ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Τράπεζες: Έχασε ή κέρδισε το δημόσιο από την ανακεφαλαιοποίηση

Της Βάσως Αγγελέτου

Τις δύο πρώτες συναλλαγές της Στρατηγικής Αποεπένδυσης από τις συστημικές τράπεζες ολοκλήρωσε τις προηγούμενες ημέρες το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, γεγονός που σηματοδοτεί την “αρχή του τέλους” για τη μετοχική συμμετοχή του Δημοσίου στο εγχώριο πιστωτικό σύστημα.

Τις προηγούμενες ημέρες ολοκληρώθηκαν δύο κρίσιμες συναλλαγές: η πώληση του ποσοστού 9% που κατείχε το ΤΧΣ στην Alpha Bank και του 22% (από 40% που κατείχε συνολικά) στην Εθνική Τράπεζα. Η πρώτη συναλλαγή πραγματοποιήθηκε με αυτόκλητη προσφορά από στρατηγικό επενδυτή-τράπεζα του εξωτερικού −τον ιταλικό κολοσσό UniCredit− έναντι 293,5 εκατ. ευρώ. 

Η δεύτερη ολοκληρώθηκε εχθές Παρασκευή, μέσω της χρηματιστηριακής αγοράς, με διάθεση του 3% σε ιδιώτες επενδυτές της εγχώριας αγοράς και το υπόλοιπο 19% σε θεσμικούς (ειδικούς) επενδυτές στο εξωτερικό. Μέσω της διαδικασίας βιβλίου προσφορών (book building), συγκεντρώθηκαν περισσότερα από 8 δισ. ευρώ, με την υπερκάλυψη να ανέρχεται σε 8,04 φορές.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε, βέβαια, ότι στα τέλη Σεπτεμβρίου η Eurobank προχώρησε σε επαναγορά του 1,4% που κατείχε στο μετοχικό της κεφάλαιο το ΤΧΣ έναντι 93,7 δισ. ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι τα έσοδα που εισέπραξε το Δημόσιο από τη διάθεση των ποσοστών 1,4% στη Eurobank, 9% στην Alpha Bank και 22% στην Εθνική ανέρχονται σε 293,5 εκατ. ευρώ και 1,07 δισ. ευρώ, αντίστοιχα, ανεβάζοντας το “ταμείο” στα 1,4 δισ. ευρώ. 

Στα επόμενα σχέδια του ΤΧΣ είναι η διάθεση του υπόλοιπου 18% στην Εθνική το επόμενο διάστημα (δεν έχει οριστικοποιηθεί το ακριβές χρονοδιάγραμμα) και του 27% στην Τράπεζα Πειραιώς, που προγραμματίζεται για την άνοιξη του 2024. Σύμφωνα με τις τρέχουσες χρηματιστηριακές τιμές, τα αναμενόμενα έσοδα του Δημοσίου υπολογίζονται κατά προσέγγιση σε 2 δισ. ευρώ, 1 δισ. ευρώ για το 18% της Εθνικής και 1 δισ. ευρώ για το 27% της Πειραιώς (κατά προσέγγιση). Αυτό σημαίνει ότι τα συνολικά έσοδα που θα αποκομίσει το Δημόσιο από την τρέχουσα αποεπένδυση δεν θα υπερβαίνουν τα 3,5 δισ. ευρώ.

Ο βαρύς λογαριασμός των ανακεφαλαιοποιήσεων

Θυμίζεται ότι τα μνημονιακά έτη 2012-2016 πραγματοποιήθηκαν τρεις ανακεφαλαιοποιήσεις τραπεζών από το ελληνικό Δημόσιο −μέσω του ΤΧΣ−, οι οποίες κόστισαν συνολικά περί τα 40 δισ. ευρώ. Η πρώτη (2012-2013) κόστισε στους Έλληνες φορολογούμενους 25,5 δισ. ευρώ, ενώ συμμετείχαν και ιδιώτες με 3 δισ. ευρώ. Το αποτέλεσμα ήταν το ΤΧΣ να αποκτήσει ποσοστό άνω του 80% στις 4 συστημικές τράπεζες, χωρίς πάντως να κατοχυρώνει σημαντικά διοικητικά δικαιώματα, όπως η επιλογή διοικήσεων.

Η δεύτερη ανακεφαλαιοποίηση (ύψους 8,3 δισ. ευρώ) πραγματοποιήθηκε το 2014, κυρίως από ιδιώτες επενδυτές, γεγονός που οδήγησε σε σοβαρή απομείωση της θέσης του Δημοσίου (dilution). Παράλληλα, ελήφθησαν πρόσθετα μέτρα, όπως στήριξη των τραπεζών με εγγυήσεις (ομόλογα), εξυγίανση τραπεζών (Αγροτική, Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, Proton) και αναδιάταξη τραπεζικού συστήματος με εξαγορές και συγχωνεύσεις.

Σημειώνεται ότι, παρά τις σημαντικές ανακεφαλαιοποιήσεις και τη συγκέντρωση του κλάδου σε τέσσερα συστημικά ιδρύματα, η μαζική εκροή καταθέσεων συνεχιζόταν από το εγχώριο πιστωτικό σύστημα, αγγίζοντας τα 87 δισ. ευρώ, με αποδέκτη κυρίως τράπεζες εξωτερικού. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε σε έκθεσή του το 2015 το ΔΝΤ, “θα μπορούσαν να χρειαστούν περαιτέρω ενέσεις κεφαλαίου στο μέλλον, ελλείψει ριζικής λύσης στα ζητήματα διακυβέρνησης που βρίσκονται στη ρίζα των προβλημάτων του ελληνικού τραπεζικού συστήματος”.

Πράγματι, εκείνη τη χρονιά πραγματοποιήθηκε −υπό συνθήκες capital controls− η τρίτη ανακεφαλαιοποίηση, η οποία ανήλθε σε 5,4 δισ. ευρώ, έναντι 25 δισ. ευρώ που είχαν αρχικά προβλεφθεί, καθώς οι ξένοι επενδυτές συμμετείχαν με 5,3 δισ. ευρώ και χωρίς να υπάρξει πλήγμα για τις καταθέσεις. Σημειώνεται ότι από την 1η Ιανουαρίου 2016 έμπαινε σε ισχύ η οδηγία BRRD, που προβλέπει ότι πριν από τη λήψη κρατικής βοήθειας πρέπει να γίνει “κούρεμα” σε μετόχους, ομολογιούχους και καταθέτες για ποσά μεγαλύτερα των εγγυημένων 100.000 ευρώ (bail-in).

Για το ζήτημα αυτό εξέδωσε πρόσφατα ανάλυση το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), το οποίο εκτιμά το κόστος των ανακεφαλαιοποιήσεων στα 42-43 δισ. ευρώ, στο πλαίσιο της έρευνας “Η αθέατη πλευρά του φεγγαριού: Οι αρνητικές επιπτώσεις της αποεπένδυσης του ΤΧΣ από το ελληνικό τραπεζικό σύστημα”. Υπολογίζει ότι συνολικά το κόστος που έχει καταβληθεί ανέρχεται σε 46 δισ. ευρώ, από το οποίο, εάν αφαιρεθούν τα έσοδα από την τρέχουσα αποεπένδυση (ύψους 3,5 δισ. ευρώ), ανέρχεται συνολικά σε 42-43 δισ. ευρώ.

Το ίδιο υποστηρίζει ότι, για να λάβει πίσω τα λεφτά του το Δημόσιο, η χρηματιστηριακή αξία “των τεσσάρων συστημικών τραπεζών θα έπρεπε να ήταν 1.383% μεγαλύτερη από αυτήν στις 6/10/2023. Δηλαδή περίπου 14,83 φορές μεγαλύτερη”. Μάλιστα, το ΚΕΠΕ προχωρά σε σύγκριση των προγραμμάτων διάσωσης τραπεζών σε άλλες χώρες, όπως ΗΠΑ και Ηνωμένο Βασείλειο, επισημαίνοντας ότι οι ΗΠΑ αποκόμισαν κέρδη +13,7% από τις επενδύσεις του προγράμματος TRAP στις τράπεζες, ενώ για το Ηνωμένο Βασίλειο προέκυψαν μικρές ζημίες από το πρόγραμμα διάσωσης, της τάξης του -17% της αρχικής επένδυσης.

Το αντιστάθμισμα του “κουρέματος” των ομολόγων (PSI)

Μιλώντας πρόσφατα στο συνέδριο “Κύκλος Ιδεών”, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, τοποθετήθηκε για το ζήτημα αυτό, εισάγοντας στη συζήτηση το κόστος που επέβαλε το Δημόσιο στις τράπεζες με το κούρεμα των ομολόγων (PSI) το 2012. Στη συζήτηση για επιβάρυνση του Δημοσίου πάνω από 40 δισ. ευρώ, ο ίδιος εκτιμά ότι το κόστος του PSI ξεπέρασε τα 50 δισ. ευρώ, υποστηρίζοντας μάλιστα ότι υπάρχει επιπλέον όφελος για το Δημόσιο από τα “τεράστια μερίσματα που εισέπραξε από την ΤτΕ λόγω της γραμμής χρηματοδότησης ELA”.

Θυμίζεται ότι το κράτος υποχρέωσε τις εγχώριες τράπεζες να συμμετάσχουν στο PSI, που είχε ως αποτέλεσμα το “κούρεμα” των ομολόγων κατά 53,5%. Η ζημία που υπέστησαν οι τράπεζες από την απώλεια της αξίας των τίτλων που είχαν στα επενδυτικά τους χαρτοφυλάκια ανήλθε σε 37,7 δισ. ευρώ. Η ζημία αυτή είχε ως αποτέλεσμα όχι μόνο να χαθεί το σύνολο των κεφαλαίων των μετόχων των τραπεζών, αλλά οι τράπεζες να καταγράψουν αρνητικά ίδια κεφάλαια ύψους 15 δισ. ευρώ, γεγονός που επέβαλε την ανακεφαλαιοποίηση του κλάδου προκειμένου να παραμείνουν βιώσιμες και να μη χαθούν οι καταθέσεις των πολιτών.

Related posts

Ελληνογερμανικό Επιμελητήριο: Στο 1,5 δισ. ευρώ οι επενδύσεις της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας έως το 2026

protothema.gr

ΟΕΕ: Να ανασταλεί το κλείδωμα των δηλώσεων ΦΠΑ – 17 προβλήματα στην εφαρμογή του

timesadmin

Προτάσεις ΚΕΕΕ για το Χωροταξικό Πλαίσιο για τον Τουρισμό

protothema.gr

Το 2025 η παράδοση του “Πάτρα-Πύργος” – Άνω του 40% η πρόοδος των εργασιών

James Rollner

Πώς διαμορφώνεται η εικόνα για τα τιμολόγια του Αυγούστου και ποια θα είναι η επιδότηση

protothema.gr

Τομές στο “βαθύ κράτος” με ευέλικτες μεταθέσεις, προαγωγές, υποβαθμίσεις δημοσίων υπαλλήλων – Τι αποφάσισε η κυβέρνηση

wp-needuser