Του Κώστα Ράπτη
Η κατάρρευση του ολλανδικού τετρακομματικού κυβερνητικού συνασπισμού, λόγω της άρνησης των συγκυβερνώντων κεντροδεξιών κομμάτων να ανταποκριθούν στο τελεσίγραφο του ακροδεξιού ηγέτη Χερτ Βίλντερς σχετικά με τη μεταναστευτική πολιτική εικονογραφεί χαρακτηριστικά τα αδιέξοδα που προκύπτουν άπαξ και η “λαϊκιστική δεξιά” περάσει το κατώφλι της εξουσίας – και η Ολλανδία υπήρξε μία από τις πρώτες ευρωπαϊκές χώρες στις οποίες συνέβη αυτό.
Ο Βίλντερς είχε απειλήσει να αποσύρει το Κόμμα της Ελευθερίας (PVV) από τον τετρακομματικό συνασπισμό ήδη τον Φεβρουάριο και το γεγονός ότι προκάλεσε εκ νέου κυβερνητική κρίση κατέστησε την κατάρρευση αυτοεκπληρούμενη προφητεία, εφόσον ουδείς μπορούσε να υπαναχωρήσει μπροστά σε έναν εκβιασμό που θα γινόταν διηνεκής. Πόσω μάλλον που τα μεταναστευτικά ζητήματα, τα οποία αποτέλεσαν την θρυαλλίδα, τα χειρίζεται η προερχόμενη από το κόμμα του Βίλντερς αρμόδια υπουργός, η οποία δεν έχει εντυπωσιάσει με τις επιδόσεις της, όποιο κριτήριο και αν υιοθετήσει κανείς.
Στην πραγματικότητα, ο Βίλντερς μοιάζει να αναζητούσε οδό αποδράσεως, καθώς τα ποσοστά του κόμματός του κινούνταν πτωτικά: από το 24% των εκλογών του 2023, στο 20% σύμφωνα με την “δημοσκόπηση των δημοσκοπήσεων” του Politico – και ενώ είχε μεσολαβήσει μετεκλογική εκτίναξη στο 33%.
Η έξοδος του PVV από το παιχνίδι της διακυβέρνησης, στο οποίο είχε εισέλθει για πρώτη φορά το 2010, προσφέροντας ψήφο ανοχής σε κυβερνητικό σχήμα, ενδέχεται να είναι μακρά, διότι άλλη λύση δεν προσφέρεται για το πολιτικό σύστημα της Ολλανδίας από την διενέργεια πρόωρων βουλευτικών εκλογών – πιθανότατα τον Οκτώβριο. Αλλά και μετά την ετυμηγορία της κάλπης, δύσκολα μπορεί να φανταστεί κανείς τα κόμματα της κεντροδεξιάς (εν οίς και το VVD του πρώην πρωθυπουργού, νυν γ.γ. του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούτε) να συμπράττουν εκ νέου με το PVV. Συνεπώς, η αναζήτηση λύσεων τύπου “μεγάλου συνασπισμού” με την κεντροαριστερά (ήτοι τη συμμαχία Εργατικών και Πρασίνων υπό τον πρώην αντιπρόεδρο της Κομισιόν Φρανς Τίμερμανς) φαντάζει μονόδρομος. Χωρίς δε εταίρους στην κεντροδεξιά, ο Βίλντερς δεν έχει πιθανότητα να πλησιάσει εκ νέου την εξουσία.
Στα τέλη Μαΐου, ο Βίλντερς είχε πραγματοποιήσει αιφνιδιαστικά συνέντευξη Τύπου για να δηλώσει ότι η υπομονή του “βρίσκεται στα όριά της”, ενώ είχε απειλήσει ότι θα ρίξει τον κυβερνητικό συνασπισμό, αν δεν εφαρμοστεί “μέσα σε λίγες εβδομάδες το αργότερο” το σχέδιό του για περιορισμό της μετανάστευσης.
Το σχέδιο προέβλεπε κυρίως το κλείσιμο των συνόρων της Ολλανδίας στους αιτούμενους άσυλο, την ανάπτυξη στρατού στα σύνορα και την απέλαση των προσώπων που έχουν διπλή υπηκοότητα και έχουν διαπράξει κάποιο αδίκημα.
Ο ακροδεξιός ηγέτης χαρακτηρίζεται συχνά ως “ο Ολλανδός Τραμπ” εξαιτίας των αντιμεταναστευτικών απόψεών του και της χαρακτηριστικής ξανθιάς κόμης του.
Στις εκλογές του 2023 το κόμμα του κατάφερε να πρωτεύσει με 37 έδρες στο κοινοβούλιο, επί συνόλου 150, και μπόρεσε να γίνει δεκτό σε κυβερνητικό συνασπισμό, χωρίς πάντως να αποσπάσει την πρωθυπουργία.
Αυτή τη στιγμή μπορεί ακόμη να βασίζεται στο κόμμα υπέρ των αγροτών BBB, ενώ το τέταρτο κόμμα του κυβερνητικού συνασπισμού, το Νέο Κοινωνικό Συμβόλαιο, έχει καταρρεύσει στις δημοσκοπήσεις μετά την αποχώρηση του επικεφαλής του Πίτερ Ομτζίχτ.
Σε κάθε περίπτωση, η δυτικοευρωπαϊκή ακροδεξιά γνωρίζει άλλη μία δοκιμασία, μετά την καταδίκη της Μαρίν Λεπέν στην Γαλλία, ενώ η Ολλανδία θα βρεθεί να φιλοξενεί τη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στα τέλη του μηνός υπό υπηρεσιακή κυβέρνηση.