Thursday, October 16, 2025
spot_imgspot_img

Related Posts

Top 5 This Week

Η Γερμανία ζητά πίσω τις επιδοτήσεις για την πανδημία

Η κομμώτρια Μάριον Αλεμάιερ θυμάται ακόμη την 23η Μαρτίου 2020. Ήταν η δεύτερη μέρα του πρώτου lockdown στη Γερμανία, όταν ο τότε υπουργός Οικονομίας Πέτερ Αλτμάιερ (CDU) και ο τότε υπουργός Οικονομικών Όλαφ Σολτς (SPD) έκαναν μεγάλες υποσχέσεις.

Εξηγώντας το πρόγραμμα έκτακτης βοήθειας για τις μικρές επιχειρήσεις και τους αυτοαπασχολούμενους, ο Σολτς είχε δηλώσει πως “είναι πολύ σημαντικό για εμένα να ξεκαθαρίσω ότι πρόκειται για επιχορήγηση, όχι για δάνειο. Αυτό σημαίνει ότι δεν θα χρειαστεί να επιστραφεί”. Ο δε Αλτμάιερ είχε προσθέσει πως “δεν θα αφήσουμε κανέναν πίσω!”.

Πεντέμισι χρόνια αργότερα, όμως, η Μάριον Αλεμάιερ νιώθει εντελώς εγκαταλελειμμένη. “Πολλά είχαν ειπωθεί τότε, αλλά καμία από τις υποσχέσεις δεν τηρήθηκε τελικά”, λέει στην DW. “Πολλοί συνάδελφοι και φίλοι με είχαν προειδοποιήσει: “Πρόσεξε, θα χρειαστεί να τα επιστρέψεις αυτά τα χρήματα”. Και εγώ απαντούσα, “Όχι, αυτό δεν γίνεται, δεν μπορούν να το κάνουν αυτό””.

Η Αλεμάιερ είχε λάβει 9.000 ευρώ στο πλαίσιο των κρατικών επιδοτήσεων – χρήματα που είχε άμεση ανάγκη, αφού για έξι εβδομάδες δεν είχε καθόλου εισόδημα. Μόνο στις 4 Μαΐου 2020 χαλάρωσαν οι περιορισμοί και επιτράπηκε ξανά η λειτουργία των κομμωτηρίων.

Λανθασμένοι υπολογισμοί

Αργότερα, όμως, το γερμανικό Υπουργείο Οικονομίας κατέληξε στην εκτίμηση πως από τα περίπου 13 δισεκατομμύρια ευρώ που είχαν δοθεί ως έκτακτη οικονομική αρωγή την περίοδο Μαρτίου–Ιουνίου 2020, τα 5 δισεκατομμύρια ευρώ δεν έπρεπε να καταβληθούν.

Ως αποτέλεσμα, το κράτος ζήτησε από δεκάδες χιλιάδες δικαιούχους να επιστρέψουν μέρος των χρημάτων που έλαβαν – μεταξύ αυτών και από την Αλεμάιερ. Η τελευταία κλήθηκε να επιστρέψει 7.000 ευρώ. Και παρ’ ότι προσέφυγε στη δικαιοσύνη και δη δικαιώθηκε, η κυβέρνηση του κρατιδίου της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας εξακολουθεί να απαιτεί την επιστροφή του μισού ποσού, δηλαδή τις 3.500 ευρώ, ως συμβιβασμό.

Για πολλούς, οι κρατικές επιδοτήσεις την περίοδο της πανδημίας ήταν μία πραγματική σανίδα σωτηρίας. Όπως, για παράδειγμα, και για τον κομμωτή Γκίντο Βιρτς, εκπρόσωπο των κομμωτών στο κρατίδιο της Ρηνανίας-Παλατινάτου. Σε συνέντευξή του στην DW ο Βιρτς επιβεβαιώνει επίσης πως “οι πολιτικοί έκαναν υποσχέσεις που δεν τήρησαν. Όλοι οι κομμωτές νιώθουν τεράστια απογοήτευση και οργή”.

Πολλοί συνάδελφοί του ήταν τόσο απελπισμένοι, που ακύρωσαν ακόμα και τα σχέδιά τους για συνταξιοδότηση, προκειμένου να μπορούν να βγάλουν τα προς το ζην, ενώ άλλοι κατέληξαν στη δύσκολη απόφαση να τα παρατήσουν, βάζοντας λουκέτο στις επιχειρήσεις τους.

Το ζήτημα της διαφορετικής νομικής αντιμετώπισης

Αυτό που θυμώνει περισσότερο τους μικρούς επιχειρηματίες και τους αυτοαπασχολούμενους είναι το γερμανικό “μωσαϊκό” κανονισμών, στο πλαίσιο του οποίου κάθε κρατίδιο διαχειρίζεται διαφορετικά το εκάστοτε ζήτημα – όπως και αυτό των επιστροφών των επιδοτήσεων.

Στη Βάδη-Βυρτεμβέργη το τοπικό Διοικητικό Δικαστήριο έχει ήδη αποφανθεί υπέρ των επιχειρηματιών σε πέντε περιπτώσεις, κρίνοντας πως αυτοί δεν υποχρεώνονται να επιστρέψουν τα χρήματα της πανδημίας. Στη δε Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία οι σχετικές προβλέψεις αλλάζουν κατ’ επανάληψη, ενώ στο κρατίδιο της Έσσης έχει επιβληθεί προσωρινή παύση των ελέγχων για την επιστροφή των επιδοτήσεων. Ο υπουργός Οικονομικών της Έσσης, Καβέ Μανσούρι, εξηγεί πως σε τέτοιου είδους περιπτώσεις “δεν πρόκειται για μεγάλες πολυεθνικές, αλλά για αυτοαπασχολούμενους, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, επαγγελματίες και τεχνίτες. Ως εκ τούτου, θέλω να εξαντλήσω όλα τα νομικά περιθώρια για την ανακούφιση όσων πλήττονται. Για εμένα είναι και ζήτημα δικαιοσύνης”.

Ο κομμωτής Βιρτς έχει πλέον έναν υπάλληλο λιγότερο και αποπληρώνει τα 15.000 ευρώ της επιδότησης σε μηνιαίες δόσεις των 635 ευρώ. Ο ίδιος επισημαίνει πως τώρα ακόμα και οι ίδιοι οι πολιτικοί “δεν ξέρουν πώς να βγουν από αυτή την κατάσταση. Ένας πολιτικός μου είπε πως το κόστος διαχείρισης των επιστροφών είναι κατά πάσα πιθανότητα μεγαλύτερο από τα ίδια τα ποσά που ζητείται να επιστραφούν. Οι δημόσιες αρχές προσέλαβαν πάρα πολλούς υπαλλήλους μόνο και μόνο για να παρακολουθούν και να χειρίζονται τις διαδικασίες”, εξηγεί ο Βιρτς.

Απογοήτευση από την πολιτική

Στα μέσα του 2020 ο Ράινερ Χέρμαν ίδρυσε την IG NRW-Soforthilfe (Ένωση Έκτακτης Βοήθειας Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας) και σήμερα στηρίζει σχεδόν 11.000 ανθρώπους που κλήθηκαν να επιστρέψουν τις επιδοτήσεις που έλαβαν – ανάμεσά τους και τη Μάριον Αλεμάιερ.

Ο Χέρμαν υποστηρίζει πως το όλο πρόγραμμα αποτελεί ένα ντροπιαστικό διοικητικό φιάσκο. “Οι άνθρωποι δεν είναι απλώς απογοητευμένοι, αλλά εξαιρετικά θυμωμένοι”, λέει στην DW. “Έχω δει μορφωμένους, έμπειρους επιχειρηματίες να διολισθαίνουν προς τον εξτρεμισμό – δεν μπορείς πλέον να μιλήσεις μαζί τους. Άλλοι είναι εντελώς απελπισμένοι και συντετριμμένοι. Πολλές επιχειρήσεις έχουν ήδη κηρύξει πτώχευση ή θα αναγκαστούν να το κάνουν σύντομα”.

Τι θα έπρεπε λοιπόν να έχει κάνει διαφορετικά η Γερμανία; Κατά τον Χέρμαν, πρώτον η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα έπρεπε να είχε θέσει ενιαίους όρους για την οικονομική βοήθεια, με τα 16 κρατίδια να ενεργούν απλώς ως εκτελεστικοί φορείς, προκειμένου να αποφευχθεί το χάος με τα διαφορετικά ρυθμιστικά πλαίσια. Δεύτερον, οι αιτήσεις θα έπρεπε να είναι απλές και κατανοητές για τους απλούς πολίτες, δίχως περίπλοκη νομική ορολογία και διαδικασίες. Και τρίτον, το κράτος θα έπρεπε να αντιμετωπίζει τους πολίτες ως εταίρους, και όχι ως αντιπάλους, δείχνοντας εμπράκτως μία διάθεση για εποικοδομητικό διάλογο.

Στο γειτονικό Βέλγιο, για παράδειγμα, “εφαρμόστηκε ένα πρόγραμμα στήριξης που προσαρμοζόταν από μήνα σε μήνα – επεκτεινόταν, τροποποιούνταν ή περιοριζόταν ανάλογα με τις ανάγκες”, παρατηρεί ο Χέρμαν. “Υπήρχε ένα ενιαίο σύστημα, στο οποίο οι άνθρωποι απλώς εγγράφονταν και ουδείς παραπονέθηκε – όλα λειτουργούσαν άψογα”.

Popular Articles