Των Ερμιόνης Ραυτοπούλου, Βασίλη Καραλή και Μαρίας Κοντογιάννη*
Η κλιματική κρίση αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες παγκόσμιες προκλήσεις, με επιπτώσεις σε κάθε πτυχή της ανθρώπινης δραστηριότητας – από το φυσικό περιβάλλον και την υγεία, έως την οικονομία και την κοινωνική ευημερία. Οι επιχειρήσεις, ως βασικοί συντελεστές της παγκόσμιας οικονομίας, καλούνται να αναθεωρήσουν τον τρόπο που προσεγγίζουν την εφοδιαστική τους αλυσίδα, προκειμένου να διατηρήσουν ή και να αυξήσουν την πρόσβασή τους στις αγορές.
Μια νέα πραγματικότητα διαμορφώνεται στον επιχειρηματικό κόσμο, καθώς η ζήτηση για διαφάνεια σχετικά με τις βιώσιμες πρακτικές των εταιρειών, ενισχύεται. Σημαντικός καταλύτης αυτής της τάσης είναι η Ευρωπαϊκή Οδηγία CSRD (Corporate Sustainability Reporting Directive), που εισάγει αυστηρότερες και πιο λεπτομερείς απαιτήσεις για την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις βιώσιμες πρακτικές των εταιρειών, δίνοντας έμφαση στη διαφάνεια και στη λογοδοσία. Αυτή η αλλαγή, ανταποκρίνεται και στις νέες προσδοκίες των καταναλωτών, οι οποίοι στρέφονται ολοένα και περισσότερο σε προϊόντα και υπηρεσίες που σέβονται το περιβάλλον και προωθούν την κοινωνική δικαιοσύνη (π.χ., ethical fashion, food ethics, κ.λπ.). Αξιοσημείωτο είναι ότι, παρά τις σημαντικές οικονομικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν λόγω της αύξησης του κόστους ζωής, όπως αποδεικνύει και η τελευταία έκδοση της έρευνας EY Future Consumer Index Ελλάδα, οι καταναλωτές συνεχίζουν να αποδίδουν ιδιαίτερη βαρύτητα σε ηθικές και περιβαλλοντικές πρακτικές, ακόμα κι όταν η προσιτότητα των τιμών αποτελεί τη βασική τους ανησυχία.
Το λιανικό εμπόριο αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της τάσης, “ανεβάζοντας τον πήχη” για τους προμηθευτές, με την εισαγωγή αυστηρών πρότυπων βιωσιμότητας που πρέπει να πληρούν. Παράλληλα, η μακροπρόθεσμη αξία που δημιουργούν τα βιώσιμα επιχειρηματικά μοντέλα, αναγνωρίζεται και από τους επενδυτές, οι οποίοι κατευθύνουν τα κεφάλαιά τους σε εταιρείες που δεν είναι μόνο οικονομικά υγιείς, αλλά και περιβαλλοντικά και κοινωνικά υπεύθυνες.
Με αυτές τις πιεστικές προκλήσεις βρίσκεται αντιμέτωπος και ο αγροδιατροφικός τομέας στην Ελλάδα. Για παράδειγμα, η αύξηση της λειψυδρίας και της ξηρασίας, αποτελώντας άμεσες συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, απειλούν την παραγωγικότητα και τη βιωσιμότητα του τομέα. Την ίδια στιγμή, το ολοένα και πιο ασταθές γεωπολιτικό περιβάλλον και ο πληθωρισμός συμβάλουν στην απορρύθμιση των παραδοσιακών μοντέλων εφοδιαστικής αλυσίδας, απαιτώντας νέες προσεγγίσεις και καινοτόμες λύσεις.
“Οδικός χάρτης” για μια πιο βιώσιμη διαχείριση της εφοδιαστικής αλυσίδας
Η βιώσιμη ανάπτυξη δεν είναι πλέον απλώς μια τάση – αποτελεί κρίσιμος παράγοντας για τη μακροπρόθεσμη επιτυχία των επιχειρήσεων στον αγροδιατροφικό τομέα.
Η ανάγκη για αποτελεσματική διαχείριση των εισροών και των πρώτων υλών, γίνεται πιο επιτακτική από ποτέ, ειδικά εν μέσω των προκλήσεων που θέτουν η κλιματική αλλαγή και οι αυξανόμενες απαιτήσεις για διαφάνεια. Με αυτά τα δεδομένα, ένα αναθεωρημένο πλαίσιο για τη βιώσιμη διαχείριση της εφοδιαστικής αλυσίδας, μπορεί να αποτελέσει ένα ισχυρό εργαλείο που θα βοηθήσει τις επιχειρήσεις να διασφαλίσουν την εταιρική τους αξιοπιστία, προσελκύοντας νέους πελάτες και αποκτώντας πρόσβαση σε σημαντικά χρηματοδοτικά εργαλεία και επενδυτικές ευκαιρίες.
Η EY, αναγνωρίζοντας τους κινδύνους που ελλοχεύουν στην εφοδιαστική αλυσίδα, τονίζει τη σημασία της καλλιέργειας μακροπρόθεσμων σχέσεων κατά μήκος της, οι οποίες ξεπερνούν τις απλές βραχυπρόθεσμες συνεργασίες που βασίζονται μόνο στην εξασφάλιση της καλύτερης δυνατής τιμής. Οι σχέσεις αυτές θα πρέπει να δίνουν έμφαση στη δημιουργία ενός σταθερού πλαισίου συνεργασιών που θα διασφαλίζει την εγγυημένη διαθεσιμότητα και την υψηλή ποιότητα των προϊόντων.
Στο επίκεντρο αυτής της προσπάθειας, βρίσκεται η συμβολαιακή γεωργία, η οποία, όχι μόνο μπορεί να αποφέρει αμοιβαία οφέλη για όλες τις πλευρές, αλλά λειτουργεί και ως ένα ισχυρό εργαλείο για την προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης. Μέσα από την εφαρμογή στοχευμένων πρακτικών και στρατηγικών, η συμβολαιακή γεωργία εξασφαλίζει την ευημερία των αγροτών και την προστασία του περιβάλλοντος, ενώ ταυτόχρονα, ενισχύει την αλυσίδα εφοδιασμού, καθιστώντας την πιο ανθεκτική και έτοιμη να ανταποκριθεί στις σύγχρονες προκλήσεις.
Το πλαίσιο βιώσιμης συμβολαιακής γεωργίας
Η ανάπτυξη ενός αποτελεσματικού πλαισίου συμβολαιακής γεωργίας, που θα προάγει τη βιώσιμη ανάπτυξη και θα μπορεί να εφαρμόζεται από τις επιχειρήσεις για την αξιολόγηση των προμηθευτών, στηρίζεται σε δύο βασικούς άξονες.
Ο πρώτος αφορά την επιλογή των κατάλληλων προτύπων και πιστοποιητικών, προσαρμοσμένων κάθε φορά στις ανάγκες της εκάστοτε αγοράς. Οι πιστοποιήσεις θα πρέπει να είναι ευθυγραμμισμένες με τις πρόσφατες νομικές απαιτήσεις για τη βιώσιμη ανάπτυξη, αλλά και με τις καταναλωτικές τάσεις. Σήμερα, υπάρχει μια πληθώρα πιστοποιητικών ποιότητας και βιωσιμότητας, που συχνά αλληλεπικαλύπτονται. Η μη σωστή επιλογή ή/και η ταυτόχρονη διατήρηση παράλληλων προτύπων από μία γεωργική εκμετάλλευση, μπορεί να αυξήσει την πολυπλοκότητα και το λειτουργικό κόστος και, σε ορισμένες περιπτώσεις, να αποτελέσει εμπόδιο στη σύναψη συμφωνιών. Γι’ αυτό, είναι σημαντικό οι επιχειρήσεις να διαθέτουν την απαραίτητη εμπειρία και τεχνογνωσία, ώστε να είναι ευέλικτες και να καθοδηγούν αποτελεσματικά τους προμηθευτές τους.
Ο δεύτερος βασικός άξονας αφορά τη στρατηγική διαχείριση των προμηθευτών. Η κατηγοριοποίησή τους, με βάση την εμπορική τους σπουδαιότητα, τις δυνατότητες και την ωριμότητά τους, βοηθά τα τμήματα προμηθειών να μετριάσουν τους σχετικούς κινδύνους και να ενδυναμώσουν τις σχέσεις της επιχείρησης με αυτούς. Η διαχείριση των προμηθευτών στο πλαίσιο της βιώσιμης συμβολαιακής γεωργίας, μπορεί να περιλαμβάνει πρωτοβουλίες, ενδεικτικά, όπως η προώθηση της “έξυπνης” γεωργίας (smart agriculture), η διοργάνωση σεμιναριών και εκπαιδεύσεων σε θέματα βιώσιμης διαχείρισης, και συνέργειες μεταξύ διαφορετικών επιχειρήσεων που εφοδιάζονται με καλλιέργειες που μπορούν να εναλλάσσονται (αμειψισπορά), ώστε να διασφαλίζεται η περιβαλλοντική ισορροπία και η βιωσιμότητα των γεωργικών συστημάτων.
Η ΕΥ, με το πλαίσιο βιώσιμης συμβολαιακής γεωργίας που έχει αναπτύξει, βοηθά τις επιχειρήσεις του αγροδιατροφικού τομέα να παραμείνουν ευέλικτες και ανταγωνιστικές, σε μια εποχή όπου η σύνδεση με την αγορά και η περιβαλλοντική και κοινωνική υπευθυνότητα, δεν αποτελούν απλώς πλεονέκτημα, αλλά προαπαιτούμενο για την επιτυχία.
Η υιοθέτηση ενός τέτοιου πλαισίου μπορεί να εξασφαλίσει σημαντικά επιχειρηματικά, περιβαλλοντικά και κοινωνικά οφέλη για τις επιχειρήσεις, όπως η πρόσβαση σε νέες και premium αγορές, η σταθερή διαθεσιμότητα προϊόντων, η υιοθέτηση ασφαλέστερων και πιο βιώσιμων γεωργικών πρακτικών, η υπεύθυνη και κυκλική παραγωγή που προστατεύει τους φυσικούς πόρους και το περιβάλλον, και, τέλος, η ενίσχυση της αφοσίωσης και εμπιστοσύνης των καταναλωτών.
*Η Ερμιόνη Ραυτοπούλου είναι Assistant Manager στο Τμήμα Εφοδιαστικής Αλυσίδας και Διεπιχειρησιακών Λειτουργιών της EY Ελλάδος
**Ο Βασίλης Καραλής είναι Assistant Manager στο Τμήμα Εφοδιαστικής Αλυσίδας και Διεπιχειρησιακών Λειτουργιών της EY Ελλάδος
***Η Μαρία Κοντογιάννη είναι Consultant στο Τμήμα Εφοδιαστικής Αλυσίδας και Διεπιχειρησιακών Λειτουργιών της EY Ελλάδος