Αναβαθμίζονται τα ηλεκτρονικά συστήματα της φορολογικής διοίκησης με το σύστημα έγκαιρης ειδοποίησης (alert) για όσους φορολογούμενους έχουν ξεχάσει να τακτοποιήσουν τις φορολογικές τους υποχρεώσεις, καθώς και για όσους έχουν ξεχάσει να διαβιβάσουν στο σύστημα e-send τις αποδείξεις ή, διαφορετικά, τις ημερήσιες συναλλαγές τους. Τα εκατομμύρια δεδομένων που προκύπτουν από τα ηλεκτρονικά συστήματα δεν χρησιμοποιούνταν, καθώς δεν υπήρχε το σύστημα έγκαιρης ειδοποίησης που να δείχνει ότι κάποια επιχείρηση έχει υποπέσει σε παράβαση.
Θα έπρεπε, δηλαδή, κάποιος ελεγκτής να προχωρήσει σε έλεγχο ενδεχομένως τυχαία μιας επιχείρησης ή να είχε υποβληθεί καταγγελία από πολίτη, για να διαπιστωθεί από τα συστήματα εάν έχει εκπληρώσει τις φορολογικές του υποχρεώσεις. Δηλαδή στοχευμένα θα έπρεπε να ελέγξει εάν η συγκεκριμένη επιχείρηση ή επαγγελματίας έχει αποστείλει τις αποδείξεις ή εάν έχει υποβάλει δηλώσεις κ.λπ.
Αυτό έγινε και πρόσφατα με την πολυεθνική H&M. Αποφασίστηκε, με βάση κριτήρια ανάλυσης κινδύνου, ο έλεγχος και κατά τη συλλογή στοιχείων διαπιστώθηκε ότι δεν είχε αποστείλει στο ηλεκτρονικό σύστημα τις αποδείξεις.
Με το νέο σύστημα, όσες δεν αποστέλλουν ή δεν έχουν υποβάλει δήλωση θα “κοκκινίζουν”. Αυτό σημαίνει ότι οι ελεγκτές θα γνωρίζουν ποιες επιχειρήσεις έχουν αποστείλει τα απαραίτητα στοιχεία που προβλέπει η νομοθεσία. Αυτό δεν σημαίνει ότι με το που σημάνει alert στην ΑΑΔΕ θα σπεύσουν οι ελεγκτές να κάνουν έλεγχο. Και αυτό καθώς αξιολογούνται μια σειρά από κριτήρια, όπως, για παράδειγμα, εάν είναι εποχική κ.λπ., ενώ, για παράδειγμα, μια μικρή επιχείρηση μπορεί να είναι κλειστή λόγω ασθενείας του επιχειρηματία.
Προφανώς θα υπάρχει ένα εύλογο χρονικό διάστημα να κινητοποιήσει τους ελεγκτές, οι οποίοι ταυτόχρονα θα αξιολογούν και θα προκρίνουν τις προς έλεγχο υποθέσεις ανάλογα με τη βαρύτητα.
Αυτή τη στιγμή τα δεδομένα που λαμβάνει ο ελεγκτικός μηχανισμός είναι εκατοντάδες χιλιάδες σε ημερήσια βάση. Είναι αδύνατον η κεντρική υπηρεσία αλλά και ο ελεγκτικός μηχανισμός να μπορούν να αξιοποιούν όλα αυτά τα δεδομένα. Και αυτό καθώς η Ελλάδα διαθέτει από τους μικρότερους ελεγκτικούς μηχανισμούς στην Ευρώπη, ενώ δεν υπάρχει και το προσωπικό που μπορεί να αναλύσει όλα τα data που προκύπτουν από τα ηλεκτρονικά συστήματα.
Σήμερα, με κριτήρια ανάλυσης κινδύνου, καταγγελίες, διασταυρώσεις κ.λπ., προκύπτουν οι προς έλεγχο επιχειρήσεις. Αναζητούνται επιπλέον στοιχεία από τα ηλεκτρονικά συστήματα, όπως το σύστημα διαβίβασης παραστατικών και τα ηλεκτρονικά βιβλία, προκειμένου να διαπιστωθούν τυχόν παραβάσεις πριν μεταβούν οι ελεγκτές στην επιχείρηση. Ουσιαστικά, οι ελεγκτές γνωρίζουν σε σημαντικό βαθμό τι θα βρουν σε κάθε επιχείρηση.
Τα πρόστιμα σε όσες επιχειρήσεις δεν στέλνουν στοιχεία
Σε ενδεχόμενη διαπίστωση μη διαβίβασης των δεδομένων, δηλαδή των αποδείξεων λιανικής πώλησης που διαβιβάζονται στην ψηφιακή πλατφόρμα myDATA μέσω του Πληροφοριακού Συστήματος Φορολογικών Ηλεκτρονικών Μηχανισμών (ΦΗΜ), επιβάλλεται στην επιχείρηση:
α) Σε περίπτωση πράξεων που επιβαρύνονται με ΦΠΑ, πρόστιμο ύψους ίσου με το 50% επί του ΦΠΑ που αναγράφεται επί του κάθε μη διαβιβασθέντος στοιχείου, δηλαδή της κάθε απόδειξης. Το πρόστιμο αυτό δεν μπορεί να είναι κατώτερο, αθροιστικά ανά φορολογικό έλεγχο, των 250 ευρώ, αν η επιχείρηση είναι υπόχρεη τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος, και των 500 ευρώ, αν η επιχείρηση είναι υπόχρεη τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος.
β) Σε περίπτωση πράξεων που δεν επιβαρύνονται με ΦΠΑ, επιβάλλεται πρόστιμο ύψους 500 ευρώ ανά φορολογικό έλεγχο, εφόσον ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος, και 1.000 ευρώ, αν ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος.
γ) Σε περίπτωση κάθε επόμενης ίδιας παράβασης που διαπιστώνεται, στο πλαίσιο μεταγενέστερου ελέγχου εντός πενταετίας από την έκδοση της αρχικής πράξης, επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με το διπλάσιο του ύψους του προβλεπόμενου προστίμου που αναφέρεται στην πρώτη περίπτωση.
δ) Εφόσον από τον φορολογικό έλεγχο διαπιστώνεται είτε η μη έκδοση, ή η ανακριβής έκδοση πλέον των 10 προβλεπόμενων παραστατικών πώλησης, ή, ανεξαρτήτως του πλήθους αυτών, ότι η αξία των αγαθών ή των υπηρεσιών για τα οποία δεν εκδόθηκε παραστατικό πώλησης ή αυτό εκδόθηκε ανακριβώς υπερβαίνει τα πεντακόσια 500 ευρώ είτε η μη διαβίβαση στο Πληροφοριακό Σύστημα Φορολογικών Ηλεκτρονικών Μηχανισμών (ΦΗΜ) της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) πλέον 10 αποδείξεων αναστέλλεται άμεσα για 48 ώρες η λειτουργία της επαγγελματικής εγκατάστασης στην οποία διενεργήθηκε ο έλεγχος.
– Εάν εντός του ίδιου ή του επόμενου φορολογικού έτους από τη διαπίστωση των ως άνω παραβάσεων διαπιστωθεί εκ νέου η μη έκδοση, ή η ανακριβής έκδοση τουλάχιστον τριών παραστατικών πώλησης, ή η μη διαβίβαση στο Πληροφοριακό Σύστημα (ΦΗΜ) της ΑΑΔΕ τουλάχιστον τριών στοιχείων λιανικής πώλησης που έχουν εκδοθεί μέσω ΦΗΜ, αναστέλλεται αμελλητί η λειτουργία της επιχείρησης για ενενήντα έξι ώρες. Σε κάθε επόμενη διαπίστωση από τον ίδιο μερικό επιτόπιο έλεγχο των παραβάσεων του προηγούμενου εδαφίου εντός δύο φορολογικών ετών από τη διαπίστωσή τους σε οποιαδήποτε επαγγελματική εγκατάσταση του υπόχρεου, η λειτουργία της επαγγελματικής εγκατάστασης στην οποία διενεργήθηκε ο έλεγχος αναστέλλεται αμελλητί για δέκα ημέρες.