Επιστολή στον πρόεδρο της Βουλής με την οποία ζητά τη διεξαγωγή προς ημερησίας διάταξης συζήτηση για τη φωτιά στην Αττική έστειλε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Νίκος Ανδρουλάκης.
Σημειώνται ότι η συζήτηση μπορεί να πραγματοποιηθεί μετά τις 28 Αυγούστου οπότε αρχίζουν εκ νέου οι εργασίες της Βουλής.
Διαβάστε την επιστολή του Νίκου Ανδρουλάκη
Προς τον Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων κ. Κωνσταντίνο Τασούλα
Θέμα: Διεξαγωγή προ ημερησίας διατάξεως συζήτησης για τις καταστροφικές πυρκαγιές που έπληξαν την Αττική.
Αξιότιμε Κύριε Πρόεδρε,
Για μία ακόμη χρονιά, η χώρα μας βρέθηκε αντιμέτωπη με καταστροφικές πυρκαγιές ακόμα και λίγα χιλιόμετρα από το κέντρο της Αθήνας με τραγικό απολογισμό. Μία γυναίκα έχασε τη ζωή της, δεκάδες χιλιάδες στρέμματα καμένης γης, τεράστια οικολογική καταστροφή, απώλεια περιουσιών για εκατοντάδες συμπολίτες μας.
Οι μεγάλες πυρκαγιές των προηγούμενων ετών, ιδιαίτερα της περσινής χρονιάς, όπου πάνω από 1.747.730 στρέμματα έγιναν στάχτη με τα καταστροφικά τους αποτελέσματα στο φυσικό περιβάλλον της χώρας και τους συμπολίτες μας αποδείχθηκε ότι δεν δίδαξαν τίποτα στην Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Ο κρατικός μηχανισμός αποδείχθηκε και φέτος αδικαιολόγητα ανέτοιμος. Η φωτιά έφτασε μέσα στην Αθήνα, οδηγώντας σε απώλεια ζωής, καταστρέφοντας κατοικίες, επιχειρήσεις και κατακαίοντας έναν από τους εναπομείναντες πνεύμονες πρασίνου της Αττικής, επιβαρύνοντας ακόμα περισσότερο την ποιότητα του αέρα και της ζωής στο κλεινόν άστυ.
Η κλιματική αλλαγή συνεχίζει να αποτελεί το άλλοθι για τις αποτυχίες του «επιτελικού» κράτους της Νέας Δημοκρατίας στο πεδίο της πρόληψης, του συντονισμού και της έγκαιρης αντιμετώπισης των πυρκαγιών. Η καταστροφή όμως του φυσικού πλούτου, οι απώλειες ανθρώπινων ζωών, ο κίνδυνος ερημοποίησης ολόκληρων περιοχών της χώρας όπως είναι η Αττική, και η καταστροφή ιδιωτικών περιουσιών δεν μπορεί να αποτελεί μονόδρομο.
Το ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής έχει παρουσιάσει συγκεκριμένες προτάσεις για την αναδιοργάνωση του συστήματος δασοπυρόσβεσης με νέα ολοκληρωμένα και σύγχρονα σχέδια πολιτικής προστασίας που θα απαντούν στα νέα δεδομένα, τις οποίες η κυβέρνηση αρνείται πεισματικά να αξιολογήσει.
Επιπλέον θα πρέπει να διασφαλίσουμε ότι η στήριξη των πληγέντων συμπολιτών μας, η αποκατάσταση της οικονομικής και κοινωνικής ζωής των περιοχών που επλήγησαν καθώς και η πλήρης αποκατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος θα γίνεται με όρους βιωσιμότητας.