Ο Τομά Μπιντεγκέν, οι “Ναυαγοί” και ένα σαρωτικό θρίλερ επιβίωσης
Οι Ζιλ Λελούς και Μελανί Τιερί αναζητούν τη σωτηρία στη νέα ταινία του πολυβραβευμένου Γάλλου δημιουργού, ο οποίος μιλάει για το περιπετειώδες φιλμ του.
Ένας από τους πιο επιτυχημένους Γάλλους σεναριογράφους (“Ο Προφήτης” του Ζακ Οντιάρ) αλλά και με ένα σπουδαίο φιλμ στο όνομά του ως σκηνοθέτη (“Les Cowboys”), ο Τομά Μπιντεγκέν δοκιμάζεται τώρα σε ένα καταιγιστικό θρίλερ επιβίωσης. Τους “Ναυαγούς” με τους Ζιλ Λελούς και Μελανί Τιερί στον ρόλο ενός ζευγαριού το οποίο, ύστερα από ένα τραγικό λάθος, μένει αβοήθητο σε ένα απομονωμένο νησί. Όσα ακολουθούν θα δοκιμάσουν τις φυσικές αντοχές τους αλλά και την ίδια τη σχέση τους. Περισσότερα σχετικά μάς εκμυστηρεύεται ο ίδιος ο Τομά Μπιντεγκέν.
Το πρώτο πράγμα που μου έκανε εντύπωση είναι ο τρόπος που απεικονίζετε το νησί, σαν έναν μακρινό εξωγήινο πλανήτη. Φαντάζομαι πως θέλατε να υπάρχει μια έντονη αίσθηση αφιλόξενου και άγνωστου, σωστά;
Απολύτως. Ήθελα μάλιστα το νησί να μοιάζει με ανοιχτό σαγόνι που ετοιμάζεται να τους κατασπαράξει, ένα μέρος απειλητικό και εντυπωσιακό ταυτόχρονα. Έπειτα αντιλαμβάνεστε πως μια τοποθεσία που δεν επισκέπτεται κάποιος τουριστικά, αλλά στην οποία κυριολεκτικά ναυαγεί, δεν θα μπορούσε να αποτελεί κάτι το ειδυλλιακό. (γέλια)
Σκεφτόμουν πως είχα καιρό να δω ένα μοντέρνο θρίλερ επιβίωσης σε απομονωμένο νησί. Σαν να είχαμε ξεχάσει πως υπήρχε αυτό το είδος ταινιών.
Ξέρετε, κάθε φορά που ξεκινάς να γράφεις ένα σενάριο αναρωτιέσαι “τι θέλω να πω για τον κόσμο;”. Έτσι σκέφτηκα ότι η έννοια της επιβίωσης αποτελεί ένα καλό μέσο για να εξετάσω την κατάσταση των πραγμάτων σήμερα. Τελευταία ερχόμαστε όλο και περισσότερο αντιμέτωποι με την έννοια του τέλους, της ολικής καταστροφής του κόσμου όπως τον γνωρίζουμε. Παράλληλα, συντελείται μια αργοπορημένη μεταβολή στις δυναμικές μεταξύ ανδρών και γυναικών, προσδοκώντας μια δικαιότερη ισορροπία μεταξύ τους. Ένα θρίλερ επιβίωσης λοιπόν φάνηκε ως το ιδανικό είδος για να εμβαθύνω στις θεματικές που με απασχολούσαν.
Βέβαια, είχατε ως σημείο αναφοράς και το βιβλίο της Ιζαμπέλ Οτισιέ.
Φυσικά. Στην πραγματικότητα όμως το τελικό αποτέλεσμα βασίζεται περίπου στο μισό μυθιστόρημα. Χρειάστηκε να γίνουν αρκετές αλλαγές συγκριτικά με το πρωτότυπο, γιατί μεταξύ άλλων η Οτισιέ αφιερώθηκε πολύ στον εσωτερικό μονόλογο της ηρωίδας, κάτι που μεταφέρεται δύσκολα στο σινεμά. Παρ’ όλα αυτά, είναι ένα από τα στοιχεία που μου αρέσουν πολύ στο βιβλίο, όπως επίσης η ευθύτητα, η απλότητα και ο μινιμαλισμός της αφήγησης.
Έχετε το ελεύθερο να γελάσετε αν θέλετε, αλλά βλέποντας την ταινία ένιωσα πως δεν θα άντεχα ούτε μισή μέρα εκεί. Πιστεύω πως πολλοί άνθρωποι της γενιάς μου δεν έχουμε ιδέα πώς να φτιάξουμε ένα καταφύγιο, να κάνουμε γενικώς χειρωνακτικές εργασίες.
(Γέλια) Ίσως από την άλλη για να σας παρηγορήσω θα πω ότι συχνά πρέπει να βρισκόμαστε σε τέτοιες καταστάσεις ώστε να αναδεικνύονται τα εφόδια που υπάρχουν κρυμμένα μέσα μας. Βρήκα πολύ ενδιαφέρον το πώς αυτοί οι ήρωες δεν γνωρίζουν απαραίτητα πώς να φτιάχνουν πράγματα, αλλά επινοούν τρόπους για να τα επανεφεύρουν. Στα απομεινάρια του κόσμου δημιουργούν τα πάντα από την αρχή.
Εντωμεταξύ, εκ των υστέρων η αιτία για την οποία καταλήγουν σε αυτό το μέρος αποδεικνύεται αρκετά αστεία. Είναι μια διαφωνία που ξεκινά από καπρίτσιο, κάτι που πιστεύω ότι πολλοί θεατές θα βρουν οικείο.
Πραγματικά! Το ζευγάρι εξάλλου βρίσκεται σε μια διαρκή διαμάχη, σε μια τριβή η οποία πρέπει να συμβεί και να εξομαλυνθεί προτού βρεθεί μια ισορροπία, μια συναισθηματική σταθερότητα. Γενικά διατήρησα ψήγματα ρουτίνας σε όσα τους συμβαίνουν για να παραμείνουν ανθρώπινοι, παρόλο που βρίσκονται κυριολεκτικά στη μέση του πουθενά. Εδώ που τα λέμε είναι αρκετά κανονικοί, δεν έχουν κάποια υπερδύναμη ούτε διακατέχονται από κάποια σπάνια νοημοσύνη. Είναι καθημερινοί άνθρωποι, όπως και εμείς.
Πώς βιώσατε τα γυρίσματα, τα οποία είμαι σίγουρος πως αποδείχθηκαν ιδιαίτερα απαιτητικά;
Ναι, αλλά είχε πλάκα! Δεν έχετε ιδέα πόσο απολαυστικό είναι για έναν σκηνοθέτη να σκαρφίζεται μια ιστορία και να την υλοποιεί έχοντας μόνο δύο ηθοποιούς να κατευθύνει. Ακόμη και ως σινεφίλ έχω ιδιαίτερη αδυναμία στις ταινίες που φτιάχνονται με λίγα ή τα πιο απλά υλικά. Εν προκειμένω, είχα την τύχη να δουλέψω με δύο εξαίσιους ηθοποιούς που ανυπομονούσαν να πάρουν μέρος στην παραγωγή. Δεν ήταν όλα ρόδινα βέβαια. Για τις ανάγκες των γυρισμάτων ταξιδέψαμε στη νότια Ισλανδία, όπου συχνά οι συνθήκες ήταν αντίξοες, το χιόνι μετατρεπόταν σε βροχή και φύσαγε ανελέητα. Ό,τι και να φορούσαμε, το διαπερνούσε και τουρτουρίζαμε. Νιώθαμε πως μας έδιωχνε ο τόπος. Ακόμη και έτσι όμως αναπολώ εκείνη την περίοδο γιατί εξαρχής ήθελα να γυρίσω την ταινία κάπου όπου η φύση θα προκαλούσε δέος, οπότε γνώριζα πως το τίμημα θα ήταν ανάλογο.
Παραδόξως ωστόσο δεν σκηνοθετείτε πολύ συχνά.
Όντως, αλλά μάλλον θα φταίει πως μου αρέσει όσο τίποτε να γράφω σενάρια και να συνεργάζομαι με άλλους σκηνοθέτες. Εκείνες τις στιγμές νιώθω πως κάνω την καλύτερη δουλειά του κόσμου. Ακόμη και αν ενίοτε οι κακοί σκηνοθέτες τη μετατρέπουν σε μια πραγματικά επίπονη διαδικασία (γέλια). Τις φορές όμως που νιώθω πως μια ιστορία είναι “δική μου” για να την πω, τότε θα κάτσω να τη σκηνοθετήσω.
Διαβάστε ακόμα
Τελευταία άρθρα Σινεμά
Εγώ, ο Απαισιότατος 4
Οι χαριτωμενιές των χαρακτήρων, με τα Μίνιονς να κλέβουν εύκολα την παράσταση, δίνουν περιστασιακό ενδιαφέρον σε μια αδύναμη πλοκή, η οποία δεν έχει ιδέες ανανέωσης του franchise.
ΓΡΑΦΕΙ: ΧΡΗΣΤΟς ΜΗΤΣΗς