Ελαφρώς σουρεαλιστική φαντάζει, σε μία πρώτη ματιά, η εικόνα στη σημερινή Γερμανία: Τα κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού καταρρέουν στις δημοσκοπήσεις, η χώρα καταγράφει μηδενικούς δείκτες ανάπτυξης, η στεγαστική κρίση εντείνεται, οι πολίτες θεωρούν μείζον ζήτημα την παράτυπη μετανάστευση (αν και το 2024 οι αιτήσεις ασύλου έχουν μειωθεί σε σχέση με το 2023), αλλά ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς συνεχίζει απτόητος και αποκλείει κάθε σκέψη για διεξαγωγή πρόωρων εκλογών.
Οι παρορμητικές κινήσεις δεν αποτελούν ίδιον του Σολτς. Μπορεί το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα (SPD) να υποχωρεί στο 15% έναν χρόνο πριν τις εκλογές, αλλά ο καγκελάριος δεν θέλει πρόωρες κάλπες και μάλιστα επιμένει ότι το 2025 θα είναι υποψήφιος με προοπτική νίκης. Το σκεπτικό του είναι απλό: Ήδη κατάφερε μία φορά να οδηγήσει το SPD στη νίκη το 2021, παρότι έναν χρόνο πριν δεν ξεπερνούσε το 15% στις δημοσκοπήσεις, γιατί να μην τα καταφέρει και μία δεύτερη φορά στις επόμενες εκλογές;
Δίνοντας “χρόνο στον χρόνο”
“Πρέπει να δίνουμε χρόνο στον χρόνο” έλεγε ο ευφυής και ενίοτε μακιαβελικός Φρανσουά Μιττεράν. Ο Όλαφ Σολτς φαίνεται ότι ακολουθεί τη συμβουλή του. Αλλά και ο αείμνηστος Χριστιανοδημοκράτης Χέλμουτ Κολ φημιζόταν για την ικανότητά του να αντιμετωπίζει δυσεπίλυτα προβλήματα με την στωϊκή προσέγγιση που οι Γερμανοί αποκαλούν “aussitzen”. Δεν πρόκειται για οκνηρία ή απλή απραξία. Είναι μία απραξία με στρατηγική διάσταση, που δίνει στο πρόβλημα όλον τον χρόνο που χρειάζεται για να λησμονηθεί. Μάλλον ακατάληπτα φαντάζουν αυτά στη γενιά του TikTok, που έχει συνηθίσει σε γρήγορες αντιδράσεις και γρήγορες ατάκες. Αλλά ούτως ή άλλως η γενιά του TikToκ δεν κρίνει τις εκλογές (ακόμη).
Και μπορεί ο Όλαφ Σολτς να μην βιάζεται, αλλά εδώ που τα λέμε δεν υπάρχει και κανείς άλλος που βιάζεται. Οι συγκυβερνώντες Πράσινοι απέχουν παρασάγγας από τις εκλογικές επιτυχίες του 2021 ή των ευρωεκλογών του 2019. Ο πρόεδρος των Φιλελευθέρων (FDP) Κρίστιαν Λίντνερ μάλλον το ξανασκέφτεται μετά το 1% που έλαβε το κόμμα του στη Θουριγγία. Το Κόμμα της Αριστεράς (Die Linke) παραπαίει, ενώ το νέο αριστερό κόμμα της Σάρα Βάγκενκνεχτ δεν έχει εδραιωθεί ακόμη σε όλη τη χώρα. Όσο για τα κόμματα της χριστιανοδημοκρατικής αντιπολίτευσης, μάλλον δεν επείγονται να ανοίξουν από τώρα τη συζήτηση για το ποιος θα διεκδικήσει την καγκελαρία. Με απλά λόγια, αυτοί που έχουν συμφέρον να γίνουν πρόωρες εκλογές είναι σαφώς λιγότεροι από εκείνους που έχουν συμφέρον να μην γίνουν.
Αλλά αυτό ισχύει ceteris paribus, όπως λέει πολύ σοφά η επιστημονική μεθοδολογία, δηλαδή “μόνον εφόσον όλες οι άλλες συνθήκες του πειράματος παραμείνουν σταθερές”. Η καρέκλα του Όλαφ Σολτς θα μπορούσε να κινδυνεύσει μετά από κάποια απρόβλεπτη εξέλιξη. Όπως, για παράδειγμα, μία νέα ύφεση. Ή μία απρόβλεπτη γεωπολιτική εξέλιξη εκτός συνόρων. Ή μία βαριά ήττα στο σοσιαλδημοκρατικό προπύργιο του Βρανδεμβούργου στις 22 Σεπτεμβρίου.