Του Κώστα Ράπτη
Θα αντέξει πολιτικά ο “μεσαίος χώρος”; Θα αντέξει το “τείχος” των λοιπών πολιτικών δυνάμεων (και δη της Χριστιανοδημοκρατίας) απέναντι στην ακροδεξιά “Εναλλακτική για τη Γερμανία”; Θα αντέξει τους επόμενους 12 μήνες ο ομοσπονδιακός κυβερνητικός συνασπισμός του Όλαφ Σολτς, που ούτως ή άλλως μαστίζεται από αλλεπάλληλες εσωτερικές διαφωνίες ή θα συρθεί σε πρόωρες εκλογές; Θα μπορέσει να αναδειχθεί νέα κυβέρνηση συνεργασίας στο κρατίδιο της Θουριγγίας και να αποφευχθεί η κυβερνητική κρίση;
Αυτά είναι τα ερωτήματα που τίθενται στην Γερμανία την επαύριο των ανά πενταετία εκλογών στα ομόσπονδα κρατίδια της Σαξονίας και της Θουριγγίας, τα αποτελέσματα των οποίων, καίτοι σε γενικές γραμμές αναμενόμενα, δεν παύουν να προκαλούν σοκ. Η πρώτη θέση που κατέκtησε, με το ένα τρίτο των ψήφων, η “Εναλλακτική για την Γερμανία” (AfD) στην Θουριγγία αποτελεί γεγονός δίχως προηγούμενο στην ιστορία της επανενωμένης Γερμανίας, ενώ η εδραίωσή της στην δεύτερη θέση στην γειτονική Σαξωνία, με μικρή διαφορά από την κυβερνώσα Χριστιανοδημοκρατία, αποδεικνύει το εύρος της σχετικής τάσης, η οποία εκτιμάται ότι πιθανότατα θα επιβεβαιωθεί και στις εκλογές του Βραδεμβούργου που έπονται στις 22 Σεπτεμβρίου.
Υπενθυμίζεται ότι η AfD, που ιδρύθηκε το 2013 ως “κόμμα καθηγητών” κατά της διάσωσης του Ευρωπαϊκού Νότου, για να μεταλλαχθεί στη σκιά της προσφυγικής κρίσης του 2015, είχε ήδη την καλύτερη επίδοση της ιστορίας της στις τελευταίες ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου.
Την αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού αναδεικνύει από μία άλλη πλευρά και η εκτίναξη στην τρίτη θέση (με διψήφια ποσοστά) ενός κόμματος με ιστορία μόλις λίγων μηνών: της νεοσύστατης κίνησης BSW της Σάρα Βάγκενκνεχτ, η οποία αποσχίσθηκε από το κόμμα της Αριστεράς, προσανατολιζόμενη σε αντι-νατοϊκές και “κλασικότερες” εργατικές (αντί για “woke”) πολιτικές. Με άλλα λόγια, μοιράζεται με τον τρόπο της την επιφυλακτική απέναντι στην συνέχιση του πολέμου της Ουκρανίας, αλλά και απέναντι στην ανεξέλεγκτη μετανάστευση στάση της AfD.
Για όσους αρέσκονται να αντιμετωπίζουν ενιαία τα “άκρα” ασφαλώς δεν αποτελεί καθησυχαστικό σημάδι ότι το άθροισμα της AfD και της BSW στα δύο κρατίδια που ψήφισαν χθες αντιστοιχεί χονδρικά στο ήμισυ της ψήφου.
Δεν είναι τυχαίο βέβαια ότι και τα τρία υπό συζήτηση κρατίδια βρίσκονται στο ανατολικό τμήμα της Γερμανίας, το οποίο 34 χρόνια μετά την επανένωση, εξακολουθεί να διαχωρίζεται από την υπόλοιπη χώρα με ποικίλα αόρατα “τείχη” – κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά. Η αίσθηση των Ανατολικογερμανών ότι αποτελούν πολίτες δεύτερης κατηγορίες, οι μισθολογικές διαφορές σε σχέση με τη Δύση, αλλά και οι διαφορετικές πολιτικές παραδόσεις εξηγούν την καχεξία των δυνάμεων του “μεσαίου χώρου” στην περιοχή, εξαιρουμένως προς το παρόν της Χριστιανοδημοκρατίας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι από τα τρία συγκυβερνώντα σε ομοσπονδιακό επίπεδο κόμματα, οι Πράσινοι και οι Φιλελεύθεροι ουδέποτε έπιασαν ρίζες στα ανατολικά, ενώ οι Σοσιαλδημοκράτες του καγκελαρίου Σολτς περιορίζονται πλέον σε μονοψήφια ποσοστά που αποτελούν ιστορικό χαμηλό. Την εικόνα συμπληρώνει η κρίση του κόμματος της Αριστεράς (από το οποίο προερχόταν ο πρωθυπουργός της Θουριγγίας), μετά την απόσχιση της Ζάρα Βάγκενκνεχτ.
Ειδικότερα, στη Θουριγγία των δύο εκατομμυρίων κατοίκων η AfD απέσπασε το 32,8% της ψήφου, η Χριστιανοδημοκρατία το 23,6%, η BSW το 15,8%, η Αριστερά το 13,1%, οι Σοσιαλδημοκράτες το 6,1%, ενώ οι Πράσινοι και οι Φιλελεύθεροι βρίσκονται κάτω από το όριο κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης του 5%.
Στη Σαξωνία των τεσσάρων εκατομμυρίων κατοίκων, οι Χριστιανοδημοκράτες, που κυβερνούν το κρατίδιο από το 1990, διατηρούν την πρωτιά με 31,9%, ενώ σε απόσταση αναπνοής με 30,6% ακολουθεί η AfD. Η BSW αποσπά το 11,8%, οι Σοσιαλδημοκράτες το 7,3%, οι Πράσινοι το 5,1% και η Αριστερά το 4,5% μένοντας εκτός νυμφώνος. Εδώ ο κυβερνητικός συνασπισμός υπό τον Μίχαελ Κρέτσμερ θα είναι σε θέση να παραμείνει στην εξουσία. Η αποκλίνουσα σε σχέση με την κεντρική γραμμή της Χριστιανοδημοκρατίας τοποθέτηση του τοπικού πρωθυπουργού στα θέματα του πολέμου της Ουκρανίας προφανώς έπαιξε τον ρόλο της στην διαμόρφωση του αποτελέσματος.
Αλλά οι χθεσινές εκλογές αποτυπώνουν και πανεθνικές τάσεις: την δυσφορία που προκαλούν η πληθωριστική κρίση, η παραμέληση των υποδομών και οι “πράσινες πολιτικές”, καθώς και το γεγονός ότι το τμήμα του πληθυσμού το οποίο στέκει επιφυλακτικά απέναντι στις νεοψυχροπολεμικές εντάσεις με την Ρωσία μένει πολιτικά ακάλυπτο από τις δυνάμεις του κέντρου.
Σε αυτά ήρθε να προστεθεί και το σοκ της πρόσφατης επίθεσης στο Ζόλινγκεν της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας όπου Σύρος ενδεχομένως σχετιζόμενος με το Ισλαμικό Κράτος (του οποίου η αποφασισθείσα απέλαση δεν είχε πραγματοποιηθεί λόγω γραφειοκρατικής αβελτηρίας) μαχαίρωσε μέχρι θανάτου τρεις ανθρώπους.
Το γεγονός έφερε σε ιδιαίτερα άβολη θέση την CDU, η οποία κυβερνά την Βόρειο Ρηνανία-Βεστφαλία, ενώ ο αρχηγός του κόμματος Κρίστιαν Μερτς σπεύδει να απαιτήσει επαναφορά των συνοριακών ελέγχων (ήτοι πρακτικά την κατάργηση του Χώρου Schengen), απαγόρευση της διπλής υπηκοότητας και περιορισμό των δυνατοτήτων παροχής άδειας παραμονής και πολιτογραφήσεως. Όμως, σε τόσες άλλες ευρωπαϊκές περιπτώσεις έχει γίνει σαφές ότι η κεντροδεξιά ενισχύει, παρά ανακόπτει τις δυνάμεις που βρίσκονται στα δεξιότερά της, όποτε αντιγράφει την ατζέντα τους.