-|-
Πιο ψηλά θα είναι τα “σκαλιά” που θα πρέπει να ανέβει η ελληνική οικονομία, για να φτάσει στη βαθμίδα Α+ που ήταν το 2010, όταν έχασε την επενδυτική βαθμίδα, αφού τώρα θα πρέπει να διορθώσει χρόνιες αδυναμίες σε ένα δύσκολο διεθνές περιβάλλον.
Οι εκπρόσωποι των θεσμών, εκτός από τα συγχαρητήρια για την επενδυτική βαθμίδα έχουν από τώρα και παρατηρήσεις. Ο επικεφαλής του ESM, Πιερ Γκραμένια, ο επικεφαλής της ομάδας του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας για την Ελλάδα Πάολο Φιορέτι και ο εκπρόσωπος της ομάδας της ΕΚΤ για την Ελλάδα Μάρτιν Μίστρεμπος, από την Αθήνα που βρέθηκαν την περασμένη εβδομάδα, έδωσαν ένα πρώτο δείγμα των απαιτήσεων που έχουν από εδώ και πέρα. Ο επικεφαλής του ESM τόνισε ότι πρέπει να μειωθεί ταχύτερα το χρέος, να λυθούν τα προβλήματα σε κάποιες κρατικές εταιρείες και να συνεχιστεί η προσπάθεια για τη μείωση των κόκκινων δανείων. Ο υφιστάμενος του στον Μηχανισμό Σταθερότητας και ο εκπρόσωπος της ΕΚΤ επικέντρωσαν τις παρατηρήσεις τους στις τράπεζες, για τις οποίες είπαν ότι μετά την “ιδιωτικοποίησή” τους, θα πρέπει να συνεχίσουν την εξυγίανση των χαρτοφυλακίων τους και να ενισχύσουν περαιτέρω την κερδοφορία τους, η οποία σήμερα αλλοιώνεται από τον αναβαλλόμενο φόρο.
Υπέρ της συνέχισης της προσπάθειας στον τομέα των μεταρρυθμίσεων τάχθηκε και η Πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, παρότι έκανε την εξαίρεση να προχωρήσει σε ειδικό σχόλιο για την Ελλάδα, λέγοντας ότι είναι μια οικονομία που λειτουργεί εξαιρετικά.
Η σύγκριση
Μέσα από τις παρατηρήσεις τους οι εκπρόσωποι θέλουν να επισημάνουν ότι πλέον η Ελλάδα, η οποία είχε πέρσι χρέος στο 172,6% του ΑΕΠ, κρίνεται όπως η Πορτογαλία που είχε το 2022 χρέος 112,4% του ΑΕΠ, η Ισπανία που είχε 111,6% του ΑΕΠ και η Ιταλία που είχε πέρσι 141,4% του ΑΕΠ. Οι υπόλοιπες χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου, έχουν από μια έως δύο υψηλότερες βαθμίδες στην πιστοληπτική τους διαβάθμιση. Συνεπώς, η προσπάθεια θα πρέπει να επικεντρωθεί πλέον στην ταχύτερη μείωση του χρέους.
Ωστόσο, η Ελλάδα έχει το πλεονέκτημα της ρύθμισης του χρέους της προς τον επίσημο τομέα μέχρι και το 2032, ενώ έχει καταφέρει να έχει θετικό πρωτογενές ισοζύγιο και έλλειμμα κάτω από το 3% του ΑΕΠ. Με εξαίρεση την Πορτογαλία οι άλλες χώρες είχαν πέρσι έλλειμμα πολύ πάνω από το 3% του ΑΕΠ.
Σε όρους εισοδήματος, η Ελλάδα, παρά τις αυξήσεις, βρίσκεται στο 69% του μέσου ευρωπαϊκού όρου για το 2022, ενώ οι υπόλοιπες χώρες βρίσκονται από το 80% έως και το 95% σε μέσα επίπεδα.
Τα κόκκινα δάνεια στην ΕΕ δεν ξεπερνούν το 2%. Στην Ελλάδα, παρά τη μεγάλη μείωσή τους τα προηγούμενα χρόνια, βρίσκονται ακόμη στο 8%, γεγονός που δυσκολεύει ακόμη τη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας. Άρα και την ανάπτυξη.
Επίσης, η Ελλάδα αν και σπάει το ένα μετά το άλλο τα ρεκόρ στην αύξηση των επενδύσεων -αλλά και φέτος, χρονιά κατά την οποία αναμένεται να έχει επενδύσεις 32 δισ. ευρώ δηλαδή περίπου 15% του ΑΕΠ- βρίσκεται πίσω από τον μέσο όρο της ΕΕ, όπου το 2022 οι επενδύσεις έφταναν το 22,4%. Σημειώνεται πως χωρίς την αύξηση των επενδύσεων, γίνεται πιο δύσκολη η διατήρηση σταθερά θετικών ρυθμών ανάπτυξης της οικονομίας.
Τέλος, παρά τη μείωσή της κατά 6% από το 2019, η ανεργία παραμένει η δεύτερη μεγαλύτερη εντός της ΕΕ, μετά από αυτή της Ισπανίας.
Οι προκλήσεις
Οι προκλήσεις που έχει η Αθήνα είναι να αξιοποιήσει έγκαιρα και με τον καλύτερο τρόπο τα κονδύλια ύψους 36 δισ. ευρώ, από τα δάνεια και επιχορηγήσεις του Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και τα 26 δισ. ευρώ (μαζί με τους εθνικούς πόρους), τα οποία έχει εξασφαλίσει από την προγραμματική περίοδο 2021 -2027. Η αξιοποίηση των κοινοτικών πόρων, χωρίς τις καθυστερήσεις και τις αστοχίες του παρελθόντος, θα είναι κριτήριο για το αν η Αθήνα συνεχίζει την προσπάθεια ή έχει εφησυχάσει στο πρώτο σκαλί της επενδυτικής βαθμίδας. Ειδική σημασία έχει η συνέχιση της προσπάθειας σε όλα τα επίπεδα αφού οι χρηματοδοτήσεις του Ταμείου Ανάκαμψης, εκτός από τα ορόσημα και τους στόχους εξαρτώνται και από τις δημοσιονομικές επιδόσεις της χώρας.
Διαβάστε ακόμη: