Του Νίκου Ρουσάνογλου
Τουλάχιστον 1,18 δισ. ευρώ έχουν επενδυθεί φέτος στην αγορά ακινήτων, μέσω του προγράμματος “Χρυσή Βίζα”, καθώς με βάση τα τελευταία στοιχεία του Υπ. Μετανάστευσης και Ασύλου, έχουν υποβληθεί 4.734 αιτήματα χορήγησης άδειας διαμονής από τις αρχές του έτους και μέχρι το τέλος Ιουλίου. Σύμφωνα με πηγές της αγοράς όμως, εκτιμάται ότι το πραγματικό νούμερο προσεγγίζει, ενδεχομένως και να ξεπερνά το 1,5 δις ευρώ, καθώς δεν αφορούν όλες οι αγορές ακίνητα αξίας 250.000 ευρώ, ιδίως μετά την περσινή αλλαγή του καθεστώτος και την αύξηση του ελάχιστου ύψους επένδυσης σε 500.000 ευρώ, εφόσον το ακίνητο βρίσκεται στο κέντρο της Αθήνας, τα βόρεια και τα νότια προάστια, την Μύκονο και την Σαντορίνη.
Αυτό πάντως, που είναι εμφανές πλέον, είναι ότι το πρόγραμμα “έπιασε ταβάνι”. Είναι χαρακτηριστικό ότι την ίδια περίοδο πέρσι (Ιαν. – Ιούλιος), είχαν υποβληθεί περισσότερες αιτήσεις (4.767), παρότι ο φετινός Ιούλιος, αποδεικνύεται πιο “θερμός” έναντι του αντίστοιχου περσινού, με 666 αιτήσεις έκδοσης άδειας διαμονής, έναντι 565 τον περσινό Ιούλιο, κάτι που μάλλον οφείλεται και στο ότι την 1η Αυγούστου του 2023, ξεκίνησε η εφαρμογή του ορίου των 500.000 ευρώ για το κέντρο της Αθήνας, τα βόρεια και τα νότια προάστια.
Από χθες όμως (1η Σεπτεμβρίου), τα όρια και οι προϋποθέσεις χορήγησης άδειας διαμονής διαφοροποιήθηκαν εκ νέου. Συγκεκριμένα, το ελάχιστο όριο επένδυσης έχει πλέον αυξηθεί κι άλλο και διαμορφώνεται στις 800.000 ευρώ, αυτή τη φορά στο σύνολο της Αττικής, χωρίς εξαιρέσεις, την Θεσσαλονίκη, αλλά και όλα τα νησιά με μόνιμο πληθυσμό άνω των 3.100 κατοίκων. Στην υπόλοιπη χώρα, το ελάχιστο όριο επίσης αυξάνεται από τις 250.000 ευρώ που ήταν μέχρι πρότινος, σε 400.000 ευρώ. Πάντως, οι συνεχείς αλλαγές στο πρόγραμμα προξένησαν αγοραστική “φρενίτιδα”, μιας και οι επενδυτές θέλησαν να προλάβουν τις σχετικές ημερομηνίες. Κάπως έτσι, το 2023 υποβλήθηκαν 8.488 αιτήσεις χορήγησης άδειας διαμονής, αριθμός σχεδόν τετραπλάσιος σε σχέση με το 2019, που ήταν και το πιο “θερμό” επενδυτικά έτος, μέχρι το ξέσπασμα της πανδημίας. Συνολικά, από το 2018 μέχρι σήμερα, έχουν υποβληθεί 27.087 αιτήσεις, εκ των οποίων εκκρεμούν 9.804.
Όσοι λοιπόν δεν πρόλαβαν να κατοχυρώσουν κάποιο ακίνητο (με την μορφή ιδιωτικού συμφωνητικού, ή προσυμφώνου) μέχρι και την 31η Αυγούστου, θα πρέπει να πλέον να αναζητήσουν ακίνητο με τα νέα δεδομένα. Μεταξύ εκείνων που κατοχύρωσαν το σχετικό δικαίωμα, δίνεται χρόνος έως το τέλος του 2024, προκειμένου να προχωρήσουν στην υπογραφή των τελικών συμβολαίων αγοραπωλησίας, ή να αναζητήσουν νέο ακίνητο (εφόσον προκύψει κάποιο ζήτημα, π.χ. τεχνικής φύσης, ή υπαναχώρησης από τον πωλητή), το αργότερο έως την άνοιξη του 2025. Μια ακόμα σημαντική παράμετρος των νέων προϋποθέσεων χορήγησης αδειών διαμονής, είναι ότι πλέον οι επιφάνειες των ακινήτων που θα αγοράζονται θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 120 τ.μ., ενώ απαγορεύεται η αξιοποίηση των ακινήτων που αγοράζονται, μέσω βραχυχρόνιας μίσθωσης, προκειμένου οι νέοι ιδιοκτήτες, να στραφούν υποχρεωτικά σε συμβάσεις μεγαλύτερης διάρκειας.
Επίσης, υπάρχει ακόμα ένα “παράθυρο” για την απόκτηση άδειας διαμονής με το ελάχιστο όριο των 250.000 ευρώ, ανεξάρτητα από την περιοχή, εφόσον το ακίνητο που αποκτηθεί, προέρχεται από αλλαγή χρήσης. Θα μπορεί δηλαδή ένας ξένος επενδυτής να αγοράσει, π.χ. ένα γραφείο, ή μια αποθήκη, αρκεί αυτή να έχει αλλάξει χρήση και να έχει μετατραπεί σε κατοικία, μέχρις ότου υποβληθεί το αίτημα για λήψη άδειας. Το μέτρο αυτό έχει τύχει θετικής αποδοχής από την αγορά, καθώς θα στρέψει κάποιους επενδυτές σε πιο παραγωγικές επενδύσεις, όπως η αξιοποίηση κενών ή απαξιωμένων ακινήτων και ταυτόχρονα δύναται να αυξήσει και το οικιστικό απόθεμα.