Sunday, December 7, 2025
spot_imgspot_img

Related Posts

Top 5 This Week

Ημερίδα «Ψυχική Υγεία των Εφήβων και Εφηβική Παραβατικότητα» στο 6ο Γυμνάσιο Αθηνών

Μια συνολική θεώρηση για τη βία από και προς τα παιδιά, παρουσιάστηκε στο πλαίσιο της ημερίδας «Ψυχική Υγεία των Εφήβων και Εφηβική Παραβατικότητα», που πραγματοποιήθηκε στο 6ο Γυμνάσιο Αθηνών από τον δρα Γιώργο Νικολαΐδη, Ψυχίατρο, Διευθυντή της Δ/νσης Ψυχικής Υγείας & Κοινωνικής Πρόνοιας του Κέντρου για την Μελέτη & την Πρόληψη της Κακοποίησης – Παραμέλησης των Παιδιών στο Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού. «Η σχολική κοινότητα», όπως επισημαίνει ο κ. Νικολαΐδης, «αποτελεί συχνά τόπο τόσο θυματοποίησης όσο και παραβατικότητας».

«Παιδιά μπορεί να βιώνουν βία από συνομηλίκους, να γίνονται θύτες ή θύματα εκφοβισμού, ή ακόμη να μεταφέρουν στο σχολείο την ενδοοικογενειακή βία, που βιώνουν στο σπίτι. Η σχολική βία, επομένως, δεν είναι ένα απομονωμένο φαινόμενο. Συνδέεται με την ευρύτερη κουλτούρα κοινωνικών σχέσεων, τη λειτουργία των θεσμών, αλλά και τις αξίες που προβάλλονται στη δημόσια σφαίρα».

Από τη θυματοποίηση στην παραβατικότητα

Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού, η βία στο σχολικό πλαίσιο εκδηλώνεται σε δύο βασικές κατευθύνσεις:

Βία προς τα παιδιά, όταν οι μαθητές υφίστανται κακοποίηση, εκφοβισμό ή ψυχολογική βία από συμμαθητές ή ενήλικες.
Βία από τα παιδιά, όταν οι ανήλικοι επιδεικνύουν παραβατικές ή επιθετικές συμπεριφορές, συχνά ως αντανάκλαση βίας που έχουν προηγουμένως υποστεί.

Η γραμμή που χωρίζει τον θύτη από το θύμα, όπως σημειώνει ο κ. Νικολαΐδης, είναι συχνά δυσδιάκριτη: «Κάθε παιδί που παραβατεί είναι, κατά κανόνα, ήδη ένα παιδί που έχει θυματοποιηθεί — από το οικογενειακό του περιβάλλον ή από την κοινωνική του απομόνωση».

Τα δεδομένα της παραβατικότητας: σταθερότητα και όχι έκρηξη

Η κοινή εντύπωση ότι η βία των ανηλίκων αυξάνεται ραγδαία δεν επιβεβαιώνεται από τους δείκτες.

Σύμφωνα με στοιχεία της EUROSTAT για την περίοδο 2012–2021, ο αριθμός των ανηλίκων που καταγράφονται ως ύποπτοι ή δράστες εγκλημάτων στην Ελλάδα κυμαίνεται μεταξύ 250 και 400 ανά 100.000 πληθυσμού.

Σε ευρωπαϊκή σύγκριση, η Ελλάδα βρίσκεται κάτω από τον μέσο όρο της Ε.Ε., με τη Βόρεια και Κεντρική Ευρώπη να παρουσιάζουν υψηλότερους δείκτες.

Τα δεδομένα της Ελληνικής Αστυνομίας (ΕΛ.ΑΣ.) για τα έτη 2010–2024 δείχνουν επίσης ότι ο συνολικός αριθμός περιστατικών παραβατικότητας ανηλίκων παραμένει σχετικά σταθερός, με μικρές διακυμάνσεις:

Από περίπου 12.000 περιστατικά το 2010, σε 9.000–10.000 το 2020 (περίοδος πανδημίας),
και ελαφρά αύξηση το 2023–2024 κοντά στις 11.000 περιπτώσεις, σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες καταγραφές.

Αξιοσημείωτο είναι, ότι όταν αφαιρεθούν τα «ειδικά αδικήματα» (όπως τροχαίες παραβάσεις, κατοχή ουσιών ή οπλοφορία), ο πυρήνας της βίαιης παραβατικότητας είναι ακόμη μικρότερος και παραμένει σχεδόν αμετάβλητος την τελευταία δεκαετία.

Τι δείχνουν οι μακροχρόνιες έρευνες για τον εκφοβισμό

Οι έρευνες του ΕΠΙΨΥ (ΕΚΠΑ) για λογαριασμό του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, που καλύπτουν την περίοδο 1998–2022, προσφέρουν ένα ιστορικό βάθος στην ανάλυση.

Τα στοιχεία δείχνουν ότι:

Η εμπλοκή των ανηλίκων ως δραστών εκφοβιστικών ενεργειών παραμένει σταθερή γύρω στο 8–10% του μαθητικού πληθυσμού.
Η θύματοποιημένη πλευρά των μαθητών κυμαίνεται σε ποσοστά 15–20%, χωρίς σημαντική αύξηση στο χρόνο.
Στον ηλεκτρονικό εκφοβισμό, η εμπλοκή παραμένει σε χαμηλότερα επίπεδα (3–5%), αλλά με αυξητική τάση μετά το 2015, οπότε η χρήση κοινωνικών δικτύων έγινε καθολική.

Ο εκφοβισμός, σύμφωνα με τον ορισμό του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), έχει τρία χαρακτηριστικά: πρόθεση πρόκλησης βλάβης, επαναληψιμότητα και ανισομετρία δύναμης μεταξύ θύτη και θύματος.
Πλέον, όμως, δεν περιορίζεται στο προαύλιο του σχολείου — έχει μεταφερθεί και στον ψηφιακό χώρο, όπου η βία γίνεται λιγότερο ορατή αλλά εξίσου επιζήμια.

Μια βία διαφορετικής ποιότητας

Παρότι οι δείκτες δεν δείχνουν έξαρση, οι ειδικοί παρατηρούν ότι η βία των ανηλίκων αποκτά διαφορετικά χαρακτηριστικά. Όπως εξηγεί ο κ. Νικολαΐδης, «οι σύγχρονοι έφηβοι δεν είναι περισσότερο βίαιοι από τους προηγούμενους, αλλά η βία τους εμφανίζει μεγαλύτερη σκληρότητα και συναισθηματική αποστασιοποίηση».

Η ερμηνεία συνδέεται με το ιστορικό πλαίσιο στο οποίο μεγάλωσαν οι σημερινοί έφηβοι:

Η οικονομική κρίση του 2009–2015 διέλυσε την αίσθηση σταθερότητας. Η πανδημία καλλιέργησε τη λογική του φόβου προς τον «άλλο άνθρωπο». Οι γεωπολιτικές αναταράξεις και η κλιματική κρίση συντηρούν ένα διαρκές υπόβαθρο ανασφάλειας.

Όταν η συλλογική εμπειρία διαμορφώνεται από απειλές, τότε η ενσυναίσθηση φθίνει. Ο άλλος δεν είναι πια σύμμαχος ή φίλος, αλλά πιθανός αντίπαλος. Αυτή η μετατόπιση στην κοινωνική αντίληψη, επισημαίνει ο κ. Νικολαΐδης, εξηγεί σε μεγάλο βαθμό τη «σκληρότερη» φύση της νεανικής βίας.

Οι παγίδες της καταστολής

Πολλές χώρες, αναζητώντας λύσεις, επένδυσαν σε τεχνολογίες ασφάλειας: κάμερες στα σχολεία, αυξημένη αστυνόμευση, συστήματα επιτήρησης. Τα αποτελέσματα όμως ήταν απογοητευτικά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, οι Ηνωμένες Πολιτείες, όπου τα σχολεία διαθέτουν υψηλότατα επίπεδα επιτήρησης, τα ποσοστά νεανικής βίας και ένοπλων επιθέσεων παραμένουν τα υψηλότερα στον ανεπτυγμένο κόσμο. Η στατιστική παραβατικότητας, άλλωστε, δεν αποτυπώνει πάντα την πραγματικότητα.

Επηρεάζεται από νομοθετικές αλλαγές, όπως η διαφοροποίηση των ορίων ποινικής ευθύνης ή οι ρυθμίσεις για τα αδικήματα μικρής κλίμακας (π.χ. κατοχή ουσιών).

Η εικόνα, επομένως, χρειάζεται προσεκτική ανάγνωση και όχι επιφανειακές συγκρίσεις.

Τα κορίτσια και ο εκφοβισμός

Η σύγχρονη έρευνα δείχνει ότι η βία δεν είναι πλέον αποκλειστικά «αγορίστικη υπόθεση».

Τα κορίτσια εμπλέκονται ενεργά σε εκφοβιστικές συμπεριφορές, κυρίως μέσω κοινωνικού αποκλεισμού, φημών ή ψηφιακής στοχοποίησης. Οι συχνότερες αφορμές σχετίζονται με θέματα ταυτότητας φύλου και σεξουαλικού προσανατολισμού — το σχολείο συχνά μετατρέπεται σε πεδίο κοινωνικών συγκρούσεων γύρω από ζητήματα αποδοχής και διαφορετικότητας.

Η σιωπηλή πανδημία: η βία προς τα παιδιά

Αν η βία μεταξύ ανηλίκων είναι ορατή, η βία προς τα παιδιά παραμένει σε μεγάλο βαθμό αόρατη.
Η πανελλαδική έρευνα του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού σε 10.674 παιδιά από Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Κρήτη αποτυπώνει με αριθμούς την πραγματικότητα:

Μορφή Βίας Ποσοστό Αυτοαναφοράς από Παιδιά Ποσοστό Καταγραφής από Φορείς

Ψυχολογική βία 70,02% 0,53%
Σωματική βία 47,38% 0,14%
Σεξουαλική βία (επαφή) 4,45% 0,07%
Παραμέληση 26,41% 0,46%

Η αναλογία είναι αποκαλυπτική: στην Ελλάδα αποκαλύπτεται μόλις 1 στα 40 περιστατικά σωματικής κακοποίησης και 1 στα 100 περιστατικά σεξουαλικής κακοποίησης.

Και ακόμη χειρότερα, μόνο 1 στα 10 παιδιά που έχουν ανάγκη ψυχοκοινωνικής στήριξης τη λαμβάνουν στην πράξη.

Τα μοτίβα της βίας: ψυχολογική, σωματική, σεξουαλική, παραμέληση

Η ανάλυση των επιμέρους μορφών δείχνει ότι η ψυχολογική βία είναι μακράν η συχνότερη εμπειρία των παιδιών: προσβολές, ταπεινώσεις, απόρριψη ή απειλές.

Ακολουθεί η σωματική βία, με ένα στα δύο παιδιά να δηλώνει ότι έχει δεχθεί χτυπήματα ή άλλες μορφές σωματικής τιμωρίας στο σπίτι.

Η σεξουαλική βία εμφανίζεται σε μικρότερα ποσοστά, αλλά οι αριθμοί είναι ανησυχητικοί:
2–3% δηλώνουν ότι έχουν εκτεθεί σε πορνογραφικό υλικό χωρίς συναίνεση.
4–6% αναφέρουν ανεπιθύμητο άγγιγμα ή «θωπείες».

1–2% μιλούν για απόπειρα σεξουαλικής επαφής.
Η παραμέληση, τέλος, αγγίζει το 25–30% των παιδιών, είτε μέσω συναισθηματικής απουσίας είτε μέσω έλλειψης φροντίδας, εποπτείας ή βασικών αναγκών.

Αξιοσημείωτο είναι ότι τα παιδιά που εκτίθενται σε πολλαπλές μορφές βίας έχουν αυξημένο κίνδυνο να γίνουν μελλοντικά παραβατικά ή αυτοκαταστροφικά.

Η λεγόμενη «πολλαπλή έκθεση» είναι το πιο ανησυχητικό εύρημα: συνδυασμοί ψυχολογικής, σωματικής και σεξουαλικής βίας εμφανίζονται σε περίπου 20% των περιπτώσεων.

Η σύγχυση μεταξύ βίας και αναπαράστασης

Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα σημεία της παρουσίασης αφορά τη σύγχυση μεταξύ της πραγματικής βίας και της αναπαράστασής της στα μέσα και την ψυχαγωγία.

Τα παιδιά, επισημαίνει ο κ. Νικολαΐδης, δεν είναι εξοικειωμένα με τη φυσική βία, αλλά με την εικόνα της βίας — μέσω βιντεοπαιχνιδιών, ταινιών και διαδικτυακών περιβαλλόντων.

Αυτό δημιουργεί μια παράδοξη κατάσταση: ενώ η φυσική βία μειώνεται, η αναισθησία απέναντί της αυξάνεται. Το μικρό ποσοστό παιδιών, που εξακολουθεί να χρησιμοποιεί βία έχει πλέον μεγαλύτερη ψυχική και κοινωνική απόσταση από τα υπόλοιπα, λειτουργώντας στα όρια της κοινωνικής απομόνωσης.

Από την τιμωρία στη φροντίδα

«Αλίμονο αν οι κοινωνίες μας αρχίσουν να φοβούνται τα παιδιά τους», προειδοποιεί ο κ. Νικολαΐδης, για να προσθέσει: «Η απάντηση στη βία δεν μπορεί να είναι η καταστολή ή η τιμωρία, αλλά η ενίσχυση των δεσμών και των κοινοτήτων. Κάθε παιδί που εμφανίζει παραβατική συμπεριφορά είναι προϊόν ενός πλέγματος αποτυχιών: οικογενειακών, σχολικών, κοινωνικών». Η βία, επομένως, δεν είναι απλώς πράξη επιθετικότητας — είναι σημάδι κοινωνικής ανισορροπίας.

Το Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού προτείνει ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο δράσης, βασισμένο στις αρχές των δικαιωμάτων του παιδιού:

Πρόληψη (Prevention) – Επένδυση στην έγκαιρη ανίχνευση και αποτροπή της θυματοποίησης.
Προστασία (Protection) – Διασφάλιση ασφάλειας και σταθερού περιβάλλοντος για όλα τα παιδιά.
Δίωξη δραστών (Prosecution) – Ενίσχυση της λογοδοσίας, με σεβασμό στα δικαιώματα των παιδιών.
Παροχή υπηρεσιών (Provision) – Πρόσβαση σε ψυχοκοινωνική φροντίδα και θεραπεία.
Διακλαδική συνεργασία (Promotion of collaboration) – Συντονισμός σχολείων, υγείας, δικαιοσύνης και κοινωνικής πρόνοιας.
Συμμετοχή των παιδιών (Participation) – Ενεργή εμπλοκή των παιδιών σε αποφάσεις που τα αφορούν.

Ο πιο αποτελεσματικός τρόπος πρόληψης της βίας, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού, είναι το δημοκρατικό σχολείο, που δεν εκπαιδεύει απλώς στη γνώση, αλλά στη συνύπαρξη – σχολείο όπου τα παιδιά μαθαίνουν ότι κάθε άτομο έχει δικαιώματα, ότι οι πιο ισχυροί οφείλουν να στηρίζουν τους πιο αδύναμους και ότι η κοινότητα είναι χώρος φροντίδας, όχι ανταγωνισμού. Η καλλιέργεια συμπερίληψης, ενσυναίσθησης και συνεργασίας προκρίνεται ως το πιο αποτελεσματικό «αντίδοτο» στη βία — πολύ περισσότερο από κάθε κάμερα ή αστυνομικό μέτρο. Όπως επισημαίνει ο διευθυντής του Ινστιτούτου, «η βία από και προς τα παιδιά δεν είναι ένα αυτόνομο φαινόμενο. Είναι καθρέφτης της κοινωνίας που τα μεγαλώνει. Σε μια εποχή διαρκών κρίσεων, το στοίχημα δεν είναι μόνο να προστατεύσουμε τα παιδιά, αλλά να τους δώσουμε λόγο να εμπιστευτούν τον κόσμο».

Popular Articles