Το νέο κύμα συλλαλητηρίων για το δυστύχημα των Τεμπών -με ή χωρίς βίαια έκτροπα, μολότοφ, πετροπόλεμο και δακρυγόνα- οδηγεί το κέντρο της Αθήνας για μία ακόμη φορά στο γνώριμο σταυροδρόμι: Από τη μία η προοπτική του μπάχαλου, της παράλυσης και της απαξίωσης, της παλινδρόμησης σε μια κατάσταση βαθέως μαρασμού.
Ο,τι βίωσε, δηλαδή, το κέντρο κατά την περίοδο κορύφωσης της κρίσης και επί σχεδόν μία δεκαετία (2009-2019), όταν ο ομφαλός της πρωτεύουσας είχε βυθιστεί στη μιζέρια και την κατήφεια των κατεβασμένων ρολών, των εγκαταλελειμμένων και ρημαγμένων καταστημάτων και κτιρίων. Μαζί με αυτά, εξυπακούεται πως έρχεται, μοιραία, η διεθνής δυσφήμιση της Αθήνας και της Ελλάδας, η αρνητική προβολή της πόλης ως τουριστικού προορισμού, αλλά και ως παρακμασμένου κόμβου της εγχώριας κοινωνικής, οικονομικής, πολιτιστικής ζωής.
Με άλλα λόγια, η Αθήνα φλερτάρει ξανά με το να πυροβολήσει τα ίδια της τα πόδια – και δη στην πλέον ακατάλληλη συγκυρία, όταν το εγχείρημα της ανάκαμψής της έχει αρχίσει να αποδίδει καρπούς και ενώ βρίσκονται εν εξελίξει φιλόδοξα, πολυδάπανα projects, όπως η ανάπλαση της ιστορικής Στοάς Αρσακείου, το συγκρότημα της Alpha Bank, καθώς και αρκετών ακόμη εκ βάθρων ανακαινίσεων σε μεγάλα κτίρια, κυρίως επί της οδού Σταδίου, από την Ομόνοια έως το Σύνταγμα.
Το τι κινδυνεύει να χάσει η Αθήνα στην παρούσα φάση παλινδρόμησης στο αξιολησμόνητο πρόσφατο παρελθόν της αποτυπώνεται μεν εύγλωττα στους πρόσφατους βανδαλισμούς και τις υλικές καταστροφές, σε εμβληματικά κτίρια του κέντρου, σε νεότερα ή ακόμη και αρχαία μνημεία. Είναι όμως οι αριθμοί και οι δείκτες που δίνουν τις πραγματικές διαστάσεις των συνεπειών μιας εκ νέου μπαχαλοποίησης: Το 2024, οι επισκέπτες της Αθήνας από το εξωτερικό ξεπέρασαν σε όγκο κάθε προηγούμενο ρεκόρ, φτάνοντας τα 7.900.000 αφίξεις.
Η επιτυχία της Αθήνας ήταν ότι κατόρθωσε να καθιερωθεί ως κορυφαίος πόλος έλξης τουρισμού τύπου city break και να βρεθεί, ιδιαίτερα μετά την πανδημία COVID-19, σε πλεονεκτική θέση έναντι του ανταγωνισμού από άλλους προορισμούς στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου – Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Η επιτυχημένη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης, το άνοιγμα της τουριστικής αγοράς νωρίτερα από κάθε άλλη χώρα στην Ευρώπη, ήδη από τον Ιούνιο του 2020, λειτούργησαν καταλυτικά για το άμεσο μέλλον. Εξ ου και τα νυν έσοδα από τον τουρισμό, την εστίαση κ.λπ. εκτοξεύτηκαν, με μια αύξηση της τάξης του 40% στη διάρκεια των προηγούμενων 4-5 ετών.
Παράλληλα, η δημιουργία ξενοδοχείων και καταλυμάτων κάθε κατηγορίας και μεγέθους, ακόμη και στις πλέον απροσδόκητες γωνιές του κέντρου, μαζί με τη βραχυχρόνια μίσθωση, μετάγγισε νέο αίμα σε μια πόλη που προηγουμένως παρέπαιε, βαριά τραυματισμένη και ταλαιπωρημένη από τις αναρίθμητες αλλεπάλληλες διαδηλώσεις – συχνά με προσχηματικά αιτήματα και κενές νοήματος διεκδικήσεις.
Οπότε, ενώ για ένα μεγάλο διάστημα η κανονικότητα του κέντρου είχε αναποδογυριστεί, καθώς πια ο καθένας θεωρούσε ότι το σύνηθες ήταν το αδιάβατο εξαιτίας κάποιας πορείας ή επεισοδίων, τα τελευταία χρόνια επανήλθε ο μαγνητισμός, η αίσθηση ότι η Αθήνα ζωντανεύει. Οτι έγινε πολύχρωμη, ενδιαφέρουσα, ελκυστική, φιλόξενη και, εντέλει, ανθρώπινη.
Από Κολωνάκι, Παγκράτι, Σύνταγμα έως Μοναστηράκι και Ψυρρή, αλλά ακόμη και στους πάλαι ποτέ κακόφημους, γκετοποιημένους δρόμους και περιοχές -π.χ. Αθηνάς, Σοφοκλέους, Σωκράτους, Μεταξουργείο, Πλατεία Βάθη- ή και στο άβατο «ανεξάρτητο κράτος των Εξαρχείων», όπου παραδοσιακά κανείς δεν πήγαινε χωρίς να έχει προνοήσει, για καλό και για κακό, να έχει μαζί του μάσκα για τα δακρυγόνα, Maalox κ.λπ. πλέον ξεφύτρωσαν, κυριολεκτικά από το πουθενά, εκατοντάδες μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.
Η μεταμόρφωση της Αθήνας κατ’ ουσίαν αποτελεί χαρακτηριστική περίπτωση success story – τουλάχιστον για όσους δεν έχουν σύμπλεγμα με τη χρήση του συγκεκριμένου όρου. Ενα success story εφάμιλλο π.χ. της Βαρκελώνης και της δικής της αναγέννησης με εφαλτήριο τη φιλοξενία των Ολυμπιακών Αγώνων του 1992. Διότι, όχι μόνο εντός των στενών ορίων του λεγόμενου «ιστορικού» κέντρου της, στη διάρκεια της τελευταίας πενταετίας η Αθήνα γνώρισε εκρηκτική ανάπτυξη.
Οι μολότοφ έκαψαν τον νόμο
Η αντίθετη κατεύθυνση από αυτή της υποτροπής στην μπαχαλοποίηση και την αυτοκαταστροφή έφερε την Αθήνα ξανά στο διεθνές προσκήνιο τα προηγούμενα χρόνια.
Μια πορεία που δεν στιγματίστηκε από το θέαμα των βίαιων συγκρούσεων στους δρόμους, παρότι ο αριθμός των διαδηλώσεων ουδέποτε μειώθηκε αισθητά, τουλάχιστον από το 2021 και εξής, όταν και ετέθη σε εφαρμογή ο νέος νόμος της κυβέρνησης Ν.Δ., ο 4703/2020. Ο οποίος υποτίθεται πως θα έφερνε την τάξη στο χάος, αλλά στην πράξη ουδέποτε εφαρμόστηκε με την απαιτούμενη επιμέλεια ή ακόμη και αυστηρότητα.
Ενδεικτικά, το 2021 και παρά τους ισχύοντες υγειονομικούς περιορισμούς εξαιτίας της COVID-19, στην περιοχή της Αττικής πραγματοποιήθηκαν 1.494 πορείες και διαδηλώσεις, το 2022 έγιναν 1.431, και το 2023 ανέβηκαν στις 1.559. Για ελάχιστες από αυτές η ΕΛΑΣ είχε ενημερωθεί εγκαίρως, όπως προβλέπεται από το νόμο, έτσι ώστε, αν μη τι άλλο, να προβεί στις απαραίτητες ρυθμίσεις της οδικής κυκλοφορίας. Οσο για το παρόν και το μέλλον, οι μέχρι στιγμής οιωνοί, με τουλάχιστον ένα συλλαλητήριο ανά εβδομάδα με αναφορά στα Τέμπη, δείχνουν ότι οι νοσταλγοί της «Πάνω και Κάτω Πλατείας» θα ανεβάσουν τον αριθμό των συναθροίσεων στα επίπεδα του 2010-2011.
Το φαινόμενο της χιονοστιβάδας, με τη μαζικότητα των πρώτων συγκεντρώσεων για τα Τέμπη να λειτουργεί σαν ορεκτικό για ακόμη περισσότερες κινητοποιήσεις και να δημιουργεί μια ανεξέλεγκτη στροφορμή, φέρνει σε ακόμη πιο δύσκολη θέση την ΕΛ.ΑΣ. Η οποία έχει προ πολλού ξεχάσει τι ορίζει ο νόμος 4703/2020, με τις καινοτομίες που θα εισήγαγε, όπως π.χ. η δέσμη υποχρεώσεων του οργανωτή των συγκεντρώσεων αλλά και των Αρχών, ο θεσμός του αστυνομικού διαμεσολαβητή, ο ρόλος και οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Πρόληψης Βίας στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη κ.ο.κ.
Το αποτέλεσμα της διστακτικότητας, της αμηχανίας ή μιας εντελώς αντιθεσμικής απροθυμίας του κράτους να εφαρμόσει τους ίδιους τους νόμους του είναι το κενό που έσπευσαν να καλύψουν με την επαναδραστηριοποίηση και τη δυναμική επιστροφή τους στο πεδίο της μάχης οι κουκουλοφόροι, με τον γνωστό εξοπλισμό: τα μπουκάλια της μπίρας με το φλεγόμενο στουπί, τις βαριοπούλες στη Βουλή και την πλατεία Συντάγματος, τα πολεμοφόδια από τα μαρμάρινα θραύσματα σκαλοπατιών και τοίχων.
Αυτή είναι η αναβίωση των πρακτικών του δήθεν «αντάρτικου πόλεων», με τις οδομαχίες, τις συγκρούσεις ΜΑΤ-κουκουλοφόρων και όλα τα συμπαρομαρτούντα, οι οποίες αμαυρώνουν όχι μόνο τις προθέσεις της συντριπτικής πλειονότητας των ειρηνικών διαδηλωτών, αλλά και την ίδια την Ελλάδα. Και όχι γενικά και αόριστα, αλλά στο καθαυτό κοινωνικό πεδίο, απειλώντας πρώτα από όλα την ομαλή λειτουργία του αθηναϊκού κέντρου και, κατά συνέπεια, δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας.
Προς μια νέα «χαμένη άνοιξη» για τον αθηναϊκό τουρισμό;
Επενδύσεις από ξένους και εγχώριους επιχειρηματίες, ύψους εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ, έχει φέρει η τουριστική άνθηση της πρωτεύουσας από το 2019 ως σήμερα. Το ρεύμα αυτό αφορά όλο το φάσμα της φιλοξενίας: ξενοδοχεία, ενοικιαζόμενα καταλύματα, ανεξάρτητα ή σε πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης. Μάλιστα, στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων οι επενδύσεις σχετίζονται με αναβαθμίσεις παλιών κτιρίων στο κέντρο της πόλης, από το Σύνταγμα ως την Ομόνοια – κάτι που συνιστά και το μεγάλο ζητούμενο για την πόλη, δεδομένου του γηρασμένου κτιριακού αποθέματος, με μέση ηλικία 50 και 60 ετών στο μεγαλύτερο τμήμα της.
Στο διάστημα 2023-2024 ο αριθμός των δωματίων στα ξενοδοχεία του αθηναϊκού κέντρου αυξήθηκε κατά 4%, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Ενωσης Ξενοδόχων Αθηνών Αττικής Αργοσαρωνικού (ΕΞΑΑΑ). Και η ανάπτυξη αυτή αφορούσε κυρίως στα ξενοδοχεία 3 έως 5 αστέρων, ενώ τα ξενοδοχεία 1 και 2 αστέρων συνέχισαν να μειώνονται.
Ως προς τη δυναμικότητα φιλοξενίας, τα ξενοδοχεία στην Αττική στο τέλος του 2024 ήταν 715, από 698 το 2023 και 649 το 2016. Από το 2017, 11 επιπλέον πολυεθνικές ξενοδοχειακές αλυσίδες εισήλθαν στην αγορά της Αττικής, αυξάνοντας το συνολικό αριθμό σε 23 αλυσίδες, οι οποίες το 2024 διαχειρίζονται 40 brands. Επίσης, μεγάλα διεθνή ξενοδοχειακά ονόματα όπως οι Marriott, Accor, Hilton, Radisson κ.ά. έχουν πυκνώσει την παρουσία τους στο κέντρο της πόλης. Παρομοίως και των ισραηλινών συμφερόντων Brown, Fattal κ.λπ. Το θετικό κλίμα για τις επενδύσεις στον κλάδο υπογραμμίζει η πρόσφατη ανακοίνωση της Hilton για το σχέδιο τριπλής παρουσίας της στα πέριξ της Ομόνοιας, σε συνεργασία με την Aluma Resorts της ισραηλινής Istotel. Πάντως, η διείσδυση των διεθνών brand παραμένει ισχυρότερη στην κατηγορία των 5αστερων, εφόσον το 43% των ξενοδοχείων και το 52% των δωματίων τους ανήκουν σε διεθνή αλυσίδα, οδηγώντας και στην αναβάθμιση του τουριστικού προϊόντος της πρωτεύουσας.
Η αγορά βραχυχρόνιας μίσθωσης στην Αττική συνεχίζει να επεκτείνεται, με τον αριθμό των διαθέσιμων μονάδων να αυξάνεται κατά περίπου 16% μεταξύ 2023 και 2024, φτάνοντας κατά μέσο όρο τα 30.000 καταλύματα. Τέλος, το 2024, τα αθηναϊκά ξενοδοχεία πέτυχαν πρωτοφανή επίπεδα στις τιμές δωματίων, με αύξηση 10% σε σχέση με το 2023 και +42% σε σχέση με το 2019, με τη μέση τιμή στο peak του Ιουνίου να ξεπερνά τα 230 ευρώ.
Από αέρος
Με βάση τα πλέον πρόσφατα στοιχεία από το «Ελ. Βενιζέλος» για το πρώτο δίμηνο του 2025, η συνολική επιβατική κίνηση (αφίξεις και αναχωρήσεις εσωτερικού εξωτερικού) του μεγαλύτερου αεροδρομίου της χώρας έφθασε για πρώτη φορά τα 3,59 εκατ. επιβάτες, σημειώνοντας διψήφιο ποσοστό ανόδου της τάξης του 11,7%, δείγμα για τη συνεχιζόμενη τουριστική άνθηση της πρωτεύουσας. Ακόμη υψηλότερη, στο +15,3% με ένα σύνολο επιβατών στα 2,57 εκατ. είναι η αύξηση της διεθνούς κίνησης έως και το τέλος Φεβρουαρίου έναντι του +3,6% της κίνησης εσωτερικού. Οι υψηλές… πτήσεις με τις οποίες έχει ξεκινήσει την περίοδο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου φέτος το αεροδρόμιο, έρχονται μετά από μια χρονιά ρεκόρ, το 2024:
Πέρυσι το «Ελευθέριος Βενιζέλος» είχε συνολική επιβατική κίνηση άνω των 31.800.000 ταξιδιωτών, αυξημένη κατά 13,1% σε σύγκριση με το 2023, με τη διεθνή επιβατική κίνηση (αφίξεις-αναχωρήσεις) ειδικά να καταγράφει αύξηση κατά 15,7% στα 22.400.000 ταξιδιώτες. Ακριβώς οι επιδόσεις αυτές επισπεύδουν το πρόγραμμα επέκτασης του μεγαλύτερο αεροδρόμιου της χώρας, προκειμένου να καλυφθεί η ολοένα αυξανόμενη ζήτηση και στο πλαίσιο της λογικής της μεγάλης ιστορικής ευκαιρίας για την ελληνική τουριστική βιομηχανία, η οποία δεν πρέπει να χαθεί.
Οι έμποροι του κέντρου σε ομηρία
Οι αρρυθμίες στην οικονομική ζωή του κέντρου των Αθηνών από την κλιμάκωση των κινητοποιήσεων συνδικάτων και φορέων έχει αρχίσει να δημιουργεί πονοκέφαλο στους εμπόρους της περιοχής, καθώς το λιανεμπόριο, και επισήμως πλέον, έχει εισέλθει από πέρυσι σε υφεσιακή τροχιά. Οι έμποροι του κέντρου φοβούνται κυρίως δύο πράγματα, τα οποία μάλιστα συνδέονται μεταξύ τους: Το πρώτο είναι, φυσικά, οι κινητοποιήσεις. Η άποψη που σήμερα επισήμως υποστηρίζουν οι έμποροι είναι το απευκταίο ενδεχόμενο, αυτές οι συγκεντρώσεις να εξελιχθούν σε «τακτικές». Να παραταθούν, δηλαδή, για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, κλείνοντας μία ή και δύο φορές την εβδομάδα το κέντρο της πόλης – και μάλιστα σε μέρες που η κίνηση είναι ελαφρώς πιο αυξημένη, όπως π.χ. την Παρασκευή.
Η δεύτερη πηγή ανησυχίας είναι η παρείσφρηση ταραχοποιών στοιχείων στις πορείες, που όπως στα χρόνια των μνημονίων, θα βρουν ευκαιρία να ξεσπάσουν στα καταστήματα, προξενώντας ζημιές και καταστροφές. Με άλλα λόγια, το αίτημα του εμπορικού κόσμου, είναι να μη δημιουργηθούν ξανά οι προϋποθέσεις που είχαν οδηγήσει στην εικόνα ερημοποίησης του εμπορικού κέντρου στα χρόνια της κρίσης, από την οποία με κόπο η αγορά κατάφερε να ανακάμψει με τεράστιες προσπάθειες και κόπους. Και ειδικά τώρα που η αγορά έχει εισέλθει σε ύφεση, ασκώντας μεγάλη πίεση στους επαγγελματίες
«Οι διαδηλώσεις είναι θεμελιώδες δικαίωμα, είναι το εργαλείο μέσω του οποίου η κοινωνία εκφράζει τις ανάγκες της. Πρέπει όμως να διασφαλίσουμε ότι η εμπορική κίνηση και γενικά η οικονομική δραστηριότητα του κέντρου της Αθήνας δεν θα μειωθεί», δηλώνει στο «ΘΕΜΑ» ο πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών Θάνος Τσαγκάρης. Τονίζοντας περαιτέρω ότι «βρισκόμαστε σε έναν μήνα, το Μάρτιο, που είναι μεταβατικός έπειτα από μια σεζόν η οποία δεν πήγε καλά. Ούτε η κανονική ούτε η εκπτωτική, οπότε δεν υπάρχουν περιθώρια να κλείνει η περιοχή κάθε λίγο και λιγάκι. Εάν αποθαρρύνονται οι καταναλωτές από το να επισκέπτονται το κέντρο, αυτό θα δημιουργήσει ένα ακόμα πρόβλημα σε μία κρίσιμη περίοδο. Ηδη η πίεση στους περισσότερους συναδέλφους, λόγω της πτώσης της αγοράς και του αυξημένου κόστους λειτουργίας γίνεται ασφυκτική, όπως καταγράφεται και στις έρευνές μας.
Επομένως, πολλά περιθώρια δεν υπάρχουν. Από τη μία υποστηρίζουμε τη διαμαρτυρία και τα αιτήματα, από την άλλη δεν μπορούμε να μπούμε σε μία περίοδο όπου κάθε λίγο και λιγάκι θα παραλύει το εμπορικό κέντρο. Είμαι αισιόδοξος ότι κάτι τέτοιο δεν θα συμβεί, δεν θα πάμε σε μία παρατεταμένη περίοδο κινητοποιήσεων. Εάν πάλι διαψευστώ, θα πρέπει να βρεθεί μία χρυσή τομή με τους διοργανωτές ώστε να μη σταματά η εμπορική κίνηση, να μην κλείνουν όλοι οι δρόμοι».
Ζητείται διέξοδος
Αν και, ομολογουμένως, είναι δύσκολο σε τέτοιες περιπτώσεις να βρεθεί χρυσή τομή, όπως έχει αποδείξει η Ιστορία, την ερχόμενη εβδομάδα εκπρόσωποι των επαγγελματιών του κέντρου της Αθήνας από τον χώρο του εμπορίου, του τουρισμού και της εστίασης αναμένεται να έχουν διαβουλεύσεις προσπαθώντας να διαμορφώσουν κοινές θέσεις.
Ο πρόεδρος της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΕΣΕΕ) Σταύρος Καφούνης επισημαίνει από την πλευρά του ότι «η αλήθεια είναι ότι παρακολουθούμε με κάποια ανησυχία τις εξελίξεις, διότι από τη μία είναι το κλείσιμο της αγοράς λόγω των κινητοποιήσεων, από την άλλη η εμπορική κίνηση και ο τζίρος έχουν υποχωρήσει σημαντικά. Οπως δείχνουν, τόσο οι δικές μας έρευνες όσο και της ΕΛΣΤΑΤ το κλίμα γίνεται εκρηκτικό». Ο κ. Καφούνης δεν κρύβει ότι, λόγω των νέων συνθηκών, θα πρέπει να εξεταστεί από την κυβέρνηση μία σειρά μέτρων για τη στήριξη της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, προκειμένου να ανταποκριθεί στο ήδη αυξημένο συνολικό κόστος λειτουργίας.
Σε κάθε περίπτωση, οι έμποροι θέλουν να ξορκίσουν την πιθανότητα δημιουργίας σκηνικού που θα επαναφέρει μνήμες από τη δεκαετία της μεγάλης οικονομικής κρίσης και της αναταραχής που είχε οδηγήσει σε μαζικά λουκέτα. Σύμφωνα με χαρτογράφηση που είχε πραγματοποιήσει το 2023 ο Εμπορικός Σύλλογος της Αθήνας σε συνεργασία με το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, είχε προκύψει ότι τα καταστήματα του εμπορικού κέντρου είχαν αυξηθεί σε 2.426, με τις δύο κυριότερες χρήσεις να παραμένουν η λιανική πώληση ειδών ένδυσης και υπόδησης (16,2%). Στην παροχή υπηρεσιών εστίασης και διασκέδασης αντιστοιχεί το 14,4%, με την τάση όμως να είναι ξεκάθαρα υπέρ της δεύτερης. Παρ’ όλα αυτά, η έρευνα κατέγραφε πως υπήρχαν και 565 αδιάθετα καταστήματα, ποσοστό δηλαδή 22,9% επί του συνόλου. Με την υποσημείωση ότι πολλά εξ αυτών των καταστημάτων βρίσκονταν σε φάση ανακαίνισης ή μετατροπής τους σε τουριστικά καταλύματα. Βεβαίως, υπάρχουν αρκετά ακόμη, τα οποία ανήκουν σε μεγάλες ιδιοκτησίες, καθώς και κτίρια που αναμένουν τις αποφάσεις των επενδυτών.
Γενικότερα, για τους φορείς του εμπορίου, από το 2024 αρχίζει να καταγράφεται πτωτική πορεία της αγοράς και το 2023 παραμένει η χρονιά της κορύφωσης, στοιχείο που πιστοποιούν, άλλωστε, τα πιο πρόσφατα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ. Σύμφωνα με αυτά, η περυσινή χρονιά έκλεισε με φθίνουσα πορεία του κύκλου εργασιών στο λιανεμπόριο. Συγκεκριμένα, ο τζίρος υποχώρησε κατά 5,1% τον Δεκέμβριο (έναν μήνα κρίσιμο για την αγορά) σε σχέση με το 2023, ενώ η μείωση του όγκου πωλήσεων -που σημαίνει μείωση της ζήτησης- ήταν ακόμη μεγαλύτερη, με 5,4%.
Φωτογραφίες: EUROKINISSI, Getty Images/Ideal Image, Shutterstock