Του Νίκου Ρουσάνογλου
Ξεκάθαρη είναι η τάση της μείωσης της δομήσιμης επιφάνειας, αλλά και του όγκου στις νέες οικοδομικές άδειες που έχουν εκδοθεί το τρίμηνο Μαΐου – Ιουλίου, με βάση τα σχετικά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ. Από τα σχετικά στοιχεία που φέρνει σήμερα στην δημοσιότητα το “Capital.gr”, μετά την απόφαση του ΣτΕ κι εν όψει και της τελικής κρίσης του ζητήματος από την Ολομέλεια, όσοι κατασκευαστές συνέχισαν να δραστηριοποιούνται στην αγορά της Αττικής, επέλεξαν να μην κάνουν χρήση των ευεργετικών διατάξεων του ΝΟΚ, προφανώς για να αποφύγουν “περιπέτειες” στο μέλλον, είτε από την ίδια την δημοτική αρχή που χορήγησε την άδεια, είτε από άλλους πολίτες, που προβαίνουν σε σχετικές καταγγελίες. Άλλωστε, σε αρκετές περιπτώσεις, οι δήμοι προχωρούν και σε προσφυγές για άδειες που έχουν ήδη εκδοθεί, ζητώντας είτε την αναστολή, είτε την ακύρωσή τους, όπως έπραξε πρόσφατα ο Δήμος της Κηφισιάς, για συγκρότημα κατοικιών που σχεδιαζόταν στο κέντρο της πόλης.
Στο πλαίσιο αυτό, απομονώνοντας κανείς τις νέες οικοδομές στην Αττική και χωρίς να λαμβάνονται υπόψη προσθήκες, ή ανακατασκευές, προκύπτει ότι τον φετινό Ιούλιο, η επιφάνεια ήταν κατά 33% μικρότερη ανά άδεια σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2023. Αντίστοιχα, ο όγκος ήταν μικρότερος κατά 14,3% ανά άδεια, συγκριτικά με πέρσι. Ακόμα πιο χαρακτηριστική εικόνα καταγράφεται τον Ιούνιο, όταν η πτώση της επιφάνειας ανά άδεια σε σχέση με πέρσι, αγγίζει το 52,7%, από 4.165 τ.μ. για κάθε άδεια το 2023, σε μόλις 1.967 τ.μ. ανά άδεια φέτος. Αντίστοιχα, μείωση κατά 32,3% σημείωσε και ο όγκος ανά άδεια.
Η σύγκριση ανά άδεια προσφέρει σαφώς ασφαλέστερο συμπέρασμα, καθώς αποτυπώνεται με πιο ξεκάθαρο τρόπο η μείωση των επιφανειών και του όγκου των νέων οικοδομών, δείγμα της αλλαγής στάσης των κατασκευαστών. Το γεγονός ότι καταγράφεται σε τρεις διαδοχικούς μήνες, μιας και τον Μάιο υπήρξε μείωση της δομούμενης επιφάνειας κατά 20% ανά άδεια, αποτυπώνει με μεγαλύτερη σαφήνεια την τάση.
Ασφαλώς, όπως αναφέρουν στελέχη της αγοράς, το πρόβλημα δεν αφορά όλες τις περιοχές της Αττικής, αλλά είναι δεδομένο ότι αρκετοί κατασκευαστές επέλεξαν “να προσέχουν για να έχουν”, θέλοντας να αποφύγουν το ρίσκο της προσφυγής, αλλά ακόμα περισσότερο το ενδεχόμενο να εμπλακούν σε δικαστικές διαμάχες ετών με την οικοδομή τους ημιτελή και τους αγοραστές να ζητούν αποζημίωση. Πρόκειται για φαινόμενα που ήδη συμβαίνουν με μια σειρά από οικοδομές, ακόμα και κάποιες που κατοικούνται ήδη κι όπου υπάρχει το ενδεχόμενο να απαιτηθεί μείωση του ύψους τους! Υπενθυμίζεται ότι το πρόβλημα αφορά κυρίως στην Αττική, με μια σειρά από δήμους να προχωρά σε αναστολή χορήγησης οικοδομικών αδειών, αν σε αυτήν επιχειρείται χρήση του “μπόνους” του ΝΟΚ. Μεταξύ αυτών, περιλαμβάνονται ο Δήμος Αθηναίων, ο Δήμος Κηφισιάς, ο Δήμος Αμαρουσίου, ο Δήμος Βάρης-Βούλας-Βουλιαγμένης, όπως επίσης και οι Δήμοι Αλίμου, Παπάγου, Χολαργού και Χαλανδρίου.
Η επικείμενη απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ θα είναι εκείνη που θα ξεκαθαρίσει οριστικά το τοπίο, ώστε να αποκατασταθεί το αίσθημα ασφάλειας στην αγορά. Το ζήτημα ασφαλώς είναι η αναδρομικότητα και το που θα μπει τελικά ο “κόφτης” ημερολογιακά, δηλαδή από ποιο χρονικό σημείο και μετά θα ισχύσει το οτιδήποτε αποφασιστεί. Πάντως, είναι χαρακτηριστική η στάση κάποιων επαγγελματιών της κατασκευής ακινήτων, όπως ο κ. Μάξιμος Καλατζής, διευθύνων σύμβουλος της Makt, που ανέφερε στο πρόσφατο συνέδριο Prodexpo ότι “δεν πρέπει να μπορεί ο εργολάβος από μόνος του να αλλάξει τα χαρακτηριστικά μιας ολόκληρης γειτονιάς”. Συμπλήρωσε βέβαια κι ότι “πρέπει να έχουμε ένα πλαίσιο που θα μας επιτρέπει να λειτουργήσουμε χωρίς “ίσως” και “αλλά”. Δεν μπορείς να θεωρείσαι ελκυστικός επενδυτικός προορισμός, όταν το νομοθετικό πλαίσιο διαλύεται εκ των έσω”.
Αντίστοιχα, ο κ. Γιώργος Δελλής, καθηγητής Δημοσίου Δικαίου στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αναφέρθηκε στις παθογένειες του πελατειακού κράτους, που δίνει “πράγματα που οι επιχειρηματίες δεν ζητούσαν καν”, αναφερόμενος στις διατάξεις του ΝΟΚ. “Ακόμα και ο επιχειρηματικός κόσμος θα ήταν έτοιμος να δεχτεί κάτι πιο λελογισμένο, ωστόσο το πελατειακό κράτος έρχεται να κάνει περισσότερα από όσα ζητάει ο επιχειρηματικός κόσμος” τόνισε.