Του Γιώργου Λαμπίρη
Μία από τις σημαντικότερες “πληγές” για το οργανωμένο λιανεμπόριο και τα σούπερ-μάρκετ στην Ελλάδα αποτελούν τα κρούσματα μικροκλοπών, τα οποία λαμβάνουν χώρα στα καταστήματα των εκάστοτε αλυσίδων σε καθημερινή βάση. Πηγές της αγοράς, με τις οποίες επικοινώνησε το Capital, εκτιμούν ότι οι απώλειες από το συγκεκριμένο φαινόμενο αγγίζουν το 1% έως και 1,5% του συνολικού τζίρου των σούπερ-μάρκετ, ο οποίος πανελλαδικά ανέρχεται σε περίπου 15 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως. Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι o τζίρος που χάνεται από τα ελληνικά σούπερ-μάρκετ από την πρακτική αυτή υπερβαίνει τα 150 εκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο.
Στελέχη της αγοράς αναφέρουν ότι κατά κάποιον τρόπο οι μικροκλοπές
αποτελούν μέρος της καθημερινής λειτουργίας και δραστηριότητας των αλυσίδων, δεδομένου ότι είναι αναπόφευκτο να συμβαίνουν παρά τα όποια μέτρα κατά καιρούς λαμβάνονται με την πρόσληψη ιδιωτικών εταιρειών φύλαξης, καμερών ή αντικλεπτικών. Επισημαίνουν μάλιστα ότι, ακόμα και εάν μια αλυσίδα επιθυμούσε να προσλάβει ιδιωτική εταιρεία φύλαξης για όλα της τα καταστήματα, κάτι τέτοιο από οικονομικής πλευράς θα ήταν παντελώς ασύμφορο και σημαντικά πιο ζημιογόνο και από τη ζημία που υφίσταται από τις κλοπές στα καταστήματά της.
Κύριες κατηγορίες προϊόντων που πλήττονται είναι η κάβα, η οποία συγκεντρώνει την “προτίμηση” όσων επιδίδονται σε μικροκλοπές, και μάλιστα λόγω του υψηλού κόστους που έχουν τα συγκεκριμένα προϊόντα επιφέρει και τη μεγαλύτερη ζημία για μια αλυσίδα σούπερ-μάρκετ σε ετήσια βάση. Ως παράδειγμα φέρνουμε την περίπτωση της αλυσίδας σούπερ-μάρκετ Μασούτης, η οποία έχει τζίρο περίπου 100 εκατομμύρια ευρώ ετησίως στην κάβα της, και οι κλοπές, είτε από οργανωμένους δράστες που εισέρχονται στα καταστήματά της ακόμα και σε ομάδες είτε και από μεμονωμένους δράστες, ανέρχονται σε ποσοστό 2% του συγκεκριμένου τζίρου, ήτοι 2 εκατομμύρια ευρώ είναι οι απώλειες για τη συγκεκριμένη αλυσίδα μόνο από την κάβα. Σε άλλες περιπτώσεις, όπως είναι η αλυσίδα My market, η οποία έχει δημιουργήσει πρόσφατα κατάστημα στην περιοχή της Ομόνοιας, έχει επιλέξει να κλειδώνει για λόγους ασφαλείας την κάβα της.
Άλλα προϊόντα που θεωρούνται ιδιαίτερα θελκτικά είναι ο καφές, το μέλι αλλά και οι παιδικές τροφές. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης και το ελαιόλαδο, το οποίο, λόγω και της εντονότατης αύξησης στην τιμή του τον τελευταίο έναν χρόνο, ωθεί αρκετούς επισκέπτες σούπερ-μάρκετ στο να το προμηθεύονται άνευ πληρωμής. Πιο έντονα το φαινόμενο των κλοπών στα σούπερ-μάρκετ εκδηλώνεται σε περιοχές όπως είναι η Ομόνοια και το Μεταξουργείο. Ωστόσο πηγές αναφέρουν ότι ανάλογα φαινόμενα δεν λείπουν σε αρκετά έντονο βαθμό και από τα Βόρεια Προάστια της Αττικής. Σε γενικές γραμμές, η εικόνα αυτή αποτελεί πανελλαδικό φαινόμενο και εκτυλίσσεται σε ευρεία βάση. Ωστόσο η ελληνική πραγματικότητα καταδεικνύει ότι η συσχέτιση των απωλειών με τη γεωγραφική θέση ενός καταστήματος είναι υπαρκτή, όταν πρόκειται για περιοχές αυξημένης παραβατικότητας. Την ίδια στιγμή, στοχοποιούνται καταστήματα από οργανωμένες σπείρες, ανεξαρτήτως της περιοχής, οι οποίες εκμεταλλεύονται αρκετά συχνά τα κενά στην ασφάλεια των εκάστοτε σημείων πώλησης.
Οι “shoplifters”
Γενικά οι “shoplifters”, όπως είναι η διεθνής ορολογία για όσους έχουν ως βασικό κίνητρο την κλοπή από ένα κατάστημα, χωρίζονται σε τρεις βασικές κατηγορίες:
– Σε εκείνους που κλέβουν για προσωπική χρήση.
– Σε ερασιτέχνες shoplifters.
– Σε επαγγελματίες shoplifters, οι οποίοι επιδίδονται συστηματικά στην κλοπή αγαθών και στη συνέχεια τα μεταπωλούν αποκομίζοντας κέρδος.
Οι εσωτερικές κλοπές
Σημαντικό μέρος απωλειών, όπως προκύπτει από παλαιότερη έρευνα του ECR Hellas –μη κερδοσκοπικού φορέα με αντικείμενο τη συνεργασία των σούπερ-μάρκετ και των προμηθευτών– προέρχεται και από τις εσωτερικές κλοπές με αφαίρεση αγαθών ή χρημάτων από άτομα που ανήκουν στο προσωπικό της κάθε επιχείρησης. Σε αυτή την περίπτωση, τα κλοπιμαία είτε μεταπωλούνται είτε προορίζονται για προσωπική χρήση. Υπολογίζεται μάλιστα ότι, από το σύνολο των κρουσμάτων που πραγματοποιούνται στα ελληνικά σούπερ-μάρκετ, περίπου το 25% προέρχεται από εσωτερικές κλοπές, οι οποίες είναι ακόμα πιο δύσκολο να εντοπιστούν.
Οι βασικότεροι παράγοντες που επηρεάζουν την απόφαση κλοπής είναι το μέγεθος της συσκευασίας, η ευκολία μεταφοράς, η αξία του προϊόντος και η ευκολία χρήσης ή ρευστοποίησης.
Στις κακόβουλες απώλειες, εκτός από τις κλοπές στα σούπερ-μάρκετ, συγκαταλέγονται περιπτώσεις απάτης από προμηθευτές ή λιανεμπόρους, όπου ένας προμηθευτής ή ειδικός συνεργάτης παραδίδει σκόπιμα μικρότερη ποσότητα από την τιμολογημένη. Στην ίδια κατηγορία περιλαμβάνονται και περιπτώσεις όπου ένας λιανέμπορος επιστρέφει στον προμηθευτή ή τον ειδικό συνεργάτη μικρότερη από τη συμφωνημένη ποσότητα προϊόντων.
Αμερική: Στα 112 δισ. δολάρια οι απώλειες για το λιανεμπόριο
Στην Αμερική τα καταστήματα λιανικής σε όλους τους κλάδους έχασαν 112,1 δισεκατομμύρια δολάρια από κλοπές το 2022. Οι προβλέψεις δείχνουν ότι η κλοπή σε καταστήματα θα μπορούσε να κοστίσει στους λιανοπωλητές πάνω από 140 δισεκατομμύρια δολάρια το 2025. Επιπλέον, οι απώλειες από κλοπές καταστημάτων αυξήθηκαν κατά 19,4% σε ετήσια βάση στην άλλη όχθη του Ατλαντικού Ωκεανού. Σημειώνεται ότι μόνο το 2% των περιστατικών γίνεται αντιληπτό κατά τη διάρκεια της πράξης από τα καταστήματα, ενώ ο μέσος κλέφτης συλλαμβάνεται μία φορά στα 100 περιστατικά.