
Σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία περίπου 59,2 εκατομμύρια Γερμανοί έχουν δικαίωμα ψήφου στις εκλογές της 23ης Φεβρουαρίου.
Ωστόσο περίπου 10 εκατομμύρια άνθρωποι στη Γερμανία δεν θα μπορέσουν να ψηφίσουν διότι δεν είναι Γερμανοί πολίτες. Με άλλα λόγια, περίπου το 14% του ενήλικου πληθυσμού στη χώρα δεν θα συμμετάσχει στην εκλογική αναμέτρηση.
Ένας από αυτούς είναι και ο ακτιβιστής Φιλ Μπάτλαντ, ο οποίος έχει γεννηθεί στη Βρετανία. Από τη δεκαετία του 1990 ωστόσο έχει μετακομίσει στη Γερμανία όπου και ξεκίνησε την πολιτική του δραστηριοποίηση ως μέλος του κινήματος ATTAC – μέχρι πρότινος ήταν μέλος και του κόμματος η Αριστερά.
“Η μόνιμη κατοικία μου βρίσκεται εδώ και πολύ καιρό στη Γερμανία, σε αυτή τη χώρα έχω περάσει τη ζωή μου, όλα όσα κάνω τα κάνω εδώ και είναι κάπως παράδοξο να μην έχω δικαίωμα ψήφου”, δηλώνει στην DW.
Παλαιότερα ο Μπάτλαντ δίσταζε να κάνει αίτηση για γερμανική ιθαγένεια διότι ήταν άνεργος για ένα διάστημα και τον είχαν ενημερώσει πως μπορεί να αποκτήσει γερμανική ιθαγένεια μόνο εάν έχει ένα συγκεκριμένο εισόδημα.
“Τώρα έχει χαλαρώσει το νομικό πλαίσιο”, λέει ο Μπάτλαντ, “αλλά εάν δεν έχεις δουλειά ή δεν πληρώνεσαι καλά, τα πράγματα είναι πιο δύσκολα. Στις περισσότερες περιπτώσεις οι φτωχότεροι αιτούντες αποκλείονται”.
Το “δημοκρατικό έλλειμμα” στη Γερμανία
Η γερμανική κυβέρνηση χαλάρωσε το νομικό πλαίσιο για την απόκτηση ιθαγένειας τον Ιανουάριο του 2024, θέλοντας έτσι να κάνει πιο ελκυστική τη χώρα για τους ειδικευμένους εργαζόμενους από το εξωτερικό και κατ’ επέκταση να αντιμετωπίσει την έλλειψη εργατικού δυναμικού.
Η νέα νομοθεσία προβλέπει πως οι αλλοδαποί κάτοικοι μπορούν να κάνουν αίτηση για την απόκτηση γερμανικής ιθαγένειας εφ’ όσον έχουν συμπληρώσει πέντε χρόνια στη χώρα. Σε ορισμένες περιπτώσεις το όριο μειώνεται μάλιστα ακόμη και στα τρία χρόνια. Το όριο που ίσχυε προηγουμένως ήταν τα οκτώ χρόνια.
Οι αλλαγές επιτρέπουν ακόμη σε όσους το επιθυμούν να έχουν διπλή ιθαγένεια, ένα προνόμιο που πριν αναγνωριζόταν μόνο στους πολίτες κρατών-μελών της ΕΕ και της Ελβετίας.
“Οι αλλαγές σημαίνουν πως ακόμα και στο καλύτερο σενάριο, εάν λάβουμε υπόψη και το χρονικό διάστημα για τις διοικητικές διαδικασίες, μιλάμε για μία περίοδο τουλάχιστον τεσσάρων έως έξι ετών, κατά την οποία οι άνθρωποι δεν μπορούν να ψηφίσουν – γεγονός που επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα της δημοκρατίας στη χώρα”, δηλώνει ο Οζγκούρ Οζβατάν, CEO της πολιτικής συμβουλευτικής εταιρείας Transfromakers. Η απόκτηση της γερμανικής ιθαγένειας δεν είναι εύκολη επειδή πρόκειται μεταξύ άλλων και για μία κοστοβόρα διαδικασία.
Το “δημοκρατικό έλλειμμα” στη Γερμανία, όπως το ονομάζει ο Οζβατάν, είναι ιδιαιτέρως προβληματικό για μία χώρα που χρειάζεται πολύ τις μεταναστευτικές ροές ως λύση στην έλλειψη εργατικού δυναμικού.
Την ίδια στιγμή, παρ’ ότι λαμβάνονται μέτρα για τη διευκόλυνση της απόκτησης ιθαγένειας, σε επίπεδο ρητορικής οι πολιτικοί τάσσονται κατά των μεταναστών. Και ως εκ τούτου πολλοί άνθρωποι με μεταναστευτικό υπόβαθρο μπαίνουν σε δεύτερες σκέψεις αναφορικά με την αίτηση για απόκτηση ιθαγένειας.
Ποιος έχει δικαίωμα ψήφου στη Γερμανία;
Η συζήτηση γύρω από το δικαίωμα ψήφου μη Γερμανών που ζουν στη Γερμανία κρατάει εδώ και δεκαετίες – από το 1970 και τους “Gastarbeiter”.
Οι αλλαγές επί της σχετικής νομοθεσίας το 2000 επέκτειναν το δικαίωμα απόκτησης γερμανικής ιθαγένειας, ώστε να συμπεριληφθεί σε αυτό και το δίκαιο του εδάφους πέραν του δικαίου της καταγωγής. Έκτοτε τα παιδιά που γεννιούνται στη Γερμανία από αλλοδαπούς γονείς μπορούν να αποκτήσουν και τη γερμανική ιθαγένεια – αν και υπό ορισμένες προϋποθέσεις.
Σύμφωνα με τον Ομοσπονδιακό Εκλογικό Κανονισμό, όλοι οι Γερμανοί πολίτες που έχουν συμπληρώσει τα 18 έτη την ημέρα των εκλογών και που έχουν ζήσει στη Γερμανία για τουλάχιστον τρεις μήνες ή είναι κάτοικοι της χώρας σε σταθερή βάση, έχουν δικαίωμα ψήφου στις εκλογές της ομοσπονδίας και των κρατιδίων. Σε αυτούς περιλαμβάνονται και οι Γερμανοί πολίτες που κατοικούν στο εξωτερικό.
Δεν υπάρχουν σχέδια για μεταρρύθμιση του νομικού πλαισίου
“Στις περισσότερες περιπτώσεις είναι πιο εύκολο να αλλάξεις την απόκτηση ιθαγένειας παρά τις προϋποθέσεις για το εκλογικό δικαίωμα διότι το τελευταίο κατοχυρώνεται και ρυθμίζεται από το Σύνταγμα. Γενικώς όμως μάλλον δεν θα αλλάξει κάτι μετά τις εκλογές”, δηλώνει ο Τομπίας Σπέρι, ερευνητής στη δεξαμενή σκέψης d|part.
Ο ίδιος αναφέρει πως το πολιτικό κλίμα στη Γερμανία έχει μετατοπιστεί τόσο αισθητά προς τα δεξιά τα τελευταία χρόνια, ώστε είναι πολύ δύσκολο τα συστημικά κόμματα να αποφασίσουν να κάνουν πιο συμπεριληπτικό το εκλογικό σύστημα – και μάλλον θα κινηθούν κιόλας προς την αντίθετη κατεύθυνση. Εξάλλου, το ποιος έχει δικαίωμα να ψηφίσει επηρεάζει προφανώς και τη σύνθεση και την εκπροσώπηση των πολιτών στο κοινοβούλιο.
Στη Γερμανία περίπου το 11% των μελών της Μπούντεσταγκ έχουν έστω κάποιον συγγενή με καταγωγή από το εξωτερικό. Στα κοινοβούλια των 16 κρατιδίων το ίδιο ποσοστό φτάνει μόλις στο 7%, ενώ σε ορισμένες περιοχές της ανατολικής Γερμανίας δεν ξεπερνάει καν το 1%.
“Είναι σημαντικό να δοθεί στους ανθρώπους με μεταναστευτικό υπόβαθρο η προοπτική της απόκτησης εκλογικών δικαιωμάτων ανεξαρτήτως από την ιθαγένειά τους”, λέει ο Σπέρι. Η πιθανότητα απόκτησης εκλογικών δικαιωμάτων επιτρέπει στους ανθρώπους αυτούς να νιώσουν πως “ενσωματώνονται πολιτικά, ενώ αυξάνεται και η συμμετοχή των πολιτών στα κοινά ανεξαρτήτως της εκάστοτε εκλογικής αναμέτρησης”.
Επί του παρόντος οι αλλοδαποί χωρίς δικαίωμα ψήφου που κατοικούν στη Γερμανία μπορούν να ασκήσουν πολιτικές πιέσεις και με άλλους τρόπους, όπως για παράδειγμα με το να ενταχθούν σε μία πολιτική παράταξη ή να συμμετάσχουν σε διαδηλώσεις και απεργίες.
Ο Φιλ Μπάτλαντ δηλώνει πως πιστεύει πολύ “στις διαδηλώσεις, στις απεργίες, στην άσκηση πίεσης στους πολιτικούς, ώστε, σε περίπτωση που δεν μπορείς να ψηφίσεις, να λάβουν τουλάχιστον υπόψη την ύπαρξή σου και τα αιτήματά σου – και αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί να το στερηθεί κάποιος λόγω της καταγωγής του”.