Της -
Το εγχώριο οικονομικό περιβάλλον, με τους διεθνείς οίκους να αναβαθμίζουν τις εκτιμήσεις τους για την ανάπτυξη της Ελλάδας, το ισχυρό ριμπάουντ του τουρισμού με τα έσοδα να αναμένεται να κοντράρουν άνετα το ρεκόρ του 2019, οι πολύ χαμηλές αποτιμήσεις, η επανάκαμψη των επιχειρηματικών συμφωνιών και η κινητοποίηση στο μέτωπο των εξαγορών και συγχωνεύσεων, σε συνδυασμό με τη συνέχιση τη ισχυρής στήριξης της ΕΚΤ προς την Ελλάδα με τις ευέλικτες επανεπενδύσεις του PEPP αλλά και την έγκριση του νέου εργαλείου TPI, έχουν δώσει σημαντικές ανάσες αλλά και πόντους στο Χρηματιστήριο Αθηνών έναντι πολλών ευρωπαϊκών αγορών.
Από τα χαμηλά του Ιουνίου –που ήταν και χαμηλά 52 εβδομάδων– και τις 779 μονάδες, ο Γενικός Δείκτης εμφανίζεται ιδιαίτερα ανθεκτικός και έχει ανακάμψει κοντά στο 12%, τη στιγμή που το ριμπάουντ στον πανευρωπαϊκό δείκτη το ίδιο διάστημα είναι της τάξης του 8,5%.
Επιπλέον, και ίσως το πιο καθοριστικό για την πορεία του Χ.Α., οι τραπεζικές μετοχές έχουν αλλάξει εικόνα, από το μεγάλο “βαρίδι” που αποτέλεσαν για τον Γενικό Δείκτη για μεγάλο διάστημα, δίνοντας ώθηση στην αγορά. Ο τραπεζικός δείκτης από τα χαμηλά έτους και 52 εβδομάδων που σημείωσε στις 5 Ιουλίου αγγίζοντας τις 443 μονάδες, έχει πραγματοποιήσει άλμα της τάξης του 27% και έχει κλείσει πλέον την ψαλίδα αρνητικής απόδοσης σε σύγκριση με τον πανευρωπαϊκό EuroStoxx Banks από τις 24 Φεβρουαρίου.
Έτσι, αν και η συσχέτιση του Χ.Α. με τις διεθνείς αγορές αναμένεται να συνεχίσει να είναι υψηλή, τα περιθώρια “αυτονόμησης” είναι επίσης υψηλά, με την εδραίωση των 850 μονάδων που πραγματοποίησε ο Γενικός Δείκτης την περασμένη εβδομάδα να εκτιμάται ότι θα αποτελέσει και το “εισιτήριο” για τη διατήρηση του ανοδικού μομέντουμ και να δείχνουν πως στοχεύει βάσιμα στην επάνοδο προς τις 900 μονάδες ώστε να μηδενιστούν οι φετινές απώλειες, υπό την αίρεση των δεδομένων στο διεθνές σκηνικό.
Μονοψήφιοι δείκτες NPEs για πρώτη φορά μετά από 13 χρόνια
Το β’ τρίμηνο του 2022 αποτελεί ορόσημο για τις ελληνικές τράπεζες καθώς για πρώτη φορά από το 2009 και οι τέσσερις συστημικές σημείωσαν μονοψήφιους δείκτες ΝPEs, με τον συνολικό δείκτη του κλάδου να διαμορφώνεται πλέον κοντά στο 7% και το σύνολο των μη εξυπηρετούμενων δανείων στα 11 δισ. ευρώ μόλις έναντι 105 ευρώ πριν από έξι χρόνια (όταν ο δείκτης NPE ήταν στο 57%).
Πιο αναλυτικά, ο δείκτης NPE της Eurobank μειώθηκε στο 5,9% στο τέλος Ιουνίου 2022, ενώ προβλέπεται περαιτέρω υποχώρηση στο 5,8% στο τέλος του έτους, με τα συνολικά NPEs να διαμορφώνονται στα 2,5 δισ. ευρώ. Ο δείκτης NPE της Εθνικής Τράπεζας μειώθηκε στο 6,1%, με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στην Ελλάδα να υποχωρούν σε 1,9 δισ. ευρώ. Η Alpha Bank παρουσίασε μείωση του δείκτη NPE στο α’ εξάμηνο στο 8,2%, με το απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων να ανέρχεται σε 3,2 δισ. ευρώ. Στην Τράπεζα Πειραιώς ο δείκτης NPE υποχώρησε στο 9, 1% από 24,6% έναν χρόνο πριν, με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια να διαμορφωνόταν στα 3,4 δισ. ευρώ, ενώ προβλέπει ότι θα μειωθεί στο τέλος του έτους στο 8% με στόχο το 5% το 2023 και το 3% το 2024.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις αναλυτών, το ισχυρό comeback στα αποτελέσματα των τραπεζών θα διατηρηθεί, χάρη στην ισχυρή ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας παρά τη διεθνή συγκυρία, καθώς και τις θετικές προοπτικές που δημιουργεί το Ταμείο Ανάκαμψης, με τις νέες χορηγήσεις δανείων να αναμένεται να αποτελέσουν το μεγάλο όπλο της κερδοφορίας τους.
“Σήμα” υποστήριξης από τους οίκους αξιολόγησης
Η S&P, η Moody’s και η Fitch έστειλαν πρόσφατα σημαντικό “σήμα” υποστήριξης για τις προοπτικές των ελληνικών τραπεζών, προσφέροντας σημαντικές ανάσες στην αγορά. Η S&P προχώρησε σε αναβάθμιση των προοπτικών των ελληνικών τραπεζών καθώς, όπως τόνισε, κατάφεραν να μειώσουν σημαντικά τα NPEs από το 2019 κάτι που επιτρέπει την εξομάλυνση του κόστους προβλέψεων των ελληνικών τραπεζών και τη σταδιακή βελτίωση της κερδοφορίας τους.
Από την πλευρά της η Moody’s υπογράμμισε πως οι αυξήσεις επιτοκίων της ΕΚΤ και το νέο εργαλείο, αναμένεται να προσφέρουν σημαντικά οφέλη για τις τράπεζες του Νότου, όπως οι ελληνικές. Δεδομένου ότι ένα υψηλότερο ποσοστό τραπεζικών δανείων στις χώρες της περιφέρειας είναι σε μεταβλητά επιτόκια, η αύξηση των επιτοκίων θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη αύξηση των εσόδων, σημείωσε ο οίκος. Οι τράπεζες της Νότιας Ευρώπης έχουν, επίσης, χαμηλότερους δείκτες δανείων προς καταθέσεις και υψηλότερα αποθέματα ρευστότητας από εκείνες στη Βόρεια Ευρώπη και έτσι θα έχουν μεγαλύτερα οφέλη εσόδων και δεν θα παρουσιάσουν σημαντικές αυξήσεις στο κόστος χρηματοδότησης. Παράλληλα, και το εργαλείο κατά του κατακερματισμού θα ωφελήσει πιο έντονα τις τράπεζες της Νότιας Ευρώπης, καθώς κατέχουν μεγάλους όγκους εγχώριων κρατικών ομολόγων που είναι πολύ ευαίσθητα στη μεταβλητότητα των spreads, ανέφερε η Moody’s.
Ο οίκος αξιολόγησης Fitch Ratings σε νέα έκθεσή του προέβλεψε πως ο δείκτης NPEs των ελληνικών τραπεζών θα διαμορφωθεί κάτω από το 7% το 2022 ενώ το 2023 θα υποχωρήσει περαιτέρω στο 6% περίπου, έχοντας σημειώσει τεράστια βελτίωση από το 29% που είχε διαμορφωθεί στο 2020, παρά το ενεργειακό και πληθωριστικό σοκ που χτυπά την ευρωπαϊκή οικονομία, αν και υπάρχει πάντα ο κίνδυνος σχηματισμού νέων NPEs σε περίπτωση που το μακροοικονομικό περιβάλλον επιδεινωθεί περαιτέρω.
Σε ανάλυσή του για τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες της περιφέρειας της Ευρωζώνης σε ό,τι αφορά την ποιότητα του ενεργητικού τους, ο οίκος επισημαίνει πως οι αξιολογήσεις των περισσότερων από αυτές δίνουν το περιθώριο να περιορίσουν την πιθανότητα υποβάθμισης.
Η Fitch αναμένει ότι τα ποσοστά αθέτησης των δανείων θα αυξηθούν λόγω των επιπτώσεων του υψηλού πληθωρισμού, της διαταραχής της εφοδιαστικής αλυσίδας και της οικονομικής επιβράδυνσης, με τις πιθανότητες μίας τεχνικής ύφεσης στην Ευρωζώνη να αυξάνονται λόγω και της εφαρμογής δελτίου ενέργειας τον χειμώνα. Ωστόσο, σημειώνει πως τα κεφαλαιακά αποθέματα των τραπεζών του Νότου παραμένουν σε υψηλά επίπεδα και η απόδοση των δανείων είναι ικανοποιητική από τότε που έληξαν τα μορατόριουμ δανείων που σχετίζονται με την πανδημία. Η αύξηση των επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και η στρατηγική εξοικονόμησης κόστους που ακολουθούν οι τράπεζες, θα υποστηρίξουν την κερδοφορία και ο οίκος αναμένει ότι οι πωλήσεις μη εξυπηρετούμενων δανείων θα συνεχιστούν, αν και πιο αργά από ό,τι τα τελευταία χρόνια.
Σε ό,τι αφορά τις ελληνικές τράπεζες ειδικότερα, η Fitch αναφέρει ότι είναι και αυτές “θωρακισμένες” έναντι των κινδύνων χάρη στην αξιολόγησή τους, και δεν αναμένει ότι οι προγραμματισμένες πωλήσεις προβληματικών περιουσιακών στοιχείων θα επηρεαστούν από την τρέχουσα μακροοικονομική αβεβαιότητα.
Οι νέες τιμές-στόχοι
Οι αναλυτές διεθνών οίκων εμφανίζονται αισιόδοξοι για τις προοπτικές των μετοχών των ελληνικών τραπεζών καθώς θεωρούν ότι τα αποτελέσματα β’ τριμήνου θα αποτελέσουν τον καταλύτη για νέα ανοδική κίνηση στο ταμπλό του Χ.Α., τη στιγμή που οι αποτιμήσεις είναι πολύ ελκυστικές έναντι των ευρωπαϊκών τραπεζών.
Η Wood εκτιμά πως οι μετοχές των ελληνικών τραπεζών θα συνεχίσουν να αποτελούν ένα σημαντικό αμυντικό “στοίχημα” έναντι των ευρωπαϊκών τραπεζών εν όψει της αναμενόμενης υπεραπόδοσης του ελληνικού ΑΕΠ, της ισχυρής δυναμικής στην αύξηση των δανείων και της ανοδικής τάσης στα καθαρά επιτοκιακά έσοδα του κλάδου λόγω των αυξήσεων των επιτοκίων.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των διεθνών οίκων η τιμή-στόχος για την Εθνική Τράπεζα τοποθετείται στα 4,40 έως τα 5,50 ευρώ.
Η Deutsche Bank διατηρεί τη θετική της στάση για την ΕΤΕ δίνοντας τιμή-στόχο τα 4,40 ευρώ καθώς πιστεύει ότι τα αποτελέσματα β’ τριμήνου δείχνουν ότι η τράπεζα βρίσκεται πλέον σε καλό δρόμο για σημαντική ανάκαμψη της κερδοφορίας το 2022 και καλές προοπτικές για το 2023-24, παρά τη μακροοικονομική αβεβαιότητα.
Η J.P. Morgan δίνει τιμή-στόχο τα 4,50 ευρώ με σύσταση overweight, τονίζοντας ότι τα καθαρά κέρδη του τριμήνου κινήθηκαν στα 186 εκατ. ευρώ και ήταν σημαντικά πάνω από την εκτίμησή της για 140 εκατ. ευρώ, οδηγούμενα κυρίως από τα υψηλά κέρδη από συναλλαγές, ενώ η ποιότητα του ενεργητικού ήταν ανθεκτική, με τον καθαρό σχηματισμό NPEs να παραμένει σε αρνητικό έδαφος και το κόστος κινδύνου να κινείται χαμηλά.
Τη σύσταση buy και την τιμή-στόχο των 5,5 ευρώ διατηρεί από την πλευρά της η Axia Research, σημειώνοντας πως η Εθνική είχε ένα ισχυρό σύνολο αποτελεσμάτων που ξεπέρασε άνετα τις προβλέψεις της Axia. Τα ισχυρά μεγέθη προήλθαν από: (α) τα εξαιρετικά επίπεδα των εκταμιεύσεων που όχι μόνο αύξησαν το μέγεθος του χαρτοφυλακίου απόδοσης, αλλά δημιούργησαν επίσης προμήθειες και (β) την υψηλότερη συνεισφορά από τίτλους επενδύσεων (μέσω υψηλότερων αποδόσεων).
Για την Eurobank, η τιμή-στόχος διαμορφώνεται στο 1,20 έως το 4,60 ευρώ.
Η Deutsche Bank δίνει τιμή-στόχο το 1,20 ευρώ για την Eurobank και επισημαίνει ότι σημείωσε ισχυρά αποτελέσματα στο β’ εξάμηνο αν και οδηγήθηκαν κυρίως από τις συναλλαγές. Τα βασικά έσοδα ήταν επίσης ισχυρά, ενώ το κόστος και οι προβλέψεις φάνηκαν να παραμένουν στο ίδιο επίπεδο ή ήταν ελαφρώς καλύτερα από τις προσδοκίες και τα κεφάλαια ήταν επίσης καλύτερα από το αναμενόμενο, χάρη στην κερδοφορία. Συνολικά πιστεύει ότι η Eurobank κινείται σε τροχιά σημαντικής ανάκαμψης της κερδοφορίας για το 2022.
Από την πλευρά της η Citi τοποθετεί την τιμή-στόχο της Eurobank στο 1,30 ευρώ ενώ εκτιμά πως η μερισματική απόδοση θα διαμορφωθεί στο 2,7% και διατηρεί τη σύσταση buy. Σε ό,τι αφορά την αποτίμηση, σημειώνει πως η Eurobank διαπραγματεύεται με δείκτη P/TBV για το 2022 στο 0,52x και αυτό θα οδηγήσει σε βιώσιμο RoTE ύψους 11%.
Η Axia Research διατηρεί επίσης τη σύσταση Buy για την Eurobank με τιμή-στόχο το 1,45 ευρώ. Όπως σημειώνει, η ελληνική τράπεζα είχε ένα εξαιρετικό β’ τρίμηνο με το πραγματικό στοιχείο-έκπληξη να είναι το μέγεθος των καθαρών εκταμιεύσεων που έφτασε το 1,2 δισ. ευρώ, με την Eurobank να αυξάνει τον στόχο για το 2022 κατά 20% (2,9 δισ. ευρώ).
Η J.P. Morgan δίνει τιμή-στόχο το 1,60 ευρώ για την Eurobank και σύσταση overweight, σημειώνοντας ότι η τράπεζα παρουσίασε ένα εντυπωσιακό σύνολο αποτελεσμάτων για το β’ τρίμηνο, ξεπερνώντας σημαντικά τις προβλέψεις της, χάρη στα υψηλότερα βασικά έσοδα και τα έσοδα από εμπορικές συναλλαγές.
Σε ό,τι αφορά την Alpha Bank, η τιμή-στόχος τοποθετείται μεταξύ του 1,30 και του 1,55 ευρώ.
Η Deutsche Bank διατηρεί τη σύσταση buy για την Alpha Bank με τιμή-στόχο το 1,45 ευρώ, επισημαίνοντας πως η τράπεζα σημείωσε ελαφρώς καλύτερη επίδοση στο δεύτερο τρίμηνο, αλλά κινήθηκε κάτω από τις εκτιμήσεις της. Η θετική έκπληξη προήλθε κυρίως από τα καθαρά έσοδα από τόκους, τα οποία ήταν και το καλύτερο σημείο του τριμήνου, λόγω των καλών επιπέδων δραστηριότητας και της υψηλότερης συμβολής από τα ομόλογα, ενώ τα NPEs επέστρεψαν σε πιο ομαλά επίπεδα.
Η J.P. Morgan διατήρησε και αυτή την overweight στάση με τιμή στόχο το 1,50 ευρώ κανόνας ειδική μνεία στην ανοδική πορεία των καθαρών επιτοκιακών εσόδων που διαμορφώθηκαν σε επίπεδα αρκετά υψηλότερα από τα αναμενόμενα, ως αποτέλεσμα της συνεχιζόμενης ισχυρής πιστωτικής επέκτασης ύψους 1,7 δισ. ευρώ για το εξάμηνο, η οποία ενδέχεται και να ξεπεράσει τον στόχο της διοίκησης για καθαρή πιστωτική επέκταση ύψους 2,2 δισ. ευρώ το 2022.
Από την πλευρά της η Citi διατηρεί την ουδέτερη σύσταση με τιμή-στόχο τα 1,30 ευρώ επισημαίνοντας πως διαπραγματεύεται με αποτίμηση σε όρους P/TBV για το 2022 στο 0,38x με εκτιμώμενη απόδοση ιδίων κεφαλαίων ROTE στο 8%. Όπως επισημαίνει, η τράπεζα ξεπέρασε τις προσδοκίες στα καθαρά κέρδη χάρη στα καλύτερα από τα αναμενόμενα καθαρά επιτοκιακά έσοδα.
Η Axia Research δίνει τιμή-στόχο τα 1,55 ευρώ και σύσταση buy, ενώ υπογράμμισε την ικανότητα με την οποία η διοίκηση της Alpha επιτυγχάνει τους στρατηγικούς της στόχους, προσθέτοντας πως το 2023 αναμένεται περαιτέρω βελτίωση της κερδοφορίας λόγω της αύξησης των χορηγήσεων, της θετικής επίπτωσης από το υψηλότερο Euribor και τη θετική συνεισφορά του RRF, καθώς και της μείωσης του μη επαναλαμβανόμενου κόστους.
Για την Τράπεζα Πειραιώς η τιμή-στόχος τοποθετείται από τους αναλυτές στo 1,35 έως τα 2,10 ευρώ.
Σύμφωνα με τη Citigroup, η τιμή-στόχος της Πειραιώς διαμορφώνεται στα 2 ευρώ και η σύσταση παραμένει Buy, τονίζοντας ότι η τράπεζα ανακοίνωσε ισχυρή αύξηση κερδών το β’ τρίμηνο, χάρη στα καθαρά έσοδα από τόκους και τις αμοιβές και αναβάθμισε τις προβλέψεις της για το 2022, γεγονός που συνεπάγεται σημαντική αναβάθμιση των εκτιμήσεων των αναλυτών για τα μεγέθη της στο σύνολο του 2022.
Για την Deutsche Bank η τιμή-στόχος τοποθετείται στα 1,35 ευρώ με σύσταση Hold, ενώ τόνισε πως τα αποτελέσματα β’ τρίμηνου ήταν από τα καλύτερα στον κλάδο, με τα σύννεφα γύρω από τα κεφάλαιά της να είναι πλέον λιγότερο ανησυχητικά. Ο δείκτης CET1 FL που κινήθηκε στο 9,5% σχεδόν ισοφαρίζει τον στόχο περίπου του 10% του συνόλου του 2022, ενώ σε pro-forma βάση, ο δείκτης CET1 FL του 10,2% υπερβαίνει ήδη τον στόχο του επιχειρηματικού σχεδίου, οδηγώντας σε αναθεώρηση του guidance για το έτος, στο 11%.
Και για την J.P. Morgan, σημαντικό στοιχείο ήταν η αναβάθμιση του Guidance από την διοίκηση σε διάφορα επίπεδα με την πιο σημαντική εξέλιξη να είναι ο νέος στόχος για τον δείκτη CET1 στο 11% περίπου τον οποίο θα έχει θετικό αντίκτυπο στην αγορά. Οι μετοχές της Πειραιώς διαπραγματεύονται με 0,22x P/TBV και 6x P/E με εκτιμώμενο από την JPM ROTE 7,3% για το 2024 (στόχος της διοίκησης 10%), με αποτέλεσμα η τιμή-στόχος να διαμορφώνεται στο 1,80 ευρώ και η σύσταση σε neutral.
Η Axia Research δίνει τιμή-στόχο τα 2,10 ευρώ και σύσταση buy για την Πειραιώς τονίζοντας πως παρουσίασε ένα πολύ ισχυρό σετ αποτελεσμάτων με πολλές θετικές εκπλήξεις ειδικά στο μέτωπο των προμήθειων. Αναμένει αναβάθμιση των εκτιμήσεων του consensus για τα μεγέθη του 2022 και του 2023 και πιστεύει ότι ο νέος στόχος για επίτευξη του κεφαλαιακό δείκτη CET1 στο 11% ένα έτος νωρίτερα, προσφέρει στους επενδυτές πρόσθετη εμπιστοσύνη για το θετικό story της μετοχής της.