Της Βάσως Αγγελέτου
Άμβλυνση της διαφοράς επιτοκίων μεταξύ καταθέσεων και δανείων “δείχνουν” τα στοιχεία που δημοσίευσε η Τράπεζα της Ελλάδος για τον Ιούνιο, γεγονός που σηματοδοτεί αντιστροφή της τάσης διεύρυνσης που καταγράφηκε το τελευταίο 12μηνο.
Ειδικότερα, τον Ιούνιο, το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο καταθέσεων διαμορφώθηκε στο 0,31% και των δανείων στο 5,82%, έναντι 0,28% και 6,04% αντίστοιχα τον προηγούμενο μήνα. Αποτέλεσμα αυτού ήταν, για πρώτη φορά σε διάστημα ενός έτους, το περιθώριο των επιτοκίων να αμβλυνθεί σε 5,51% από 5,76% τον Μάιο.
Με βάση τα τελευταία στοιχεία, το επιτόκιο στις προθεσμιακές καταθέσεις ιδιωτών (ενός έτους) αυξήθηκε κατά 11 μονάδες βάσης, στο 1,42%, ενώ για τις επιχειρήσεις η αύξηση ήταν μεγαλύτερη -18 μονάδες βάσης- στο 2,28%.
Όσον αφορά στα δάνεια ιδιωτών, το μέσο επιτόκιο στα καταναλωτικά διαμορφώνεται στο 14,87% και στα στεγαστικά κυμαινόμενου επιτοκίου στο 4,03%. Για τις επιχειρήσεις, τα δάνεια χωρίς προκαθορισμένη διάρκεια φέρουν μέσο επιτόκιο 6,50%, τα επαγγελματικά 7,68%, ενώ τα δάνεια τακτής λήξης προς ΜμΕ έχουν μέσο επιτόκιο 5,49%.
Η αντιστροφή της τάσης διεύρυνσης του spread μεταξύ καταθέσεων και δανείων οφείλεται σε μεγάλο βαθμό, όπως αναφέρει σε ρεπορτάζ του το Capital.gr, στο γεγονός ότι οι τράπεζες απορροφούν πλέον μεγάλο μέρος των τελευταίων αυξήσεων στα επιτόκια της ΕΚΤ.
Σημειώνεται ότι από τον Ιούλιο του 2022 που ξεκίνησε τις αυξήσεις επιτοκίων η ΕΚΤ, το spread των επιτοκίων στις ελληνικές τράπεζες ανοίγει διαρκώς. Από τα επίπεδα του 3,67% που ήταν τον περασμένο Ιούλιο ανήλθε σε 5,76% τον Μάιο, γεγονός που σηματοδοτεί διεύρυνση των περιθωρίου κέρδους των τραπεζών κατά 2,09 ποσοστιαίες μονάδες.
Η διεύρυνση αυτή οφείλεται κυρίως στην υστέρηση της αναθεώρησης των επιτοκίων καταθέσεων προς τα επάνω, σε αντίθεση με τα επιτόκια δανείων όπου η νομισματική σύσφιξη της ΕΚΤ έχει σχεδόν πλήρως μετακυλιστεί. Οφείλεται, επίσης, στη διστακτικότητα των εγχώριων καταθετών να στραφούν στις προθεσμιακές καταθέσεις, με την αναλογία έναντι των καταθέσεων όψεως/ταμιευτηρίου να παραμένει σε πολύ ευνοϊκά επίπεδα για τις τράπεζες της τάξης του 20% (προθεσμιακές) vs 80% όψεως/ταμιευτηρίου.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι ελληνικές τράπεζες να καταγράφουν ράλι κερδών τα τελευταία τρίμηνα, γεγονός που επιβεβαιώθηκε και στα αποτελέσματα δευτέρου τριμήνου που ανακοίνωσαν προ ημερών Εθνική, Πειραιώς και Eurobank.