Της Αγγελικής Βελεσιώτη
Ανασταλτικά στην αποτελεσματική διαχείριση του ιδιωτικού χρέους και άρα, στην επιστροφή των δανειοληπτών στην οικονομική κανονικότητα λειτουργούν τα προβλήματα που καταγράφονται, τόσο στην ομαλή υλοποίηση των πλειστηριασμών και τη λειτουργία του Φορέα Ακινήτων, όσο και στην επανένταξη των “θεραπευμένων” δανείων από τους servicers στις τράπεζες. Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), η συνολική αξία των υπό διαχείριση ανοιγμάτων των εταιριών διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις (ΕΔΑΔΠ) διαμορφώθηκε τον περασμένο Ιούνιο σε 86,3 δισ. ευρώ, εκ των οποίων το 81% ή 69,6 δισ. ευρώ αφορά σε ανοίγματα που διαχειρίζονται οι ίδιες για λογαριασμό funds και το υπόλοιπο 19% ή 16,7 δισ. ευρώ αφορά στη διαχείριση ανοιγμάτων για λογαριασμό των τραπεζών. Εξ αυτών το 83% επρόκειτο για “κόκκινα” δάνεια, με τα εξυπηρετούμενα ανοίγματα να αποτελούν το 17%. Και μπορεί οι servicers να έχουν “χτίσει” τα business plans δίνοντας περισσότερο βάρος στις ρυθμίσεις, οι οποίες, μάλιστα, το πρώτο μισό του τρέχοντος έτους έφθασαν τα τρία δισ. ευρώ, εντούτοις σημαντικές είναι και οι ρευστοποιήσεις ενεχύρων. Αυτές, ωστόσο, στην πράξη δεν λειτουργούν.
Ενδεικτικά, από τα μέσα Μαρτίου έως και το τέλος του περασμένου Σεπτεμβρίου είχαν προγραμματιστεί 2.029 πλειστηριασμοί. Εξ αυτών οι 466 είτε ακυρώθηκαν είτε ανεστάλησαν, ενώ από τους 1.563 που διενεργήθηκαν μόλις οι 293 ήταν επιτυχημένοι και οι υπόλοιποι 1.254 άγονοι. Από τους επιτυχημένους, τα 143 ακίνητα περιήλθαν στους servicers ή τις τράπεζες, ενώ 150 κατέληξαν σε τρίτο ιδιοκτήτη. Για το τελευταίο τρίμηνο του 2024 δε, εκτιμάται ότι μπορούν να πλειστηριαστούν 1.189 ιδιοκτησίες, εκ των οποίων οι 515 έχουν ήδη προγραμματιστεί. Απαραίτητη προϋπόθεση, ωστόσο, είναι αφενός, να εκλείψουν οι καθυστερήσεις που καταγράφονται στην υλοποίηση των δικαστικών ενεργειών και αποφάσεων και αφετέρου, να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός στη διαδικασία του πλειστηριασμού.
Ειδικότερα, ένα θέμα που απασχολεί τους servicers είναι η δυνατότητα που έχουν οι οφειλέτες να προχωρούν σε ανακοπή στο… και ένα των πλειστηριασμών και δη, για λόγους που δεν δύναται να τυγχάνουν αμφισβήτησης (λ.χ. άρνηση της ύπαρξης των απαιτήσεων ή το market value), καθώς αυτή μπορεί να εκδικαστεί και η δικαστική απόφαση να εκδοθεί ακόμα και έξι χρόνια μετά την άσκηση της ανακοπής. Στο πλαίσιο αυτό, ζητούν από την κυβέρνηση την επιτάχυνση της εκδίκασης, μέσω ειδικής πλατφόρμας και την καθιέρωση ανεκκλήτου των αποφάσεων του πρώτου βαθμού, συνδυαστικά με τον περιορισμό των λόγων ανακοπής σε προχωρημένα στάδια της εκτελεστικής διαδικασίας.
Όσον αφορά στον ανταγωνισμό που, σύμφωνα με τους servicers υπονομεύεται από την ελλιπή πληροφόρηση γύρω από το ακίνητο, η κυβέρνηση δρομολογεί τον ηλεκτρονικό φάκελο, στον οποίο θα περιλαμβάνονται όλοι οι τίτλοι, τα σχεδιαγράμματα και τα τοπογραφικά του ακινήτου, επιτρέποντας στους υποψήφιους επενδυτές να “δουν” το ακίνητο. Υπενθυμίζεται ότι προσφάτως αντιμετωπίστηκαν ζητήματα, όπως οι πλασματικές μισθώσεις, αλλά και οι απλήρωτοι λογαριασμοί από ΔΕΚΟ που πλέον δεν θα επιβαρύνουν τον υπερθεματιστή, ενώ σε δεύτερο χρόνο η κυβέρνηση προστίθεται να φέρει αλλαγές και στο σκέλος των ανακοπών, με τη νομική ομάδα του υπουργείου Δικαιοσύνης να ασχολείται ήδη με το θέμα.
Φορέας Ακινήτων
Για αρχές Νοεμβρίου δρομολογείται η πρόσκληση του διαγωνισμού για την υποβολή δεσμευτικών προσφορών για το Φορέα Απόκτησης και Επαναμίσθωσης Ακινήτων, με το ενδιαφέρον των επενδυτών να φαντάζει… χλιαρό, γεγονός που αναγκάζει την κυβέρνηση να αναζητήσει τρόπους αναθέρμανσής του.
Εξ αρχής το ζήτημα του Φορέα “κολλούσε” στο γεγονός ότι η κυβέρνηση προέκρινε την ιδιωτικοποίηση της επίμαχης λειτουργίας, αποκλείοντας την όποια στήριξη με κρατικά χρήματα. Αυτό, ωστόσο, υπήρξε ένα από τα πάγια αιτήματα των επενδυτών, επικαλούμενοι το μοντέλο της Κύπρου. Ο λόγος για το σχέδιο “Ενοίκιο έναντι Δόσης”, για το οποίο, όμως, υπάρχει πρόβλεψη κάθε έτος στον κρατικό προϋπολογισμό για το συνολικό ποσό της κρατικής χορηγίας που πρέπει να καταβληθεί.
Προκειμένου, λοιπόν, το εγχείρημα να καταστεί πιο ελκυστικό στους επενδυτές η κυβέρνηση φέρεται να εξετάζει το ενδεχόμενο εμπλοκής των τραπεζών. Να συμμετάσχουν εκείνες, δηλαδή, στο μετοχικό κεφάλαιο του Φορέα από κοινού με τα funds, αποκομίζοντας οφέλη, τόσο άμεσα από την επένδυση, όσο και έμμεσα, αφού δίνεται λύση σε ένα πρόβλημα που έχει και κοινωνικό πρόσημο. Αν και προς ώρας οι συζητήσεις είναι σε αρχικό στάδιο, εντούτοις το τοπίο θα πρέπει να ξεκαθαρίσει σύντομα εν όψει και της υποβολής των δεσμευτικών προσφορών.
“Θεραπευμένα” δάνεια
Σύσταση προς τους servicers να αναζητήσουν άλλους τρόπους επιστροφής των “θεραπευμένων” δανείων στις τράπεζες απευθύνει η ΤτΕ στην πρόσφατη Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
Ειδικότερα, όπως επισημαίνει, “οι servicers καλούνται να διερευνήσουν εναλλακτικούς τρόπους επιστροφής των εξυπηρετούμενων δανείων στους ισολογισμούς των τραπεζών τα οποία θα πληρούν, τόσο τα κριτήρια της ΕΑΤ, όσο και τα τρέχοντα πιστοδοτικά κριτήρια των τραπεζών. Η αποτελεσματική διαχείριση του ιδιωτικού χρέους θα συμβάλλει στην επιστροφή μέρους των υπό διαχείριση δανείων στους ισολογισμούς των τραπεζών εξυγιασμένα και ικανά να επανενταχθούν στο τραπεζικό σύστημα”.
Πηγές της αγοράς, πάντως, εκτιμούν πως η επίμαχη αγορά δεν προβλέπεται να ανοίξει νωρίτερα από μία διετία, δεδομένου ότι οι servicers δεν διαθέτουν ακόμη έναν ικανό αριθμό δανείων που να πληρούν τα κριτήρια της EBA. Η τριετία συνεπών καταβολών, χωρίς καμία καθυστέρηση μεγαλύτερη των τριών μηνών, όπως, άλλωστε και η μη εξαγορά από την ίδια τράπεζα των δανείων που η ίδια μεταβίβασε τα προηγούμενα χρόνια, είναι εκ των βασικών κριτηρίων που έχει θέσει προκειμένου να δώσει το “πράσινο φως”.
Προς ώρας, πάντως, αυτές οι συναλλαγές αφορούν στις μη συστημικές τράπεζες. Ενδεικτικά, η Optima Bank ήρθε σε συμφωνία με τo fund SMERC (SMERemediumCap) του Νίκου Καραμούζη για την εξαγορά μέρους του χαρτοφυλακίου Tethys. Το συγκεκριμένο ενήμερο χαρτοφυλάκιο που απέκτησε η τράπεζα αφορούσε σε τέσσερις ξενοδοχειακές μονάδες σε Κρήτη, Σαντορίνη και Κω, συνολικού ύψους 10 εκατ. ευρώ. Την ίδια στιγμή, σε Attica Bank και Παγκρήτια Τράπεζα κατέληξαν ενήμερα δάνεια, ύψους 50 εκατ. ευρώ που διαχειριζόταν η doValue. Πιο αναλυτικά, στην πρώτη μεταβιβάστηκε το δάνειο, ύψους 12 εκατ. ευρώ, της ΣΙΔΜΑ Μεταλλουργική και στη δεύτερη τα δάνεια της Alumil, ύψους 40 εκατ. ευρώ.