8.8 C
London
Wednesday, January 15, 2025

Στοίχημα για τις τράπεζες η κερδοφορία του 2024

Date:

Related stories

Χρυσοχοΐδης για την τραγωδία στα Χανιά: Θα φέρουμε τους καλύτερους της ΕΛΑΣ στην Κρήτη

«Είναι απόφασή μας να επιβάλουμε τη νομιμότητα και να εξαλείψουμε βήμα- βήμα όλες τις παθογένειες που δεκαετίες τώρα ταλαιπωρούν την κοινωνία του νησιού», υπογράμμισε ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, μιλώντας στον τηλεοπτικό σταθμό ΚΡΗΤΗ TV. Με αφορμή το τραγικό τροχαίο δυστύχημα, όπου τραυματίστηκε θανάσιμα ένας 22χρονος, και την απόφαση του πρωθυπουργού για απομάκρυνση…

Κοζάνη: Γιατρός δήλωσε ανάπηρος για να μειώσει τη διατροφή προς την πρώην σύζυγό του

Μια υπόθεση που έχει προκαλέσει έντονο ενδιαφέρον βρίσκεται...

Της Βάσως Αγγελέτου

Με το βλέμμα στο bottom line έκαναν “ποδαρικό” στο 2024 οι ελληνικές τράπεζες, με το νέο έτος να επιφυλάσσει ένα κρίσιμο στοίχημα: Κατά πόσο θα κατορθώσουν να διατηρήσουν τα κέρδη-ρεκόρ που καταγράφουν την τελευταία διετία, υπερβαίνοντας και τις πλέον αισιόδοξες εκτιμήσεις των αναλυτών.

Το 2023 η καθαρή κερδοφορία των τεσσάρων συστημικών τραπεζών αναμένεται να προσεγγίσει τα 4 δισ. ευρώ, με τους αναλυτές να θεωρούν τα επίπεδα των 3,8 δισ. ευρώ “κλειδωμένα”. Εάν αναλογιστεί δε κανείς ότι το 2022 κατέγραψαν κέρδη μετά φόρων 3,6 δισ. ευρώ έναντι ζημιών 4,8 δισ. ευρώ το 2021, εύκολα αντιλαμβάνεται το ισχυρό momentum που βιώνει ο τραπεζικός κλάδος την τελευταία διετία στη χώρα μας.

Ειδικά για το 2023, οι ενδείξεις για το εννεάμηνο είναι ιδιαιτέρως θετικές. Τα τέσσερα πιστωτικά ιδρύματα κατέγραψαν καθαρά κέρδη ύψους 2,8 δισ. ευρώ.

Στον πυρήνα της κερδοφορίας των ελληνικών τραπεζών βρίσκονται τα έσοδα από τόκους, τα οποία ανήλθαν το διάστημα Ιανουάριος-Σεπτέμβριος 2023 στα 6,1 δισ. ευρώ, έναντι 3,8 δισ. ευρώ το ίδιο διάστημα του 2022, καταγράφοντας αύξηση 59,89%.

Σε επίπεδο τράπεζας, η Εθνική συγκέντρωσε έσοδα από τόκους ύψους 1,640 δισ. ευρώ έναντι 948 εκατ. ευρώ το 2022, η Eurobank 1,6 δισ. ευρώ έναντι 1 δισ. ευρώ, η Πειραιώς 1,5 δισ. ευρώ από 922 εκατ. ευρώ και η Alpha Bank 1,3 δισ. ευρώ από 919 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2022. 

Πολύ μικρότερη είναι, ωστόσο, η εξάρτηση των εγχώριων ιδρυμάτων από τα έσοδα από προμήθειες, καθώς το ίδιο διάστημα ανήλθαν συνολικά σε 1,4 δισ. ευρώ έναντι 1,3 δισ. ευρώ το 2022, καταγράφοντας άνοδο 6,5% σε ετήσια βάση.

Εκτεθειμένες στο επιτοκιακό spread οι τράπεζες

Η έκθεση των ελληνικών τραπεζών στο επιτοκιακό περιθώριο, τη διαφορά (spread) δηλαδή ανάμεσα στα επιτόκια δανεισμού και τα επιτόκια καταθέσεων, αποτυπώνεται ξεκάθαρα στα στοιχεία που δημοσιοποίησε ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός (SSM) της ΕΚΤ για τα εποπτευόμενα ιδρύματα.

Σύμφωνα με τα στοιχεία Σεπτεμβρίου 2023, το 79,25% των λειτουργικών εσόδων των ελληνικών τραπεζών πηγάζει από το επιτοκιακό περιθώριο κέρδους, έναντι 60,56% που είναι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος. Μοναδική χώρα που ξεπερνά την Ελλάδα στον συγκεκριμένο δείκτη είναι η Εσθονία, όπου το εν λόγω ποσοστό διαμορφώνεται στο 82,20%. Σε μεγαλύτερα κράτη της Ευρωζώνης, αντιθέτως, όπως η Γαλλία και η Γερμανία, το ποσοστό των κερδών που προέρχονται από τα επιτόκια διαμορφώνεται σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα, στο 43,46% και 53,90% αντίστοιχα. 

Ο λόγος που οι ελληνικές τράπεζες διαφοροποιούνται σε τόσο μεγάλο βαθμό από τις γαλλικές και γερμανικές είναι οι αποδόσεις που προσφέρουν στους καταθέτες τους, οι οποίες παραμένουν σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα, παρά την άνοδο των επιτοκίων της ΕΚΤ κατά 450 μονάδες βάσης το τελευταίο ενάμισι έτος. Στα επιτόκια δανεισμού, αντιθέτως, οι αυξήσεις μετακυλίστηκαν σε πολύ μεγάλο βαθμό στους δανειολήπτες από τις εγχώριες τράπεζες. Αποτέλεσμα αυτού είναι το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο (NIM) στην Ελλάδα να διαμορφώνεται στο 3,20%, έναντι 0,89% στη Γαλλία και 1,13% στη Γερμανία. 

Διπλή πρόκληση το 2024

Όπως επισημαίνει η Τράπεζα της Ελλάδος στην Ενδιάμεση Νομισματική Έκθεση, μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που αναμένεται να αντιμετωπίσει ο εγχώριος κλάδος το 2024 είναι η αύξηση των ροών καταθέσεων από όψεως ή ταμιευτηρίου σε προθεσμιακές, “ροκανίζοντας” τα επιτοκιακά τους κέρδη.

Πράγματι, η κεντρική τράπεζα διαπιστώνει ότι η μετατόπιση πόρων από τις καταθέσεις μίας ημέρας προς τις καταθέσεις προθεσμίας κατόπιν της αύξησης των επιτοκίων προθεσμίας τούς τελευταίους μήνες είναι “σημαντική”. 

Εκτός από την αύξηση του κόστους καταθέσεων για τις ελληνικές τράπεζες το τρέχον έτος, βασική πρόκληση συνιστά ο χρόνος αποκλιμάκωσης των βασικών επιτοκίων της ΕΚΤ από τα επίπεδα-ρεκόρ του 4%, όπου βρίσκονται σήμερα.

Παρότι οι εκτιμήσεις για τη χρονικότητα της μείωσης των επιτοκίων ποικίλλουν μεταξύ των αρμόδιων άσκησης πολιτικής, η πρώτη μείωση από τη Φρανκφούρτη αναμένεται το αργότερο εντός του τρίτου τριμήνου. 

Χαρακτηριστική είναι η δήλωση της επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, στο Bloomberg στο περιθώριο του Οικονομικού Φόρουμ στο Νταβός, σύμφωνα με την οποία θεωρεί “πιθανή” την αποκλιμάκωση των επιτοκίων εντός του 2024.

Ωστόσο τα “γεράκια” της Φρανκφούρτης κρατούν μικρό καλάθι για την έναρξη αλλά και τον ρυθμό χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής, με τους αναλυτές να τοποθετούν την πρώτη μείωση των επιτοκίων ενδεχομένως και το τέταρτο τρίμηνο του έτους.

Ως εκ τούτου, οι διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών εμφανίζονται καθησυχαστικές ως προς τη διατήρηση των ισχυρών ρυθμών κερδοφορίας και το 2024 − εκτίμηση την οποία συμμερίζεται και η Elizabeth McCaul, μέλος εκτελεστικού συμβουλίου της ΕΚΤ. Όπως δήλωσε σε συνέντευξη που παραχώρησε τις προηγούμενες ημέρες στο Capital.gr, “η κερδοφορία των τραπεζών αναμένεται να συνεχίσει να επωφελείται από την αύξηση των καθαρών εσόδων από τόκους, καθώς οι μεταβολές στα επιτόκια μεταδίδονται με χρονική υστέρηση”.

Ο λόγος είναι ότι, ακόμα και να προχωρήσει η ΕΚΤ στην πρώτη μείωση των επιτοκίων εντός του τρίτου ή τέταρτου τριμήνου του 2024, η μετακύλιση των μειώσεων αυτών στα δάνεια χορήγησης των νέων δανείων δεν θα είναι άμεση − ιδίως εάν περιοριστεί στη ζώνη των 25 ή 50 μονάδων βάσης έως το τέλος του έτους. 

Όπως έχει παραδεχθεί στο “Κ” αρμόδιο στέλεχος συστημικής τράπεζας, τα νέα στεγαστικά δάνεια δεν θα χορηγούνται με μικρότερο επιτόκιο από το σημερινό (ύψους 4,5%-5%) για πολύ καιρό ακόμη, δεδομένου ότι οι τράπεζες απορρόφησαν μεγάλο μέρος της αύξησης της δόσης θυσιάζοντας μέρος της κερδοφορίας τους.

Σημειώνεται, τέλος, ότι μετά την πρωτοβουλία που έλαβαν οι τράπεζες πέρυσι την άνοιξη τα επιτόκια των ενήμερων στεγαστικών δανείων έχουν “παγώσει” στα επίπεδα του Μαρτίου 2023 (2,85% για το Euribor), γεγονός που σημαίνει ότι, μέχρις ότου υποχωρήσει το επιτόκιο της ΕΚΤ σε αυτά τα επίπεδα, δεν πρόκειται να δουν οι τράπεζες επίπτωση στην κερδοφορία τους − κάτι που οπωσδήποτε δεν αναμένεται εντός του τρέχοντος έτους.

Latest stories

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here