Όταν ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι συναντήθηκε με τους Ευρωπαίους ηγέτες για δείπνο στις Βρυξέλλες την Τετάρτη, η σκιά του εκλεγμένου προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ αιωρείτο πάνω από τη συνάντηση. Ωστόσο, δεν είναι μόνο η επιστροφή του Ντ. Τραμπ στον Λευκό Οίκο που έχει περιπλέξει την ευρωπαϊκή αντίδραση στον πόλεμο της Ουκρανίας, σημειώνουν σε ανάλυσή τους οι New York Times.
Είναι και η πολιτική αναστάτωση σε όλη την ήπειρο – ένα κύμα αστάθειας που στερεί από την Ευρώπη ισχυρή ηγεσία σε μια στιγμή που ο Τραμπ αμφισβητεί τη βαθιά υποστήριξή της προς την Ουκρανία και την αντίστασή της στη ρωσική επιθετικότητα.
Από τη Γερμανία, όπου η κυβέρνηση του καγκελάριου Όλαφ Σολτς μόλις κατέρρευσε, μέχρι τη Γαλλία, όπου ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν έχει αποδυναμωθεί σημαντικά από εσωτερικές πολιτικές αναταραχές, οι μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης βρίσκονται σε θέση άμυνας.
“Δεν είμαστε καλά εξοπλισμένοι, αυτό είναι σίγουρο”, δήλωσε ο Βόλφγκανγκ Ίσινγκερ, ο οποίος υπηρέτησε ως πρέσβης της Γερμανίας στις Ηνωμένες Πολιτείες κατά τη διάρκεια του Πολέμου του Ιράκ. “Είναι μια εξαιρετικά κακή στιγμή για τη χώρα μου, να βρίσκεται εν μέσω προεκλογικής εκστρατείας με έναν μάλλον πολωτικό πολιτικό διάλογο”.
Ο Β. Ίσινγκερ, ο οποίος προήδρευσε της Διάσκεψης Ασφαλείας του Μονάχου μέχρι το 2022, εξέφρασε αισιοδοξία ότι η Γερμανία θα καταφέρει να σχηματίσει μια νέα κυβέρνηση, πιθανώς υπό την ηγεσία του κεντροδεξιού υποψηφίου καγκελάριου Φρίντριχ Μερτς, η οποία θα μπορούσε να συνεργαστεί εποικοδομητικά με τη νέα κυβέρνηση Τραμπ.
Ο Εμανουέλ Μακρόν, παρά τις εσωτερικές του δυσκολίες, φαίνεται αποφασισμένος να διαδραματίσει ενεργό ρόλο στη διαμόρφωση της ευρωπαϊκής αντίδρασης στον πόλεμο. Πρόσφατα πρότεινε την αποστολή μιας ευρωπαϊκής ειρηνευτικής δύναμης στην Ουκρανία, αν και η πρόταση αυτή δεν βρήκε άμεση υποστήριξη από άλλους Ευρωπαίους αξιωματούχους.
Ωστόσο, σημειώνουν οι New York Times, ο ίδιος και άλλοι ηγέτες είναι απορροφημένοι από άλλα ζητήματα, όπως οικονομικά προβλήματα και την άνοδο ακροδεξιών λαϊκιστικών κομμάτων. Για τον λόγο αυτό, είναι απροετοίμαστοι να ανταποκριθούν συντονισμένα σε ενδεχομένως πολιτικά δυσάρεστες προτάσεις του Τραμπ για τον τερματισμό του πολέμου.
“Πολιτικό θέατρο”
“Μια ζώνη ασφαλείας άνω των 1.000 χιλιομέτρων μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας δεν πρόκειται να γίνει πράξη”, δήλωσε ο Τζέρεμι Σαπίρο, διευθυντής ερευνών του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων, think tank με έδρα το Βερολίνο. “Η Ευρώπη δεν θα μπορούσε να το κάνει αυτό χωρίς την υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών. Ωστόσο, είναι μια πολύ καλή δόση πολιτικού θεάτρου”.
Το πολιτικό θέατρο είναι, φυσικά, μία από τις ειδικότητες του Ντ. Τραμπ, και είναι πιθανό εκείνος να προτείνει και άλλες ιδέες για τον τερματισμό της σύγκρουσης μόλις αναλάβει καθήκοντα αρχηγού του αμερικανικού κράτους. Η πρόκληση, σύμφωνα με τον κ. Σαπίρο, είναι οι Ευρωπαίοι ηγέτες να μην διχαστούν από τον Τραμπ, αλλά να διασφαλίσουν ότι η Ευρώπη θα έχει θέση σε οποιαδήποτε διπλωματική διαπραγμάτευση που περιλαμβάνει τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ουκρανία και τη Ρωσία.
Αυτό είναι πιο εύκολο να ειπωθεί παρά να γίνει, δεδομένων των πολιτικών αναταράξεων στο εσωτερικό των ευρωπαϊκών χωρών. Η Γερμανία είναι βυθισμένη σε έντονες συζητήσεις για την οικονομία, καθώς το εξαγωγικό της μοντέλο βρίσκεται σε κίνδυνο λόγω των δασμών με τους οποίους απειλεί ο Ντ. Τραμπ. Η Γαλλία έχει περιέλθει σε παράλυση από τότε που ο Ε. Μακρόν προκήρυξε πρόωρες βουλευτικές εκλογές το περασμένο καλοκαίρι. Ένας πρωθυπουργός, ο Μισέλ Μπαρνιέ, αποχώρησε, και ο νέος αντικαταστάτης του, Φρανσουά Μπαϊρού, ήδη συγκρούεται με τον Μακρόν.
Ακόμη και στη Βρετανία, όπου οι ψηφοφόροι εξέλεξαν μια κυβέρνηση των Εργατικών με μεγάλη πλειοψηφία τον Ιούλιο υπάρχουν σοβαρά θέματα. Η χώρα είναι βυθισμένη σε οικονομικά προβλήματα, την ώρα που το αντι-μεταναστευτικό, λαϊκιστικό δεξιό κόμμα Reform UK του Νάιτζελ Φάρατζ, έχει δεσμούς με τον Τραμπ.
Ο Βρετανός πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ έχει εκφράσει την επιθυμία να φέρει τη Βρετανία πιο κοντά στην υπόλοιπη Ευρώπη, ωστόσο το Brexit περιορίζει οποιονδήποτε Βρετανό ηγέτη από το να αναλάβει τον ρόλο του κραταιού ηγέτη της ηπείρου, όπως έκανε ο προκάτοχός του από το Εργατικό Κόμμα, Τόνι Μπλερ, στα τέλη της δεκαετίας του 1990.
Αυτό αφήνει την Ιταλία και την Πολωνία ως κάπως απροσδόκητους εκπροσώπους της Ευρώπης. Η συντηρητική δεξιά πρωθυπουργός της Ιταλίας, Τζόρτζια Μελόνι, έχει αποκτήσει επιρροή, καθώς οι διπλωμάτες πιστεύουν ότι μπορεί να χτίσει γέφυρες με τον Τραμπ. Ο πρωθυπουργός της Πολωνίας, Ντόναλντ Τουσκ, έμπειρος πολιτικός, θα αναλάβει ορατό ρόλο όταν η Πολωνία αναλάβει την προεδρία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης το επόμενο έτος.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το εκτελεστικό όργανο της Ε.Ε., επιθυμεί να παίξει ενεργό ρόλο υπό την ηγεσία της προέδρου της, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Ωστόσο, η έλλειψη ισχυρών ηγετών στις πρωτεύουσες της Ευρώπης θα “ενισχύσει σίγουρα τη μειωτική, περιφρονητική στάση του Τραμπ απέναντι στην Ε.Ε., την οποία θυμόμαστε από την πρώτη θητεία του”, δήλωσε ο Πίτερ Ρίκετς, πρώην Βρετανός σύμβουλος εθνικής ασφάλειας.
Ο Ζεράρ Αρό, που ήταν πρέσβης της Γαλλίας στην Ουάσινγκτον κατά την πρώτη θητεία του Τραμπ, ανέφερε: “Οι τρεις κύριες ευρωπαϊκές χώρες δεν ήταν ποτέ τόσο αδύναμες. Και η Ιταλία και η Πολωνία, που δεν έχουν τίποτα κοινό, δεν θα πάρουν το τιμόνι, όποιες κι αν είναι οι φιλοδοξίες τους”.
Ο κ. Αρό, που συμμετείχε στην άκαρπη προσπάθεια των Ευρωπαίων να πείσουν τον Τραμπ να μην αποχωρήσει από τη συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν το 2018, δήλωσε ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες ανακυκλώνουν την ίδια στρατηγική που χρησιμοποίησαν κατά την πρώτη του θητεία, προσπαθώντας να κολακέψουν και να προσεγγίσουν τον εκλεγμένο πρόεδρο για να εξασφαλίσουν τις δικές τους συμφωνίες.
Ο Μακρόν έβαλε τον Τραμπ στην πρώτη σειρά κατά την πρόσφατη επανέναρξη λειτουργίας του Καθεδρικού της Νοτρ Νταμ. Ο Σολτς δήλωσε ότι θα ήθελε να συναντηθεί μαζί του πριν αποχωρήσει από το αξίωμα, κάτι που ορισμένοι στη Γερμανία ερμηνεύουν ως προσπάθεια να εξασφαλίσει πρόσκληση για την ορκωμοσία του. Οι συνεργάτες του Στάρμερ αναφέρουν ένα δείπνο που αυτός και ο υπουργός Εξωτερικών του, Ντέιβιντ Λάμι, είχαν με τον Τραμπ τον Σεπτέμβριο.
Στάρμερ και Τραμπ μίλησαν ξανά την Τετάρτη, σύμφωνα με την Ντάουνινγκ Στριτ, η οποία σε ανακοίνωσή της ανέφερε ότι ο πρωθυπουργός “επανέλαβε την ανάγκη οι σύμμαχοι να σταθούν ενωμένοι με την Ουκρανία απέναντι στη ρωσική επιθετικότητα”.
Το αν αυτό θα συμβεί εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον Τραμπ. “Ή θα εκμεταλλευτεί αυτές τις αδυναμίες και τις διαιρέσεις”, δήλωσε ο κ. Αρό, “ή θα αναγκάσει τις ευρωπαϊκές χώρες να ενωθούν”.
Ο ρόλος της Γερμανίας
Μετά από σχεδόν τρία χρόνια εξαντλητικού πολέμου, ωστόσο, η πολιτική για την Ουκρανία αλλάζει και στην Ευρώπη, με τρόπους που θα μπορούσαν να μειώσουν την απόσταση με τον Τραμπ. Ενώ ο Μερτς και ο Σολτς υπόσχονται και οι δύο να διατηρήσουν τη στρατιωτική υποστήριξη προς την Ουκρανία, αν εκλεγούν, δεσμεύονται επίσης σε ένα ολοένα και πιο ανήσυχο γερμανικό κοινό ότι θα πιέσουν για την επίλυση της σύγκρουσης.
“Μας ενώνει η απόλυτη θέληση να κάνουμε ό,τι είναι δυνατό για να τελειώσει αυτός ο πόλεμος στην Ουκρανία όσο το δυνατόν γρηγορότερα”, δήλωσε ο Μερτς τη Δευτέρα, κατά τη διάρκεια κοινοβουλευτικής συζήτησης πριν από τη διάλυση της κυβέρνησης.
Σε αντίθεση με το 2016, όταν η Άνγκελα Μέρκελ, τότε καγκελάριος, ξεκίνησε έχοντας ψυχρές σχέσεις με τον Τραμπ σχετικά με το εμπόριο και τις στρατιωτικές δαπάνες, η κεντροδεξιά Χριστιανοδημοκρατική Ένωση του Μερτς έχει προσπαθήσει να προσεγγίσει άτομα από τον κύκλο του Αμερικανού προέδρου. Το χριστιανοδημοκρατικό κόμμα έστειλε ακόμη και εκπρόσωπο, τον Γενς Σπαν, στο Εθνικό Συνέδριο των Ρεπουμπλικανών.
Ο ρόλος της Γερμανίας στη δυτική συμμαχία για την Ουκρανία είναι τόσο κεντρικός, που Αμερικανοί διπλωμάτες λένε ότι οποιοδήποτε σχέδιο του Τραμπ για τον τερματισμό του πολέμου πρέπει να την περιλαμβάνει. Ωστόσο, οι εκλογές, που αναμένονται στις 23 Φεβρουαρίου, και οι διαπραγματεύσεις για σχηματισμό συνασπισμού που θα ακολουθήσουν, υποδηλώνουν ότι η κατεύθυνση της Γερμανίας μπορεί να μην είναι σαφής μέχρι τον Απρίλιο ή τον Μάιο.
“Αυτό είναι ένα κρίσιμο σημείο”, δήλωσε η Έιμι Γκάτμαν, η οποία υπηρέτησε ως πρέσβειρα των Ηνωμένων Πολιτειών στη Γερμανία από το 2022 έως τις αρχές του τρέχοντος έτους.
“Συνδυάζεται με το γεγονός ότι η Γερμανία είναι πιο ισχυρή από ποτέ και πιο σημαντική από ποτέ ως υποστηρικτής της Ουκρανίας”, πρόσθεσε. “Είναι επίσης πιο σημαντική από ποτέ λόγω των οικονομικών προβλημάτων που πλήττουν την Ευρώπη, με τη Γερμανία να βρίσκεται στο επίκεντρό τους”.
Ορισμένοι αναλυτές, ωστόσο, υποστηρίζουν ότι η εστίαση στους κλυδωνιζόμενες ηγεσίες της Ευρώπης αποσπά την προσοχή από ένα βαθύτερο διαρθρωτικό πρόβλημα που ανέδειξε ο Τραμπ: τη συνεχιζόμενη στρατηγική εξάρτηση της Ευρώπης από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Απλώς, όπως εξηγούν, με το να υπαινιχθεί ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν δεσμεύονται να συνεχίσουν την υποστήριξη του απερχόμενου προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν προς την Ουκρανία, ο Τραμπ έχει προκαλέσει αναστάτωση στην Ευρώπη, καταλήγουν οι NYT.