Η αύξηση των καταναλωτικών δαπανών των νοικοκυριών, λόγω της ακρίβειας, υπερκαλύπτει την αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος τους. Αυτό προκύπτει από τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ σύμφωνα με τα οποία το πρώτο τρίμηνο φέτος το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών αυξήθηκε 1% αλλά οι καταναλωτικές δαπάνες τους εκτινάχθηκαν σχεδόν 7%. Αυτό είχε ώς αποτέλεσμα το ίδιο διάστημα να σημειωθεί αύξηση της αρνητικής αποταμίευσης στο -8% επί του διαθέσιμου εισοδήματος έναντι -2,2% το αντίστοιχο τρίμηνο πέρυσι.
Αντιστοφή αυτής της τάσης παρατηρήθηκε τον Ιούνιο με αύξηση των καταθέσεων τω νοικοκυριών κατά 775 εκατ ευρώ η οποία αποδίδεται σε αύξηση εισοδημάτων λόγω του τουρισμού.
Ειδικότερα, κατά το 1ο τρίμηνο του 2024, το διαθέσιμο εισόδημα του τομέα των νοικοκυριών και των μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων που εξυπηρετούν νοικοκυριά (ΜΚΙΕΝ) (S.1M) αυξήθηκε κατά 1,1% σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους, από 34,74 δισ. ευρώ σε 35,13 δισ. ευρώ.
Κατά το 1ο τρίμηνο του 2024, η τελική καταναλωτική δαπάνη των νοικοκυριών και των μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων που εξυπηρετούν νοικοκυριά, αυξήθηκε κατά 6,9% σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους, από 35,5 δισ. ευρώ σε 38,0 δισ. ευρώ.
Το ποσοστό αποταμίευσης των νοικοκυριών και των ΜΚΙΕΝ, που ορίζεται ως η ακαθάριστη αποταμίευση προς το ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα, ήταν -8,1% κατά το 1ο τρίμηνο του 2024, σε σύγκριση με -2,2% το 1ο τρίμηνο του 2023.
Τέλος, κατά το 1ο τρίμηνο του 2024, οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου του τομέα των μη χρηματοοικονομικών εταιρειών ανήλθαν στο ποσό των 4,0 δισ. ευρώ.
Το ποσοστό των επενδύσεων του τομέα που ορίζεται ως οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου προς την ακαθάριστη προστιθέμενη αξία, ήταν 22,9% σε σύγκριση με 21,2% το 1ο τρίμηνο του 2023.