Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας (ONS) στο διάστημα Ιουνίου 2022 – Δεκεμβρίου 2023 χάθηκαν περισσότερες από 5 εκατομμύρια ημέρες εργασίας στο Ηνωμένο Βασίλειο. Πρόκειται για τα χειρότερα στατιστικά στοιχεία των τελευταίων 30 ετών για τη χώρα, κάτι που αποδεικνύει το τεράστιο πρόβλημα που αντιμετωπίζει με τις δημόσιες υπηρεσίες της.
Οι μεγάλες λίστες αναμονής στο Εθνικό Σύστημα Υγείας (NHS), το πρόβλημα πρόσληψης νέων δασκάλων και καθηγητών, οι καθυστερήσεις και αλλεπάλληλες ακυρώσεις στους σιδηροδρόμους που βίωναν οι Βρετανοί κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου δεν μπορεί βέβαια να εξαφανιστεί εν μια νυκτί. Είναι κάτι που πρέπει να αντιμετωπίσει και η νέα κυβέρνηση των Εργατικών και αναλόγως των αποφάσεων θα κριθεί η ομαλή ή όχι διεξαγωγή της καθημερινότητας στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Αυξήσεις για 2 εκατομμύρια εργαζομένους
Το πρόβλημα έρχεται όμως στο προσκήνιο αρκετά πιο επιθετικά. Ανεξάρτητες επιτροπές που έχουν συνταχθεί ώστε να εξετάζουν την αμοιβή των εργαζομένων στον δημόσιο τομέα πρότειναν, μετά τη χθεσινή δημοσίευση της έρευνάς τους, αύξηση της τάξης του 5,5% σε δασκάλους και νοσηλευτές. Πρόκειται για αύξηση υψηλότερη του πληθωρισμού και ανώτερη από εκείνη που είχε προϋπολογίσει το υπουργείο Οικονομικών της χώρας, ύψους 3%. Να επισημανθεί ότι οι αυξήσεις αφορούν 514.000 δασκάλους και καθηγητές και 1,36 εκατομμύρια εργαζομένους του NHS. Σε νούμερα που έθεσαν ήδη οικονομολόγοι, σημαίνει ότι η κυβέρνηση πρέπει να βρει επιπλέον 3,5 δις λίρες για να μπορέσει να εκπληρώσει το ύψος του ποσοστού. Και δεν είναι μόνο αυτοί οι τομείς του δημοσίου που πρέπει να ικανοποιηθούν. Ανεξάρτητες έρευνες διεξάγονται αυτή την ώρα για την αύξηση των μισθών σε γιατρούς, αστυνομία και ένοπλες δυνάμεις, υπαλλήλους στα μέσα μαζικής μεταφοράς και άλλους. Άλλωστε στο σύνολό τους υπάρχουν 6 εκατομμύρια δημόσιοι υπάλληλοι στο Ηνωμένο Βασίλειο και όλοι έχουν κάνει μια σειρά από απεργιακές κινητοποιήσεις, απαιτώντας αύξηση των μισθών και καλύτερες συνθήκες εργασίας, καθώς η υποστελέχωση είναι ένα ακόμα μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν πρωταρχικά οι υπηρεσίες και δευτερευόντως η κυβέρνηση.
“Ισχνά οικονομικά” το βασικό πρόβλημα, λέει η κυβέρνηση
Ο Βρετανός πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ, από την πρώτη κιόλας εβδομάδα που ανέλαβε, έχει δηλώσει “έτοιμος να αντιμετωπίσει τις απαιτήσεις των συνδικάτων”. Κυβερνητικός εκπρόσωπος δήλωσε παράλληλα στους Times ότι “θα ενημερώσουμε εν ευθέτω χρόνο (για τις αποφάσεις), αλλά δεν τρέφουμε αυταπάτες για τα οικονομικά που κληρονομήσαμε από την προηγούμενη κυβέρνηση”. Οι δηλώσεις δεν εμπνέουν μεγάλη σιγουριά για ικανοποίηση των αιτημάτων. Βέβαια αν κάτι τέτοιο συμβεί, η νεοσύστατη κυβέρνηση των Εργατικών κινδυνεύει με επιπλέον απεργίες. Σύμφωνα πάλι με τη βρετανική εφημερίδα, πηγή από το σωματείο επαγγελμάτων υγείας δήλωσε ότι “είναι δύσκολο να μην δεχτούμε το 5,5%, αλλά αν η κυβέρνηση προσφέρει λιγότερα, τότε θα αντιδράσουμε”.
Πού θα βρεθούν τα χρήματα
Βασικό ερώτημα τώρα είναι από πού θα αντληθεί η χρηματοδότηση. Το μεγαλύτερο βάρος τώρα πέφτει στο υπουργείο Οικονομικών και τη Ρέιτσελ Ριβς. Οικονομολόγοι βλέπουν ως μόνη λύση είτε την αύξηση των φόρων είτε τις περικοπές δαπανών και βέβαια την αύξηση δανεισμού της χώρας. Και κάπου εκεί ένα ακόμα πρόβλημα προκύπτει. Μόλις χθες, η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία (Office for National Statistics) δημοσίευσε ότι το επίπεδο δανεισμού της χώρας ήταν υψηλότερο από ό,τι υπολογιζόταν, φτάνοντας για τον μήνα Ιούνιο τα 14,5 δισεκατομμύρια λίρες από 11,4 που υπολόγιζαν αρχικά αναλυτές του Σίτι του Λονδίνου. Παρότι ήταν το μικρότερο ποσό δανεισμού των τελευταίων 5 ετών, είναι ένα δείγμα του πόσο ‘σφιχτά’ είναι τα δημοσιονομικά του κράτους. Μένει να δούμε τι θα γίνει στο τέλος του μήνα που αναμένεται το υπουργείο Οικονομικών να δημοσιεύσει την πρώτη εικόνα των δημοσιονομικών στοιχείων, και βέβαια με μεγαλύτερη σιγουριά προς το τέλος Σεπτεμβρίου, που αναμένεται να κάνει κατάθεση του προϋπολογισμού η Ρέιτσελ Ριβς.
Πηγή: Deutsche Welle