Της Βίκυς Κουρλιμπίνη
Οι δυνατότητες, οι ευκαιρίες, αλλά και οι μεγάλες ελλείψεις στο σκέλος των υποδομών βρέθηκαν στο επίκεντρο του 14ου Πανελλήνιου Συνεδρίου του Συνδέσμου Ελλήνων Επαγγελματιών Εκδηλώσεων και Οργανωτών Συνεδρίων (HAPCO & DES) που διεξάγεται στις 10 και 11 Μαρτίου στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.
Όπως ανέφερε η πρόεδρος του HAPCO & DES Σίσσυ Λυγνού, η Ελλάδα έχει τις δυνατότητες να αποτελέσει κορυφαίο συνεδριακό προορισμό, όμως το μεγάλο πρόβλημα είναι η έλλειψη διαθεσιμότητας κατάλληλων συνεδριακών χώρων. Αυτή τη στιγμή, η αγορά των συνεδρίων στην Ελλάδα παράγει αξία ύψους 2 δισ. ευρώ και κατέχει την 47η θέση παγκοσμίως σε όρους τζίρου της συνεδριακής δραστηριότητας. Η Πορτογαλία είναι στην 30η θέση και η Ιταλία είναι στην 13η θέση. “Μπορούμε να ανέβουμε πολύ αν αυξήσουμε τις υποδομές μας, εάν δημιουργήσουμε μια εθνική προβολή και σε ένα πλαίσιο εθνικής στρατηγικής, μπορούμε να φτάσουμε έως και τα 6-7 δισ.” τόνισε.
Όπως αναφέρθηκε, η χώρα προσελκύει περισσότερα και μεγαλύτερα συνέδρια. Είναι χαρακτηριστικό πως τη χρονιά που πέρασε καταγράφηκε άνοδος κατά 20% σε σύγκριση με το 2023 και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις θα υπάρξει παρόμοια ανάπτυξη και το 2025.
“Αλλά έχουμε έλλειψη διαθεσιμότητας και αναγκαζόμαστε να διώχνουμε σημαντικές διοργανώσεις. Χάνουμε κάθε χρόνο 100 μεγάλα διεθνή συνέδρια και 1000 εταιρικές συναντήσεις, καθώς δεν μπορούμε να φιλοξενήσουμε μεγάλα συνέδρια” τόνισε η πρόεδρος του Συνδέσμου.
Τα κέρδη από την άνοδο του συνεδριακού τουρισμού αποτυπώνονται στα εξής στοιχεία: Ένα συνέδριο 500 ατόμων, παράγει έσοδα 1.125.000€. Ο συνεδριακός επισκέπτης ξοδεύει από 4 έως 7 φορές περισσότερα χρήματα από τον απλό τουρίστα, ενώ ο συνεδριακός τουρισμός ενισχύει την επισκεψιμότητα καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου, με λιγότερη εξάρτηση από την εποχικότητα. Παράλληλα, εμπλέκει ευρύ φάσμα τοπικών επιχειρήσεων, ενισχύει την οικονομική δραστηριότητα στην περιοχή, προβάλλει τον προορισμό ως κέντρο επιστημονικής γνώσης και ενθαρρύνει τις συνέργειες μεταξύ ακαδημαϊκών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων, ανοίγει δυνατότητες για επαγγελματικές συνεργασίες και καινοτόμες πρωτοβουλίες και συνεισφέρει θετικά και μακροπρόθεσμα στις τοπικές κοινότητες. Τέλος μέσω φιλοξενίας διεθνών εκδηλώσεων, αυξάνει το κύρος και τη φήμη της χώρας διεθνώς.
Σύμφωνα με την ICCA (International Congress and Convention Association), έναν από τους κορυφαίους διεθνείς οργανισμούς που εξειδικεύονται στη βιομηχανία συνεδρίων, συνεδριακού τουρισμού και εκδηλώσεων, η Αθήνα κατέχει την 11η θέση στην Ευρώπη και τη 15η στον κόσμο, και η Θεσσαλονίκη έρχεται 26η στην Ευρώπη και 42η στον κόσμο.
Όπως ανέφερε ο Αλέξανδρος Θάνος, Εντεταλμένος Σύμβουλος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, έχουμε ισχυρό brand αλλά έχουμε πίσω από τον ανταγωνισμό. “Η Αθήνα αγωνιά τι θα γίνει με το γήπεδο Tae Kwon Do. Στη Θεσσαλονίκη περιμένουμε την ανάπλαση της ΔΕΘ έτσι ώστε να μην κάμψει τη δυναμική που έχει η πόλη”.
Από την πλευρά του ο Κυριάκος Ποζρικίδης είναι Διευθύνων Σύμβουλος της ΔΕΘ – HELEXPO.Α.Ε., αναφέρθηκε στο νέο εκθεσιακό και συνεδριακό κέντρο στη Θεσσαλονίκη, που στοχεύει να μεταμορφώσει την περιοχή σε έναν σύγχρονο χώρο εκθέσεων και πρασίνου. Η επένδυση, ύψους περίπου 300 εκατομμυρίων ευρώ, προβλέπει τη δημιουργία του πιο βιοκλιματικού εκθεσιακού κέντρου στην Ευρώπη, με εξοικονόμηση ενέργειας έως και 70% μέσω συνδυασμού ηλιακής, θερμικής και γεωθερμικής ενέργειας, καθώς και μείωση της κατανάλωσης νερού κατά 40%-50%.
Η ανάπλαση του εκθεσιακού κέντρου της ΔΕΘ-Helexpo στη Θεσσαλονίκη βρίσκεται σε εξέλιξη, με σημαντικά βήματα να έχουν πραγματοποιηθεί. Το 2019, προκηρύχθηκε διεθνής αρχιτεκτονικός διαγωνισμός για την ανασυγκρότηση του εκθεσιακού κέντρου.
Η ομάδα των αρχιτεκτονικών γραφείων Sauerbruch Hutton (Γερμανία), Gustafson Porter + Bowman (Βρετανία) και της Ελληνίδας αρχιτέκτονος Έλενας Σταυροπούλου κέρδισε ομόφωνα το πρώτο βραβείο με την πρότασή της. “Στα τέλη του 2026 θα μπούμε στην κατασκευαστική φάση” ανέφερε ο Διευθύνων Σύμβουλος της ΔΕΘ – HELEXPO.Α.Ε.
Ο Αλέξης Λαγουδάκης είναι ο Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρείας Athens Metropolitan Expo A.E., είπε πως συνδράμουμε στις προσπάθειες να γίνουν νέα ξενοδοχεία στην περιοχή. “Δεν είμαστε αρκετά μεγάλοι για την Αθήνα και για την ανταγωνιστική αγορά. Μας λείπουν κάποιες υποδομές. Θέλουμε να προχωρήσουμε σε επέκταση κατά 40.000 τ.μ. σε τρεις αίθουσες μαζί με υποδοχές”.