.
Οποιαδήποτε εντατικοποίηση της ρητορικής για το QT του PEPP θα προκαλέσει εκτόξευση των spreads
Ενώ εξακολουθεί να υπάρχει αβεβαιότητα σχετικά με το τελικό επιτόκιο της ΕΚΤ, ο κύκλος σύσφιξης εξακολουθεί να φαίνεται ότι βρίσκεται κοντά στο τέλος του, με την αγορά να βλέπει δύο ακόμη αυξήσεις κατά 25 μονάδες βάσης, σημειώνει η Citi. Ως εκ τούτου, ο επόμενος σταθμός είναι πιθανό να είναι μια εντατικοποίηση της συζήτησης για το μέγεθος του ισολογισμού της ΕΚΤ κατά το δεύτερο εξάμηνο, για το οποίο τα γεράκια έχουν ήδη πει ότι δεν φαίνεται συνεπές με την κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής.
Τουλάχιστον τρία γεράκια του Δ.Σ. – οι Nagel, Holzmann και Vujčić – έχουν ταχθεί υπέρ της επιβολής του τέλους των επανεπενδύσεων του PEPP, με τον Holzmann να προτείνει η σχετική συζήτηση να γίνει το φθινόπωρο.
Ενώ ο αντίκτυπος του τέλους των επανεπενδύσεων του PEPP στην καθαρή προσφορά ομολόγων είναι πιθανό να είναι μικρότερος από ό,τι ήταν το τέλος των επανεπενδύσεων του APP, δεδομένων των σχετικών μεγεθών των συμμετοχών της ΕΚΤ, ο αντίκτυπος στα ομόλογα της περιφέρειας ωστόσο θα είναι μεγαλύτερος καθώς παροπλίζεται η πρώτη γραμμή άμυνας της ΕΚΤ έναντι του κατακερματισμού, τονίζει η Citi.
Η Citi πάντως ξεκαθαρίζει πως το βασικό της σενάριο προς το παρόν είναι ότι οι πλήρεις επανεπενδύσεις του PEPP θα συνεχιστούν μέχρι το τέλος του 2024. Επιπλέον, δεν αναμένει να ληφθεί αυτή η απόφαση έως ότου η ΕΚΤ ολοκληρώσει την αναθεώρηση του επιχειρησιακού πλαισίου – με στόχο τον Δεκέμβριο – και αποφασίσει για το βέλτιστο μέγεθος του ισολογισμού σε σχέση με το επίπεδο των επιτοκίων. Έτσι, το νωρίτερο που θα ανακοινώσει η ΕΚΤ το QT του PEPP, κατά την άποψή της, είναι ο Δεκέμβριος του 2023, με έναρξη από τα τέλη του πρώτου τριμήνου του 2024, παρόμοια με το χρονοδιάγραμμα για το QT του προγράμματος APP. Ωστόσο, είδαμε με την ανακοίνωση του QT στο APP πόσο γρήγορα μπορούν να ληφθούν τέτοιες αποφάσεις – χρειάστηκαν λιγότεροι από τέσσερις μήνες από την πρώτη αναφορά του στη συνέντευξη της Schnabel στις 18 Αυγούστου 2022 έως την ανακοίνωση του Δεκεμβρίου. Ως εκ τούτου, ο κίνδυνος είναι ότι η αγορά θα τιμολογεί αυτήν την πιθανότητα όλο και περισσότερο τους επόμενους μήνες, όπως τονίζει η Citi.
H αμερικάνικη τράπεζα υπογραμμίζει πάντως πως αυτές οι εξελίξεις με το μέλλον των επανεπενδύσεων του PEPP θα έλθουν σε μία δύσκολη στιγμή για την περιφέρεια, καθώς συμπίπτουν με τα κρατικά προσχέδια προϋπολογισμών που πιθανώς θα επιβεβαιώσουν αυξημένα ελλείμματα για το 2024 και επιβράδυνση της ανάπτυξης. Η υποβολή προτάσεων του σχεδίου προϋπολογισμού για το 2024 από τα κράτη της Ε.Ε. στην Κομισιόν έχει προθεσμία στις 15 Οκτωβρίου, όπως σημειώνει, με τις περισσότερες μεγάλες οικονομίες να έχουν πιθανόν υπερβεί το όριο του Μάαστριχτ του 3% για το δημοσιονομικό έλλειμμα – συμπεριλαμβανομένης της Γαλλίας (4,4%), του Βελγίου (4,9%), της Ιταλίας (4,4%) και της Ισπανίας (3,7%), σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Citi. Επιπλέον, το τέταρτο τρίμηνο η αύξηση του ΑΕΠ στην περιφέρεια θα αρχίσει να επιβραδύνεται. Ειδικότερα, για την Ιταλία, οι οικονομολόγοι της Citi αναμένουν ότι σε τριμηνιαίο επίπεδο θα σημειωθεί συρρίκνωση 0,1%, με την ανάπτυξη το 2023 να διαμορφώνεται στο 0,2% και στο μόλις 0,1% το 2024.