Του Κώστα Ράπτη
Σύμφωνα με ένα παλιό μουσουλμανικό ανέκδοτο “οι Χριστιανοί υποστηρίζουν ότι οι Εβραίοι έχουν άδικο, οι Εβραίοι υποστηρίζουν ότι οι Χριστιανοί έχουν άδικο, εμείς πάλι λέμε ότι έχουν και οι δύο δίκιο”. Δεν είναι πολύ διαφορετική η κατάσταση που έχει προκύψει αφότου Τουρκία και Ισραήλ άρχισαν να αλληλοκατηγορούνται για παραβιάσεις της ακεραιότητας και κυριαρχίας της Συρίας.
Την Δευτέρα το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών εξέδωσε ανακοίνωση σχετικά με τις ενέργειες των ισραηλινών δυνάμεων στα Υψώματα του Γκολάν.
“Καταδικάζουμε σθεναρά” αναφέρει η ανακοίνωση “την απόφαση του Ισραήλ να επεκτείνει τους παράνομους οικισμούς στα Υψίπεδα του Γκολάν, τα οποία έχει καταλάβει από το 1967. Αυτή η απόφαση είναι ένα νέο στάδιο στον στόχο του Ισραήλ να επεκτείνει τα σύνορά του μέσω της κατοχής.
Αυτό το βήμα του Ισραήλ αποτελεί πηγή σοβαρής ανησυχίας, μαζί με την είσοδο του Ισραήλ στην περιοχή διαχωρισμού κατά παράβαση της Συμφωνίας Αποδέσμευσης του 1974, την προέλασή του σε γειτονικές περιοχές και τις αεροπορικές επιδρομές στη Συρία.
Οι συνεχιζόμενες ενέργειες του Ισραήλ υπονομεύουν σοβαρά τις προσπάθειες για ειρήνη και σταθερότητα στη Συρία και αυξάνουν περαιτέρω τις εντάσεις στην περιοχή.
Είναι επιτακτική ανάγκη” καταλήγει η τουρκική ανακοίνωση “να λάβει η διεθνής κοινότητα τα κατάλληλα μέτρα ως απάντηση στις ενέργειες του Ισραήλ και να διασφαλίσει τον τερματισμό των παράνομων ενεργειών της κυβέρνησης Νετανιάχου”.
Η απάντηση ήλθε την επομένη με ανακοίνωση του ισραηλινού Υπουργείου Εξωτερικών.
“Το Ισραήλ”, αναφέρει η ανακοίνωση, “απορρίπτει τις ψευδείς δηλώσεις του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών σχετικά με το Ισραήλ σε σχέση με τη Συρία.
Τα γεγονότα είναι τα εξής: Η Τουρκία έχει καταπατήσει συστηματικά το συριακό έδαφος, μια διαδικασία που ξεκίνησε με στρατιωτικές επιχειρήσεις το 2016, το 2018 και το 2019 και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Η Τουρκία έχει δημιουργήσει ζώνες, όπου υπό τον έλεγχό της επιχειρούν ένοπλες ομάδες, όπως ο Συριακός Εθνικός Στρατός. Επί του παρόντος, περίπου το 15% του εδάφους της Συρίας βρίσκεται υπό τον έλεγχο δυνάμεων που υποστηρίζονται από την Τουρκία. Σε αυτές τις περιοχές χρησιμοποιείται το τουρκικό νόμισμα και λειτουργούν υποκαταστήματα τουρκικών τραπεζών και ταχυδρομικές υπηρεσίες.
Επιπλέον, ο τουρκικός στρατός βομβαρδίζει υποδομές στη βορειοανατολική αυτόνομη περιοχή της Συρίας χρησιμοποιώντας αεροσκάφη και drones.
Η Τουρκία υποστηρίζει τις τζιχαντιστικές δυνάμεις που επιχειρούν κατά των Κούρδων στη Συρία.
Η τελευταία χώρα που μπορεί να μιλήσει για κατοχή στη Συρία είναι η Τουρκία, με το 15% του εδάφους της Συρίας υπό τον έλεγχο πληρεξουσίων που λειτουργούν υπό την αιγίδα της. Δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για τη συνέχιση της τουρκικής επιθετικότητας και βίας κατά των Κούρδων στη Συρία!”, καταλήγει η ισραηλινή ανακοίνωση.
Αμφότερες οι πλευρές έχουν βέβαια δίκιο, εφόσον κατέχουν παρανόμως τμήματα της συριακής επικράτειας, με αμφίβολη την πρόθεσή τους να αποσυρθούν στο μέλλον. “Βλάπτουν και οι τρεις τους τη Συρία το ίδιο”, θα μπορούσαμε να πούμε, ακολουθώντας τον ποιητή, αν προσθέταμε στον λογαριασμό και την επίσης παράνομη παρουσία Αμερικανών πεζοναυτών στο κουρδοκρατούμενο ανατολικό τρίτο της συριακής επικράτειας, όπου και οι πετρελαιοπηγές της χώρας. (Η ρωσική στρατιωτική παρουσία επικαλείται το λεγκαλιστικό επιχείρημα ότι προέκυψε από πρόσκληση της τότε κυβέρνησης της Συρίας).
Το ερώτημα δεν είναι όμως αν ισχύουν οι αιτιάσεις που το Ισραήλ απευθύνει στην Τουρκία και αντιστρόφως, σε μια προσπάθεια της κάθε πλευράς να συσκοτίσει και να δικαιολογήσει τον δικό της ρόλο, αλλά εάν αυτός ο φραστικός πόλεμος προοιωνίζεται ευρύτερη αντιπαράθεση των δύο μεγάλων κερδισμένων από την πτώση του Άσαντ και την επαπειλούμενη μετατροπή της Συρίας σε κατακερματισμένο χώρο περιορισμένης κυριαρχίας.
Μέχρι τώρα, παρά την “πύρινη” ρητορική του Ταγίπ Ερντογάν, οι τουρκο-ισραηλινές οικονομικές σχέσεις συνεχίσθηκαν απρόσκοπτα (γεγονός καθαυτό σημαντικό εν μέσω πολεμικής συγκυρίας), ενώ και οι εκατέρωθεν γεωπολιτικές επιδιώξεις αλληλοεξυπηρετήθηκαν από τις τελευταίες δραματικές εξελίξεις. Όμως η ώρα της “μοιρασιάς” βάζει τα θεμέλια μιας περισσότερο συγκρουσιακής σχέσης.
Από αυτή την άποψη η Άγκυρα έχει την πολυτέλεια να αναφέρεται (χωρίς να διευκρινίζει τα σχέδιά της για την τύχη των περιοχών που ήδη κατέχει άμεσα) στην προοπτική μιας επανενοποιημένης Συρίας υπό τον έλεγχο των προστατευομένων της και νέων κυριάρχων της Δαμασκού και με κατάλυση της αυτονομημένης τουρκικής οντότητας στα βορειοανατολικά, όπερ και το κυριότερο κίνητρο της τουρκικής πολιτικής. Στο Ισραήλ αντιθέτως διεξάγεται ήδη δημόσια συζήτηση για δημιουργία και μίας δρουζικής οντότητας στα νότια, υπό ισραηλινή προστασία, ενώ η κατοχή του όρους Ερμών είναι, όπως διακηρύχθηκε επιτοπίως από τον Βενιαμίν Νετανιάχου, ανοικτού χρονικού ορίζοντα.
Είναι συνεπώς ευκολότερο για την Τουρκία να προσομοιώνεται τον λόγο της διεθνούς νομιμότητας, να επικαλείται τα “δίκαια του συριακού λαού” και να συντονίζεται με την επιθυμία των Ευρωπαίων για περισσότερη σταθερότητα στην περιοχή – θα εξασφαλίσει μάλιστα την ενθουσιώδη αποδοχή τους αν επιτύχει την απομάκρυνση της ρωσικής στρατιωτικής αποστολής. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, οι βλέψεις της για τις κουρδοκρατούμενες περιοχές την οδηγούν σε σύγκρουση όχι μόνο με το Ισραήλ αλλά και τις ΗΠΑ.