
Στα τέλη Ιουνίου διέσχισα οδικώς τα σύνορα της Γερμανίας με την Αυστρία, στο Φίσεν, σε μια από τις πιο όμορφες περιοχές γύρω από τις Άλπεις, που μοιράζεται η Βαυαρία με το Τιρόλο. Το πέρασμά μου έγινε χωρίς καλά καλά να το καταλάβω, αφού οι Αυστριακοί δεν κάνουν (ακόμη;) κανέναν έλεγχο. Ωστόσο, στην αντίθετη κατεύθυνση είδα μια ουρά αρκετών χιλιομέτρων από αυτοκίνητα που κατευθύνονταν προς τη Γερμανία και έβγαιναν από τον δρόμο, οδηγούμενα σε μια παράκαμψη της γερμανικής αστυνομίας που τα έλεγχε ένα προς ένα. Υπολόγισα ότι αυτοί που βρίσκονταν στο τέλος της ουράς θα χρειάζονταν μάλλον ώρες για να περάσουν στην “απέναντι πλευρά” ένα απόγευμα μιας καθημερινής. Πολλοί από αυτούς πιθανότατα κάνουν αυτή τη διαδρομή καθημερινά και προφανώς είναι υποχρεωμένοι να υπόκεινται σε αυτή την καθυστέρηση, από τότε που η κυβέρνηση στο Βερολίνο αποφάσισε να στείλει ένα μήνυμα ότι η χώρα δεν είναι… απροστάτευτη.
Στην επιστροφή μου τα πράγματα ήταν καλύτερα. Ήταν αργά το βράδυ και ουρά δεν υπήρχε. Δύο νεαροί αστυνομικοί, μια γυναίκα και ένας άνδρας, έλεγξαν το διαβατήριό μου και με ρώτησαν πού πηγαίνω και αν μένω μόνιμα στη Γερμανία. Έμοιαζαν λίγο βαριεστημένοι και είχαν όρεξη για κουβέντα σχετικά με τη διαδρομή που είχα μπροστά μου, όχι όμως και για το αν έβλεπαν νόημα σε αυτό που έκαναν εκεί στην… ερημιά.
Στον νου μου ήρθαν σκηνές από το παρελθόν. Τότε που τα σύνορα της Ευρώπης ήταν πράγματι κλειστά και κάθε πέρασμά τους σήμαινε ότι θα πρέπει να είσαι προετοιμασμένος για πιθανές καθυστερήσεις ή ακόμα και για αυθαίρετες κινήσεις κακοδιάθετων συνοριοφυλάκων, που δεν σου επέτρεπαν να προβλέψεις πάντα με ασφάλεια τον χρόνο του ταξιδιού σου.
Ένα απαξιωμένο επίτευγμα;
Μετά ήρθε το Σένγκεν. Ευρωπαίοι τεχνοκράτες και πολιτικοί πανηγύρισαν για αυτό το μεγάλο επίτευγμά τους και οι πολίτες πήραν μια πρόγευση μιας Ευρώπης που έλεγε ότι θέλει να είναι ενωμένη και να το δείχνει. Ελεύθερες μετακινήσεις για ελεύθερους ανθρώπους ήταν η φράση κλειδί. Πρόσφατα, σε ένα ρεπορτάζ της γερμανικής τηλεόρασης ο δημοσιογράφος από το ίδιο το Σένγκεν στα σύνορα Γερμανίας-Λουξεμβούργου μετέδιδε για το πόσο αλλόκοτο είναι να βλέπεις ουρές και καθυστερήσεις στη μικρή αυτή πόλη, που έχει ταυτιστεί με την ανοιχτή Ευρώπη της ελεύθερης μετακίνησης. Το Λουξεμβούργο, όπως και η Πολωνία, αντέδρασαν στην απόφαση της γερμανικής κυβέρνησης, αποφασίζοντας να εισάγουν επίσης συνοριακούς ελέγχους. Κάτι ανάλογο σκέφτονται και άλλες χώρες, όπως η Ολλανδία.
Το μόνο που μπορούσα να σκεφτώ οδηγώντας προς τον προορισμό μου είναι ότι το Σένγκεν αργοπεθαίνει. Όχι το μικρό χωριό του Λουξεμβούργου. Η Συνθήκη. Και αυτό με πρωτοβουλία της Γερμανίας. Της ισχυρότερης χώρας της Ευρώπης που, όπως λένε οι υπουργοί της, θέλει να είναι “πρότυπο” για τους υπόλοιπους Ευρωπαίους. Έχει ξαναγραφτεί ότι τα μέτρα που έκανε σημαία της η κυβέρνηση Μερτς-Ντόμπριντ (υπουργός Εσωτερικών) έχουν πολύ μικρό αποτέλεσμα σε σχέση με το κόστος που έχει προκαλέσει όλη αυτή η επιστράτευση χιλιάδων υπαλλήλων της αστυνομίας. Ελάχιστοι είναι οι παράτυποι μετανάστες που παρεμποδίστηκαν να μπουν στη Γερμανία. Αλλά η κυβέρνηση επιμένει.
Ενόψει διακοπών, τους Γερμανούς θα περιμένουν πιθανώς τεράστιες ουρές, κυρίως όταν θα επιστρέφουν στην πατρίδα τους. Ίσως αυτός να είναι και ο σκοπός της κυβέρνησης. Να δείξει στον μέσο Γερμανό ότι επιστρέφει σε μια χώρα “φρούριο”, με χιλιάδες ένστολους προστάτες να αποτρέπουν την εξωτερική απειλή ενός νέου μεταναστευτικού ρεύματος. Όσο για το πνεύμα του Σένγκεν, η αυτοπείθηση και η ανεμελιά μιας “Ευρώπης χωρίς σύνορα” έχει πλέον αντικατασταθεί από το σύνθημα “πρώτα η ασφάλεια”. Ας περιμένει η ελευθερία. Το ερώτημα που απασχολούσε για χρόνια και μόνο κάποιοι φανατικοί ακροδεξιοί τολμούσαν να απαντήσουν τόσο κατηγορηματικά έχει πλέον απαντηθεί επί του πεδίου. Σιωπηλά, αλλά πολύ συνειδητά και αποφασισμένα.
Πηγή: Deutsche Welle