Του Κώστα Γιαννόπουλου
Μπροστά σε ένα νέο τοπίο θα βρεθούν το αμέσως επόμενο διάστημα οι πελάτες των τραπεζών, μετά το διπλό “χτύπημα” στις τελευταίες από κυβέρνηση και Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), που φέρνει αλλαγές στην τιμολόγηση τόσο των προμηθειών που κρατούν σε μια σειρά συναλλαγές όσο και των δανείων και καταθέσεων.
Μάλιστα, λίγες ώρες πριν την ομιλία του στη Βουλή, ο κ. Μητσοτάκης στην εβδομαδιαία ανασκόπηση που δημοσίευσε στο Facebook ανέφερε ότι “οι πολίτες περιμένουν να ακούσουν τις παρεμβάσεις μας όσον αφορά τις τράπεζες και εκτιμώ ότι δεν θα διαψεύσω τις προσδοκίες τους με τα μέτρα που αποφασίσαμε, μακριά όμως από τους ανεύθυνους λαϊκισμούς και τα “πυροτεχνήματα” της αντιπολίτευσης κόντρα στους ευρωπαϊκούς κανόνες. Οι παρεμβάσεις μας αφορούν μεταξύ άλλων τις προμήθειες στους λογαριασμούς ΔΕΚΟ, τις διατραπεζικές πληρωμές και την αξιοποίηση των ακινήτων που έχουν τα πιστωτικά ιδρύματα”.
Ειδικότερα, την Κυριακή (15/12), ημέρα ψήφισης του Προϋπολογισμού, ο πρωθυπουργός, κ. Κυριάκος Μητσοτάκης, αναμένεται να κάνει τα “αποκαλυπτήρια” του κυβερνητικού σχεδιασμού για τις τράπεζες, δίνοντας στις αρχές της εβδομάδας τη σκυτάλη στο οικονομικό επιτελείο, προκειμένου να εξειδικεύσει τα επίμαχα μέτρα. Όπως τόνισε ο υπουργός Οικονομικών, κ. Κωστής Χατζηδάκης, κατά την πρώτη ημέρα συζήτησης στη Βουλή, “από το 2025 οι τραπεζικές προμήθειες θα είναι αρκετά χαμηλότερες με τις παρεμβάσεις που δρομολογεί η κυβέρνηση, ενώ και τα επιτόκια δανεισμού θα ακολουθήσουν καθοδική πορεία, γιατί αυτή είναι και η πολιτική της ΕΚΤ”, προσθέτοντας ότι, με επιπλέον νέες παρεμβάσεις, η κυβέρνηση δημιουργεί συνθήκες περισσότερο υγιούς ανταγωνισμού στο τραπεζικό σύστημα, με στόχο οι τράπεζες να χορηγούν περισσότερα δάνεια στις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά και να συμβάλλουν ουσιαστικά στην αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης.
“Μαχαίρι” έως 50% στις προμήθειες
Πιο αναλυτικά, σύμφωνα με πληροφορίες, η κυβέρνηση αναμένεται να ανακοινώσει μειώσεις έως 50% σε μια σειρά από λαϊκές προμήθειες, ήτοι τις καθημερινές συναλλαγές, με τις οποίες επιβαρύνονται οι καταναλωτές, όπως, για παράδειγμα, οι πληρωμές λογαριασμών ΔΕΚΟ, η συντήρηση ή η ανανέωση μιας κάρτας. Όπως, άλλωστε, τόνισε σε πρόσφατη τοποθέτησή του ο εκπρόσωπος Τύπου του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, κ. Όμηρος Τσάπαλος, “έχουμε βάλει κάτω όλες τις λεγόμενες λαϊκές προμήθειες, όλες εκείνες με τις οποίες εγώ, εσείς, όλοι μας χρεωνόμαστε καθημερινά, από το να πληρώσουμε έναν λογαριασμό ΔΕΚΟ μέχρι το να συντηρούμε έναν λογαριασμό σε μια τράπεζα όπου πολλές φορές δεν έχουμε κάνει ούτε μία συναλλαγή και χρεωνόμαστε κάθε μήνα για αυτήν, για να δούμε ποιες από αυτές θα μπορέσουμε να τις μειώσουμε με έναν τρόπο δίκαιο, λελογισμένο, ισορροπημένο και πρωτίστως ικανοποιώντας τη δικαιολογημένη αγανάκτηση των πολιτών”. Ο ίδιος, μάλιστα, κατέθεσε και την προσωπική του εμπειρία, βάσει της οποίας χρεώθηκε 10 ευρώ τον μήνα για “συντήρηση IBAN”, αναφέροντας χαρακτηριστικά: “Μπήκα σε συγκεκριμένο λογαριασμό που δεν χρησιμοποιούσα με μηδενικό υπόλοιπο και βρήκα -40 ευρώ χρεώσεις για συντήρηση IBAN”.
Στην αγορά τα ακίνητα τραπεζών και servicers
Παράλληλα, η κυβέρνηση αναμένεται να παρέμβει και στο σκέλος των ακινήτων που έχουν συσσωρεύσει στα χαρτοφυλάκιά τους τράπεζες και servicers και τα οποία παραμένουν κλειστά, τη στιγμή, μάλιστα, που παρατηρείται ένδεια προσφοράς ακινήτων, γιγαντώνοντας τη στεγαστική κρίση. “Οι τράπεζες πληρώνουν ΕΝΦΙΑ. Από εκεί και πέρα, όμως, γιατί τα κρατούν 25.000 ακίνητα και γιατί δεν τα επιστρέφουν για την αντιμετώπιση του στεγαστικού; Γι’ αυτό, σε αυτά που θα ανακοινώσουμε την Κυριακή, θα υπάρχουν και συγκεκριμένες προβλέψεις για τα επίμαχα ακίνητα και θα υπάρχουν και προβλέψεις και για το γραφειοκρατικό κομμάτι, γιατί πολλά από αυτά τα ακίνητα δεν μπορούν να έλθουν πίσω στην αγορά λόγω διαφόρων προβλημάτων. Επεξεργαζόμαστε σενάρια για να ξεμπλέξει αυτό το κουβάρι, να απλοποιηθεί, και αυτό που θα γίνει την επαύριο των ανακοινώσεων είναι να βοηθήσει τις τράπεζες και να τις κινητροδοτήσει, ώστε να φέρουν πίσω αυτά τα ακίνητα στην αγορά”, εξήγησε ο κ. Τσάπαλος. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι σε μεγάλο βαθμό θα εκλείψει το πρόβλημα της εξεύρεσης ακινήτου, που παρατηρήθηκε, άλλωστε, στο πλαίσιο του προγράμματος “Σπίτι Μου”, διευκολύνοντας όσους επιθυμούν να αποκτήσουν μια στέγη.
Φθηνότερα δάνεια…
Ελαφρύτερο θα είναι πλέον το κόστος εξυπηρέτησης των δανείων για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, μετά την απόφαση της ΕΚΤ να μειώσει κατά 25 μονάδες βάσης τα βασικά της επιτόκια, για τέταρτη φορά εφέτος. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, χαμηλότερες θα είναι και οι αποδόσεις των προθεσμιακών καταθέσεων.
Πιο αναλυτικά, στη νέα συνεδρίαση που πραγματοποιήθηκε την περασμένη Πέμπτη, η Κεντρική Τράπεζα αποφάσισε να χαλαρώσει κι άλλο τη νομισματική της πολιτική, γεγονός που οδήγησε το επιτόκιο καταθέσεων στο 3%. Το όφελος από την κίνηση αυτή “περνά” πλέον και στα 422.000 “πράσινα” στεγαστικά δάνεια, συνολικού ύψους 18 δισ. ευρώ, η δόση των οποίων είχε “παγώσει” από τις τράπεζες στα επίπεδα του 2,70% για όσα δάνεια συνδέονται με Euribor 1 μήνα και του 2,85% για Euribor 3 μηνών. Σήμερα, με το Euribor να κινείται πέριξ του 2,88%, είναι ζήτημα χρόνου να αρχίσει και για αυτούς τους δανειολήπτες η μείωση των δόσεων. Mείωση στο κόστος εξυπηρέτησης θα δουν και όσοι έχουν λάβει κάθε άλλη κατηγορία δανείων, όπως καταναλωτικά ή επιχειρηματικά, τα οποία είναι –συνήθως– κυμαινόμενου επιτοκίου.
…αλλά και μικρότερες αποδόσεις στις καταθέσεις
Καθοδικά, ωστόσο, αναμένεται να κινηθούν και οι αποδόσεις στις νέες προθεσμιακές καταθέσεις, γεγονός που αναμένεται να εντείνει το πρέσινγκ της κυβέρνησης, η οποία έχει πολλάκις αποδοκιμάσει το συγκεκριμένο ζήτημα, και δη την “ψαλίδα” σε σχέση με τα επιτόκια στα δάνεια.
Όπως προκύπτει από στοιχεία της ΕΚΤ, το μέσο επιτόκιο των καταθέσεων με συμφωνημένη διάρκεια έως ένα έτος (προθεσμιακές) διαμορφώθηκε τον περασμένο Οκτώβριο στο 1,84%, με τη χώρα μας να καταγράφει την τρίτη χαμηλότερη επίδοση σε σύνολο 20 χωρών, μετά τη Σλοβενία (1,59%) και την Κύπρο (1,76%) και τον ευρωπαϊκό μέσο όρο να “αγγίζει” το 2,74%. Εξίσου χαμηλά “σκοράρει” η Ελλάδα και στις καταθέσεις μίας ημέρας (ταμιευτήριο), το μέσο επιτόκιο στις οποίες διαμορφώθηκε το ίδιο διάστημα σε 0,03%. Η χώρα μας, δε, βρίσκεται στην τέταρτη χαμηλότερη θέση μετά την Κύπρο, την Κροατία και την Πορτογαλία, ενώ ο μέσος όρος είναι 0,36%.
Οι χαμηλές… πτήσεις στα επιτόκια των καταθέσεων, πάντως, ευθύνονται κατά κάποιον τρόπο και για τη “μετανάστευσή” τους σε τράπεζες του εξωτερικού. Είναι χαρακτηριστικά τα στοιχεία της ΕΚΤ, βάσει των οποίων την τελευταία διετία τα ελληνικά νοικοκυριά έχουν κατευθύνει σε τράπεζες της Ευρωζώνης καταθέσεις ύψους 7,2 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 4,7% των συνολικών καταθέσεων των νοικοκυριών στο τέλος του β’ τριμήνου του 2024. Πρόκειται για το τέταρτο μεγαλύτερο ποσοστό μετά την Κύπρο (9,5%), το Λουξεμβούργο (7,5%) και τη Μάλτα (6,9%).