Monday, October 20, 2025
spot_imgspot_img

Related Posts

Top 5 This Week

Η ακτινογραφία της οικονομίας από το ΚΕΠΕ – Ο ρόλος των αμυντικών δαπανών

-|-

Σταθερή βελτίωση στους οικονομικούς δείκτες, αλλά και στασιμότητα σε πάγια διαρθρωτικά προβλήματα της οικονομίας, διαπιστώνει έκθεση του ΚΕΠΕ, σημειώνοντας παράλληλα ότι η συμφωνία για την αύξηση των αμυντικών δαπανών στο 5% του ΑΕΠ, που συμφωνήθηκε στο ΝΑΤΟ, είναι πιθανό να δημιουργήσει δημοσιονομικές πιέσεις.

Η έκθεση αναθεωρεί οριακά την ανάπτυξη για φέτος στο 2,1%, από 2,2% νωρίτερα φέτος, και δείχνει να υιοθετεί την πρόβλεψη για ανάπτυξη 2,4% για το 2026.

Τονίζει βέβαια ότι η επόμενη περίοδος απαιτεί μεγαλύτερη ανθεκτικότητα και διαφοροποίηση των πηγών ανάπτυξης, οι οποίες σήμερα επικεντρώνονται στους κοινοτικούς πόρους και την ανθεκτική και συνεχώς αυξανόμενη ιδιωτική κατανάλωση.

Τονίζει, παρ’ όλα αυτά, ότι αν πετύχει η χώρα την υλοποίηση του ΠΔΕ των 14,7 δισ. ευρώ για το 2025 και των 16,9 δισ. ευρώ για το 2026, θα δοθεί μια ισχυρή ώθηση στην ανάπτυξη, λόγω των επενδύσεων και κυρίως των μεταρρυθμίσεων που θα ολοκληρωθούν τη διετία.

Πληθωρισμός και δημοσιονομικά

Στο μέγεθος του πληθωρισμού, σε όρους εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτή, το ΚΕΠΕ περιμένει αποκλιμάκωση από το 3,1% το 2025 στο 2,5% το 2026, επίπεδα υψηλότερα του μέσου όρου της ΕΕ.

Τονίζει μάλιστα ότι η διατήρηση του χάσματος αυτού υποδηλώνει ότι οι εγχώριες πληθωριστικές πιέσεις συνδέονται περισσότερο με το κόστος παραγωγής και τις συνθήκες ζήτησης στην εσωτερική αγορά, παρά με τις διεθνείς τιμές των εμπορευμάτων.

Τα δημοσιονομικά, εκτιμά η έκθεση, έχουν τα τελευταία χρόνια μια εντυπωσιακή βελτίωση, με τη βοήθεια των μέτρων για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, που αύξησε τα δημόσια έσοδα και το πρωτογενές πλεόνασμα το 2024 στο 4,8% του ΑΕΠ και το χρέος στο 143,9% του ΑΕΠ.

Αγορά εργασίας και κεφαλαιαγορά

Αναφερόμενη στην αγορά εργασίας, η έκθεση θεωρεί ότι σταδιακά έρχεται σταθεροποίηση από τα προβλήματα των προηγούμενων ετών, κάτι που αποδεικνύεται και από την ανεργία, η οποία από φέτος θα μειωθεί σε μονοψήφιο ποσοστό (9,5%) για το 2025 και θα συνεχίσει να μειώνεται σε ποσοστό που θα φτάσει το 8,6% το 2026.

Τονίζεται επίσης ότι η ελληνική κεφαλαιαγορά δείχνει να εισέρχεται σε νέα αναπτυξιακή φάση.

Η έκθεση αναφέρει ότι το οκτάμηνο του 2025, το Χρηματιστήριο Αθηνών κατέγραψε ισχυρή άνοδο, με σημαντική αύξηση της κεφαλαιοποίησης και της αξίας συναλλαγών.

Οι προοπτικές για τους επόμενους μήνες παραμένουν ιδιαίτερα θετικές, καθώς η επικείμενη εξαγορά του Χρηματιστηρίου Αθηνών από την Euronext και η επανένταξή του στις ανεπτυγμένες αγορές δημιουργούν νέα περιθώρια ανάπτυξης και πρόσβασης των ελληνικών επιχειρήσεων σε κεφάλαια.

Τα πάγια προβλήματα

Ωστόσο, η έκθεση σημειώνει και τη μονιμότητα που εμφανίζουν διαρθρωτικά προβλήματα της οικονομίας, όπως είναι η χαμηλή παραγωγικότητα και η ποιότητα διακυβέρνησης, οι αδύναμοι θεσμοί, η εξάρτηση από ευρωπαϊκά κονδύλια, κατανάλωση και εισαγωγές, οι εντεινόμενες κοινωνικές ανισότητες, η βραδεία μετάβαση στην πράσινη και ψηφιακή οικονομία και το δημογραφικό πρόβλημα.

Οι αμυντικές δαπάνες

Σε ό,τι αφορά τέλος την πανευρωπαϊκή προσπάθεια για αύξηση των δαπανών, στην οποία έχει μπει και η Ελλάδα, ενεργοποιώντας και την εθνική ρήτρα διαφυγής για τις αμυντικές δαπάνες, η έκθεση υπογραμμίζει ευκαιρίες αλλά και προκλήσεις.

Βασιζόμενη στα στοιχεία του Stockholm International Peace Research Institute (SIPRI), η Ελλάδα εμφανίζει διαχρονικά τον υψηλότερο μέσο όρο δαπανών ως ποσοστό του ΑΕΠ, με 2,85%, με την Πολωνία (2,13%) και την Εσθονία (1,99%) να ακολουθούν.

Οι υψηλότερες τιμές αμυντικών δαπανών ως % του ΑΕΠ, την εξεταζόμενη περίοδο, για την Ελλάδα καταγράφηκαν το 2022 (4,00%) και το 2021 (3,80%).

Επίσης, η Ελλάδα παρουσιάζει στρατιωτικές δαπάνες ίσες με 6,58% των συνολικών δαπανών για το 2024, πίσω από τη Λετονία (7,49%), την Εσθονία (7,51%), τη Λιθουανία (7,92%) και την Πολωνία (8,47%).

Η έκθεση σημειώνει ότι το χρηματοδοτικό εργαλείο SAFE και η όλη προσπάθεια μπορεί να φέρει νέες επενδύσεις στην αμυντική τεχνολογία για τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα.

Ωστόσο, το ελάχιστο όριο του 5% του ΑΕΠ που συμφωνήθηκε στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ μπορεί να δημιουργήσει δημοσιονομικές πιέσεις και στην Ελλάδα, αφού πλέον μοναδικό κριτήριο για τη δημοσιονομική πρόοδο των κρατών-μελών είναι η ετήσια αύξηση των καθαρών πρωτογενών δαπανών.

Popular Articles