Η 5η Νοεμβρίου και η ημέρα των προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ πλησιάζει και όλος ο πλανήτης παρακολουθεί με αυξημένο ενδιαφέρον τη διαδικασία, καθώς οι δημοσκοπήσεις αφήνουν ανοικτό το ενδεχόμενο της εκλογής είτε του Τραμπ είτε της Χάρις, αν και ο πρώτος έχει κερδίσει δυναμική στις αγορές στοιχημάτων.
Στην Wall Street, τράπεζες, χρηματιστηριακές εταιρείες και διαχειριστές επενδύσεων έχουν προσθέσει προσωπικό, για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τους υψηλούς όγκους συναλλαγών την ημέρα των εκλογών αλλά και τις επόμενες, καθώς υπάρχει πιθανότητα μην γνωρίζουμε τον νικητή άμεσα, ενώ υπάρχει επίσης ο κίνδυνος αμφισβητούμενων εκλογών μετά τις προσπάθειες του Τραμπ να ανατρέψει την ήττα του το 2020, τη στιγμή μάλιστα που έχει δηλώσει ότι μπορεί να μην δεχτεί τα αποτελέσματα ούτε αυτή τη φορά, αν χάσει.
Οι διαφορές στη ρητορική των δύο υποψηφίων είναι μεγάλες αναφορικά με την οικονομική πολιτική που θα ακολουθήσουν, χωρίς ωστόσο να είναι βέβαιο το πλέγμα των μέτρων που θα λάβουν ως κυβέρνηση, όπως σχολιάζει ο Δημήτρης Τζάνας, Σύμβουλος Διοίκησης Κύκλος ΑΧΕΠΕΥ. Για παράδειγμα, οι αυξημένοι δασμοί που υπόσχεται ο Τραμπ για όλες τις εισαγωγές αναμένεται να πλήξουν την ευρωπαϊκή πολιτική. Στο πεδίο των φόρων των εταιρικών κερδών η διαφορά είναι τεράστια, καθώς η Χάρις υπόσχεται να φτάσει τον συντελεστή από το 22% στο 28%, ενώ ο Τραμπ θα τους μειώσει. Εταιρείες της “παλιάς οικονομίας” (ενέργεια, τράπεζες κ.ά.) θα ευνοηθούν από τον Τραμπ, ενώ εταιρείες με καινοτομικά και “πράσινα” χαρακτηριστικά ή νέων τεχνολογιών θα ευνοηθούν από τη Χάρις. Εξαίρεση αποτελεί η Tesla του Έλον Μασκ που στηρίζει τον Τραμπ.
Με δεδομένη την αυξημένη αβεβαιότητα, ο φόβος για αρνητικές επιπτώσεις στα διάφορα περιουσιακά στοιχεία έχει οδηγήσει σε ιστορικό ρεκόρ, ενώ οι μεγάλοι διεθνείς οίκοι κοιτούν με λεπτομέρεια τις επιπτώσεις που θα έχει η νέα σελίδα στην προεδρία των ΗΠΑ και μια δεύτερη θητεία Τραμπ ή η νίκη της Χάρις για την οικονομία, τις μετοχές, τα ομόλογα, τα νομίσματα και τα εμπορεύματα.
Deutsche Bank: Τα μαθήματα από προηγούμενες αμερικανικές εκλογές
Κατά την Deutsche Bank, η επικείμενη εκλογική αναμέτρηση στις ΗΠΑ θα είναι κομβική για την πορεία των αγορών, ιδίως δεδομένων των πιθανών επιπτώσεων για το εμπόριο και τη δημοσιονομική πολιτική. Σε αυτό το πλαίσιο, οι αναλυτές της εξετάζουν προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις, ώστε να δουν πώς θα μπορούσε να εξελιχθεί μια αντίδραση των αγορών και καταλήγουν σε τρία κρίσιμα μαθήματα από αυτές.
Πρώτον, η υπερβολική εξάρτηση στις επιπτώσεις για τις αγορές των εκλογών του 2016 θα μπορούσε να αποδειχθεί επικίνδυνη, δεδομένου ότι η νίκη του Τραμπ ήταν μια μεγάλη έκπληξη εκείνη την περίοδο. Όπως σημειώνουν, ένας λόγος πίσω από τη σημαντική αντίδραση της αγοράς το 2016 ήταν επειδή η νίκη του Τραμπ ήταν ένα σημαντικό σοκ. Η τελική δημοσκόπηση του FiveThirtyEight του έδινε μόλις 28% πιθανότητες, ενώ σήμερα οι πιθανότητές του είναι στο 54%.
Είναι σαφές ότι οι αγορές θα αντιδράσουν στο αποτέλεσμα της κάλπης, δεδομένης της αβεβαιότητας που υπάρχει, αλλά μια νίκη Τραμπ δεν θα προκαλούσε την ίδια έκπληξη, τονίζει η η Deutsche Bank.
Δεύτερον, ιστορικά, τα αμφισβητούμενα εκλογικά αποτελέσματα που επεκτείνουν την αβεβαιότητα αποτελούσαν ένα δύσκολο σκηνικό για τις μετοχές. Το 2000 και το 1876 το αποτέλεσμα ήταν εξαιρετικά αμφίβολο μετά την ημέρα των εκλογών, με τον νικητή να ανακοινώνεται περισσότερο από έναν μήνα μετά και στις δύο περιπτώσεις. Ο Νοέμβριος του 2000 ήταν η χειρότερη μηνιαία απόδοση του S&P 500 εκείνης της χρονιάς, με πτώση 8%.
Τρίτον, ο έλεγχος του Κογκρέσου έχει επίσης σημασία. Εάν ο νέος πρόεδρος δεν έχει τον έλεγχο σε κανένα από τα σώματα, αυτό θα έχει σημαντικό αντίκτυπο στην υλοποίηση της ατζέντας του. Κατά την Deutsche Bank, αυτό αποτελεί βασικό ζήτημα σχετικά με τη δημοσιονομική πολιτική, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών ή της ανάγκης να αυξηθεί το ανώτατο όριο του χρέους, κάτι που απαιτεί νομοθέτηση. Επίσης, απαιτείται πλειοψηφία στη Γερουσία για την έγκριση των μελών του Υπουργικού Συμβουλίου, των μελών του Ανώτατου Δικαστηρίου και των Διοικητών της Fed.
Ο αντίκτυπος για την ευρωπαϊκή οικονομία
Το εμπόριο και η άμυνα είναι τα δύο κανάλια μέσω των οποίων το αποτέλεσμα των αμερικάνικων εκλογών θα επηρεάσει την ευρωπαϊκή οικονομία, όπως εκτιμά η UBS, τη στιγμή που οι ΗΠΑ είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Ε.Ε. τόσο σε εξαγωγές όσο και σε εισαγωγές.
Μια προεδρία Χάρις θα αντιπροσωπεύει σε μεγάλο βαθμό την πολιτική συνέχεια και ενδεχομένως μια πιο προβλέψιμη πορεία πολιτικής στον τομέα της άμυνας, με δέσμευση για μια πολυμερή προσέγγιση για την αντιμετώπιση των συγκρούσεων και της εμπορικής πολιτικής. Αυτό είναι ένα πιο θετικό τοπίο για τους επενδυτές και θα θέσει χαμηλότερους κινδύνους για την οικονομική ανάπτυξη στην Ευρώπη. Αντίθετα, μια προεδρία Τραμπ δυνητικά δημιουργεί περισσότερη αβεβαιότητα, η οποία θα μπορούσε να έχει θετικές και αρνητικές επιπτώσεις για τους επενδυτές.
Όσον αφορά το εμπόριο, τα πιο ακραία μέτρα για τους δασμούς που έχουν τεθεί στην εκστρατεία του Τραμπ αποτελούν αξιόπιστες αρχικές απειλές για την επίτευξη των στόχων του για μείωση του εμπορικού ελλείμματος και προώθηση της αμερικανικής μεταποίησης, ακόμα κι αν μια τέτοια κίνηση είναι τελικά χαλαρή ή μειωμένη. Το πόσο θα διαρκέσει αυτό θα εξαρτηθεί από το πόσο γρήγορα θα αντιδράσει η ΕΕ. Κατά την άποψή της, μία κυβέρνηση Τραμπ εγκυμονεί κινδύνους για την ευρωπαϊκή οικονομία βραχυπρόθεσμα καθώς μπορεί να οδηγήσει σε μείωση των επενδύσεων.
Ειδικά όσον αφορά το ζήτημα της άμυνας, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των εκλογών του Νοεμβρίου, οι ευρωπαϊκές χώρες γνωρίζουν ήδη ότι πρέπει να αφιερώσουν περισσότερους πόρους στην άμυνα τα επόμενα χρόνια, και αυτό έρχεται σε μία δύσκολη στιγμή για την οικονομία η οποία παρουσιάζει αδυναμίες, όπως τόνισαν οι αναλυτές της ελβετικής τράπεζας. Οπότε ο δημοσιονομικός αντίκτυπος θα είναι σημαντικός.
Με τους προϋπολογισμούς σε ολόκληρη την ήπειρο να αντιμετωπίζουν μια περίοδο εξυγίανσης μετά από μια σημαντική αύξηση των δαπανών τόσο κατά τη διάρκεια της πανδημίας όσο και της ενεργειακής κρίσης, περαιτέρω πίεση για αύξηση των αμυντικών δαπανών θα μπορούσε να θέσει σημαντικές προκλήσεις για την οικονομία. Κατά την UBS, μια προεδρία Τραμπ αυξάνει τον κίνδυνο να αυξηθούν οι δαπάνες νωρίτερα, ενώ μια προεδρία Χάρις μπορεί να δώσει στην Ευρώπη περισσότερο χρόνο.
Σύμφωνα με την Capital Economics, δεδομένου ότι ο Τραμπ έχει έναν γενικό δασμό 10% στις εισαγωγές και μερικές φορές πρότεινε δασμούς 20%, σίγουρα θα υπάρξει ένα πρόσθετο κόστος για τους εξαγωγείς της ευρωζώνης και θα επιβραδύνει τις ευρωπαϊκές οικονομίες, ωστόσο, το πλήγμα στην οικονομία της ευρωζώνης θα ήταν μικρότερο απ’ ό,τι φοβούνται πολλοί. Ο οίκος εκτιμά ότι το άμεσο χτύπημα από δασμούς 10% θα ήταν μόνο περίπου 0,1% του ΑΕΠ της ευρωζώνης, οπότε ένα 20% θα κόστιζε πιθανώς μόνο περίπου το 0,2% του ΑΕΠ, κατανεμημένο σε μερικά χρόνια. Ένας λόγος γι’ αυτή τη σχετικά χαμηλή εκτίμηση είναι ότι οι εξαγωγές στις ΗΠΑ αντιπροσωπεύουν μικρό μερίδιο της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Πάντως, εκτός από τον άμεσο αντίκτυπο των δασμών, θα υπήρχε κόστος για την Ευρώπη και από την ευρύτερη στροφή προς τον προστατευτισμό. Για παράδειγμα, εάν ο Τραμπ ακολουθούσε τον απειλούμενο δασμό του 60% στην Κίνα, οι ευρωπαϊκές εταιρείες που εξάγουν σε τρίτες χώρες ενδέχεται να διαπιστώσουν ότι υπάρχει ακόμη μεγαλύτερος ανταγωνισμός από κινεζικές εταιρείες που θέλουν να ανακατευθύνουν τις εξαγωγές τους από τις ΗΠΑ. Θα μπορούσαν επίσης να υπάρξουν κίνδυνοι για την Ευρώπη από την κλιμάκωση των εμπορικών φραγμών ΗΠΑ-Κίνας που θα μπορούσαν να πλήξουν την παγκόσμια επιχειρηματική εμπιστοσύνη.
Πώς θα κινηθούν οι μετοχές και τα ομόλογα
Σε ότι αφορά τον αντίκτυπο για τις αγορές, οι αναλυτές συμφωνούν στο ότι μία νίκη Τραμπ θα ευνοήσει τη συνέχιση της ανόδου στις αγορές των ΗΠΑ με υπεραπόδοση έναντι των υπόλοιπων αγορών, ενώ μία νίκη Χάρις θα είναι πιο θετική για τις ευρωπαϊκές αγορές από ότι για τις αμερικάνικες.
Ειδικότερα, όπως σημειώνει η Citi, σε ένα σενάριο Τραμπ, η επενδυτική στρατηγική ευνοεί τις αγορές των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου έναντι των αναδυόμενων αγορών και των ευρωπαϊκών αγορών. Όπως εξηγεί, οι ΗΠΑ επωφελούνται από ένα ισχυρότερο δολάριο και είναι ο νικητής στις πολιτικές του Τραμπ που εστιάζουν στο εσωτερικό, ενώ το Ηνωμένο Βασίλειο είναι περισσότερο προσανατολισμένο στην αξία και παρέχει αμυντική έκθεση. Οι ευρωπαϊκές αγορές και οι αναδυόμενες αγορές επλήγησαν ιδιαίτερα σε προηγούμενα επεισόδια αβεβαιότητας εμπορικής πολιτικής.
Υπό την Χάρις, η στρατηγική είναι αντίθετη. Οι πιο κυκλικές αγορές της Ευρώπης (εκτός Ηνωμένου Βασιλείου) και οι αναδυόμενες αγορές επωφελούνται από την αδυναμία του δολαρίου και τη λιγότερη εμπορική αβεβαιότητα, ενώ το Ηνωμένο Βασίλειο και οι ΗΠΑ θα έχουν χαμηλότερη απόδοση δεδομένου ενός ασθενέστερου αμερικάνικου νομίσματος.
Στην περίπτωση νίκης Τραμπ, οι κλάδοι της Ενέργειας και της Υγειονομικής Περίθαλψης στις αγορές εκτός ΗΠΑ, θα είναι οι πιο ωφελημένοι, ενώ και οι τράπεζες θα δεχθούν στήριξη από ένα δυνητικά πιο ευνοϊκό ρυθμιστικό πλαίσιο.
Αντίθετα, οι κλάδοι των Πρώτων Υλών και της Βιομηχανίας εκτός ΗΠΑ φαίνονται πιο πιθανό να έχουν χαμηλότερη απόδοση, δεδομένης της ευαισθησίας τόσο στην δύναμη του δολαρίου όσο και στους πιθανούς δασμούς.
Σε περίπτωση νίκη Χάρις, οι κλάδοι εκτός ΗΠΑ που θα επωφεληθούν το περισσότερο είναι το Real Estate και η Βιομηχανία, χάρη στο ασθενέστερο δολάριο. Ορισμένοι βιομηχανικοί κλάδοι θα μπορούσαν επίσης να επωφεληθούν από τη συνέχιση του νόμου για τη μείωση του πληθωρισμού (IRA). Οι κλάδοι που αναμένεται να δυσκολευτούν περιλαμβάνουν την Ενέργεια (στην πιθανή εστίαση της Χάρις στο κλίμα) και την Υγειονομική Περίθαλψη (ένα δυνητικά δυσμενές πλαίσιο πολιτικής).
Σε ότι αφορά την αγορά ομολόγων, κατά την UBS, oι προοπτικές της υποστηρίζονται γενικότερα από το γεγονός ότι οι κεντρικές τράπεζες διεθνώς έχουν ξεκινήσει τον κύκλο μείωσης των επιτοκίων. Μία προεδρία Χάρις θα είναι το πιο υποστηρικτικό σενάριο για τις ευρωπαϊκές αγορές σταθερού εισοδήματος καθώς ο αποπληθωρισμός σε ΗΠΑ και Ευρώπη θα συνεχιστεί, επιτρέποντας συνέχιση του κύκλου νομισματικής χαλάρωσης.
Μια προεδρία Τραμπ, ωστόσο, θα μπορούσε να αποδειχθεί λιγότερο υποστηρικτική για τις αγορές ομολόγων, δεδομένων των επικρίσεών του για την Fed αλλά και τις πιθανότητες οι πολιτικές του να οδηγήσουν σε νέα άνοδο του πληθωρισμού με αποτέλεσμα οι επενδυτές να αρχίσουν να αμφιβάλλουν για την πορεία του κύκλου χαλάρωσης. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε κάποια αστάθεια στις αποδόσεις των ομολόγων, “βαραίνοντας” το κλίμα και διαταράσσοντας τις εισροές σε ομόλογα.
Ο αντίκτυπος στις αγορές εμπορευμάτων-νομισμάτων
Η Capital Economics θεωρεί πως το αποτέλεσμα των εκλογών δεν θα έχει σημαντικό αντίκτυπο στις τιμές των περισσότερων εμπορευμάτων τους επόμενους μήνες. Αντίθετα, οι διαφορές μεταξύ των απόψεων των δύο υποψηφίων για τις εκπομπές άνθρακα, τις εξαγωγές LNG και τη στάση της εξωτερικής πολιτικής για το Ιράν θα μπορούσαν να επηρεάσουν τις τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου τα επόμενα πέντε χρόνια.
Ειδικότερα, όπως αναφέρει, μια προεδρία Τραμπ θα παρέχει περισσότερη ενθάρρυνση για γεωτρήσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου απ’ ό,τι μια προεδρία Χάρις, αλλά αυτό θα υποστήριζε ελάχιστα την παραγωγή των ΗΠΑ, δεδομένου ότι η παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου έχει αυξηθεί ήδη σε υψηλά ρεκόρ υπό τον Μπάιντεν. Μέχρι σήμερα η Χάρις δεν έχει περιγράψει κανένα σχέδιο ρύθμισης του κλάδου περισσότερο από τον Μπάιντεν. Συνεπώς, οι βελτιώσεις των τιμών και της παραγωγικότητας θα είναι οι βασικοί καθοριστικοί παράγοντες της παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου στις ΗΠΑ τα επόμενα χρόνια. Εάν, όπως και αναμένει ο οίκος, οι τιμές του πετρελαίου υποχωρήσουν, η παραγωγή είναι απίθανο να αυξηθεί πολύ περισσότερο.
Η Capital Economics θεωρεί ότι ο Τραμπ θα προσπαθήσει να σταματήσει τις επιδοτήσεις για ηλεκτρικά οχήματα ή να αποδυναμώσει τα πρότυπα εκπομπών των οχημάτων. Εάν αυτό συμβεί, θα οδηγήσει σε ελαφρώς υψηλότερη ζήτηση πετρελαίου στις ΗΠΑ, ιδιαίτερα από το 2027, όταν τα πρότυπα εκπομπών πρόκειται να γίνουν αυστηρότερα. Παράλληλα, ο Τραμπ είναι πιθανό να αναιρέσει την παύση του Μπάιντεν στις νέες εξαγωγές LNG, αλλά καθώς ισχύει μόνο για έργα που θα τεθούν σε λειτουργία στο τέλος της δεκαετίας, η επίδραση στις τιμές του φυσικού αερίου θα είναι αμελητέα βραχυπρόθεσμα.
Σε ό,τι αφορά τα βιομηχανικά εμπορεύματα, οι εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου υπόκεινται ήδη σε πολύ υψηλούς δασμούς, που εφαρμόστηκαν από τον Τραμπ το 2018 και επεκτάθηκαν από τον Μπάιντεν το 2024 και δεν θα αφαιρεθούν ούτε σε μια προεδρία Τραμπ ούτε της Χάρις. Αντίθετα, υπό τον Τραμπ ενδέχεται να υπάρχει ο κίνδυνος να εφαρμοστούν δασμοί σε χώρες όπως ο Καναδάς, η Ε.Ε. και το Μεξικό, οι οποίες επί του παρόντος εξαιρούνται. Οι εισαγωγές χάλυβα εξακολουθούν να αποτελούν το 20%-25% της κατανάλωσης στις ΗΠΑ, επομένως οι δασμοί στους εξαιρούμενους εταίρους θα καθιστούσαν τον εγχώριο χάλυβα πιο ακριβό.
Παράλληλα, η Capital Economics πιστεύει ότι είναι απίθανο ο Τραμπ να επιβάλει δασμούς στις εισαγωγές πετρελαϊκών προϊόντων, δεδομένου ότι αυτό θα οδηγούσε γρήγορα σε υψηλότερες τιμές λιανικής. Για παρόμοιο λόγο εκτιμά ότι οι εισαγωγές γεωργικών προϊόντων θα εξαιρεθούν επίσης από ενδεχόμενους νέους δασμούς.
Τέλος, σε ό,τι αφορά τον χρυσό, ο οποίος καλπάζει σε ιστορικά υψηλά αυτή τη στιγμή, η Capital Economics επισημαίνει πως μια προεδρία Τραμπ θα ήταν πιο πληθωριστική από μια προεδρία Χάρις, και πιθανότατα θα ήταν επίσης πιο αβέβαιη. Αυτό καθιστά τον χρυσό ελκυστικό asset. Αντίθετα, μια νίκη της Χάρις θα μπορούσε να σημαίνει ότι οι τιμές του χρυσού θα υποχωρήσουν τις εβδομάδες μετά τις κάλπες, αλλά καθώς η Fed θα συνεχίσει τις μειώσεις επιτοκίων, οι τιμές του χρυσού θα αυξηθούν ξανά το 2025.
Σε ό,τι αφορά τα νομίσματα, η UBS εκτιμά πως μια προεδρία Χάρις θα προσφέρει περαιτέρω στήριξη στην ισοτιμία ευρώ/δολαρίου, συνεχίζοντας την ανοδική τάση. Αυτό είναι πιθανό να οφείλεται σε μια πιο προβλέψιμη πορεία πολιτικής, ιδιαίτερα στην εξωτερική πολιτική και στο εμπόριο, και στη μικρότερη απειλή αντιστροφής της τρέχουσας αναμενόμενης πορείας μείωσης των επιτοκίων.
Μια νίκη Τραμπ δεν θα ήταν τόσο θετική για το ευρώ, ενώ θα ήταν θετική για το δολάριο τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, καθώς οι γεωπολιτικές ανησυχίες και η απειλή των εμπορικών δασμών οδηγούν τους επενδυτές να αναζητήσουν καταφύγιο σε αμυντικά νομίσματα. Επιπλέον, η πιθανότητα για πιο επίμονο πληθωρισμό θα στηρίξει το δολάριο.