-|-
Η αγορά εργασίας συνεχίζει τη δυναμική που εμφάνισε από τη μεταπανδημική ανάκαμψη το 2021, και στο α΄ τετράμηνο του 2023 κινείται πάνω από τη μακροχρόνια τάση της σε ό,τι αφορά τη μείωση της ανεργίας όσο και ως προς την αύξηση της απασχόλησης, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ (ΙΝΕ-ΓΣΕΕ).
Παρά την ταχεία ανάκαμψη, η Ελλάδα έχει το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό ανεργίας στην Ευρώπη. Αντίστοιχα, καταγράφει το χαμηλότερο ποσοστό απασχόλησης στους νέους κάτω των 25 ετών και το δεύτερο χαμηλότερο ποσοστό απασχόλησης τόσο στις ηλικίες 20-64 ετών όσο και στις γυναίκες ανάμεσα στα κράτη-μέλη της ΕΕ-27.
Τα τελευταία δυο χρόνια, οι ονομαστικοί μισθοί στην Ελλάδα, είχαν το περιθώριο να αυξηθούν σημαντικά, κατά 6,9% και 10,1% αντίστοιχα, ανά έτος, χωρίς να μεταβάλλουν τη διανομή εισοδήματος, σύμφωνα με το ΙΝΕ – ΓΣΕΕ. Ωστόσο, ο πραγματικός μέσος μισθός παρουσίασε σημαντική μείωση, η οποία το 2022 έφτασε το 8,7% σε σχέση με το 2021.
Αυτή η εξέλιξη οδήγησε σε διανεμητικό κενό σε βάρος του κόσμου της εργασίας, της τάξης του 8,4% το 2021 και 9,5% το 2022 και σε μείωση του εισοδηματικού μεριδίου των μισθών στο ΑΕΠ στο 47,5% το 2022. Η ποιότητα εργασίας στην Ελλάδα είναι η χαμηλότερο μεταξύ των χωρών-μελών της ΕΕ του 2027, σύμφωνα με το ΙΝΕ-ΓΣΕΕ.
Κατά τη διάρκεια του 2022, δεν σημειώθηκε κάποια ουσιαστική πρόοδος αναφορικά με την αναμόρφωση του θεσμικού πλαισίου των συλλογικών διαπραγματεύσεων και την αύξηση του αριθμού των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας (ΣΣΕ). Υπογράφηκαν 25 συλλογικές συμβάσεις εργασίας κλαδικού ή ομοιοεπαγγελματικού, εθνικού ή τοπικού χαρακτήρα. Επιπλέον, κατά το ίδιο έτος υπογράφηκαν 217 επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις, τονίζει η ίδια έκθεση.
Ανεργία και απασχόληση
Η ανεργία μειώθηκε 2,9 ποσοστιαίες μονάδες τον Μάιο του 2023 σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2022, κλείνοντας στο 10,8%. Ειδικότερα, από την αρχή του 2023 παρουσιάζει σημάδια σταθεροποίησης, με το ποσοστό ανεργίας να βρίσκεται το α΄ τρίμηνο πάνω από το 11%.
Υποαπασχόληση, μερική απασχόληση και υποτονικότητα της αγοράς εργασίας
Η μεγαλύτερη ποσοστιαία μείωση, η οποία συνεχίζεται και το 2022, καταγράφεται στην υποαπασχόληση. Οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου παρουσιάζουν ανοδική τάση από το 2020, η οποία συνεχίζεται και το 2022, ενώ ο ρυθμός μείωσης των συμβάσεων μερικής απασχόλησης επιβραδύνεται το 2022 σε σχέση με το 2021. Αξίζει να σημειωθεί ότι η εκ νέου αύξηση των συμβάσεων ορισμένου χρόνου από το 2020 αφορά το γυναικείο εργατικό δυναμικό, καθώς το ποσοστό συμβάσεων ορισμένου χρόνου στο ανδρικό εργατικό δυναμικό παρέμεινε σταθερό το 2022.
Η εξέλιξη των μισθών στην Ελλάδα, διανεμητικό περιθώριο και διανομή εισοδήματος
Το 2022 η μέση κατά κεφαλήν καθαρή απολαβή για έναν άγαμο εργαζόμενο χωρίς παιδιά ανήλθε στα 15.335 ευρώ, για έναν εργαζόμενο που αμείβεται με το 50% του μέσου εισοδήματος ανήλθε στα 8.565 ευρώ και για έναν εργαζόμενο που αμείβεται με το 167% του μέσου εισοδήματος ανήλθε στα 23.541 ευρώ.
Σε σχέση με τα επίπεδα του κατά κεφαλήν εισοδήματος του 2019, ο αμειβόμενος με το 50% του μέσου μισθού έχει σημειώσει ονομαστική σωρευτική αύξηση 48 ευρώ ετησίως, ο αμειβόμενος με τον μέσο μισθό έχει σημειώσει σωρευτική αύξηση 260 ευρώ ετησίως, ενώ ο αμειβόμενος με το 167% του μέσου εισοδήματος έχει σημειώσει σωρευτική αύξηση 727 ευρώ ετησίως.
Παραγωγικότητα της εργασίας
H παραγωγικότητα της εργασίας υποχώρηση 0,3 ποσοστιαίες μονάδες το 2019 και 7,3 μονάδες το 2020. Μετά το τέλος της πανδημίας ανέκαμψε, σημειώνοντας αύξηση 5,6 μονάδες το 2021 και 2 μονάδες το 2022, καλύπτοντας όλες τις απώλειες που σημείωσε κατά τη διάρκεια της πανδημίας.