Του Κώστα Ράπτη
Σχολιάζεται διεθνώς το γεγονός ότι η αντίδραση της Ρωσίας στην εκεχειρία που επιτεύχθηκε μεταξύ Ισραήλ και Λιβάνου (με αμερικανική μεσολάβηση) υπήρξε ψυχρή και καθυστερημένη.
“Βλέπουμε θετικά κάθε συμφωνία που θα μπορούσε να σταματήσει τον φαύλο κύκλο της βίας, που να μπορεί να σταματήσει την αιματοχυσία και να εμποδίσει την επέκταση των εχθροπραξιών. Ωστόσο αυτές οι συμφωνίες πρέπει να μπορούν να λειτουργούν πραγματικά”, δήλωσε η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών Μαρία Ζαχάροβα, προσθέτοντας ότι η Μόσχα ελπίζει σε μια λύση που θα εγγυάται ίση ασφάλεια για όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές.
Η αντίδραση της Μόσχας ήρθε αρκετές ώρες μετά την αντίδραση των περισσότερων παγκοσμίων μεγάλων δυνάμεων.
“Δυστυχώς, παρά τις προσπάθειες της διεθνούς κοινότητας, η κατάσταση στη ζώνη της ισραηλινο-παλαιστινιακής σύγκρουσης και σε άλλες περιοχές της Μέσης Ανατολής πληγείσες από την κρίση, συνεχίζει να επιδεινώνεται”, πρόσθεσε η Μαρία Ζαχάροβα, καταγγέλλοντας κυρίως την κρίση στη Γάζα.
Τα λεγόμενά της χρήζουν ιδιαίτερης ερμηνείας.
Από τη μία πλευρά, το ότι η Μόσχα αμφιβάλλει για τη βιωσιμότητα της επιτευχθείσας εκεχειρίας είναι απλώς δείγμα ρεαλισμού, καθώς αυτή τη στάση συμμερίζονται και πολλοί άλλοι παρατηρητές ανά τον κόσμο. Επιπλέον, την αμφιβολία της αυτή η ρωσική πλευρά την εντάσσει στο πλαίσιο των πάγιων καταγγελιών της για τα αποσταθεροποιητικά αποτελέσματα που είχε μέχρι τώρα το αμερικανικό μονοπώλιο της διαχείρισης των μεσανατολικών πραγμάτων, ενώ δεν παραλείπει να επαναφέρει και τις απόψεις της περί συλλογικής ασφάλειας, στις οποίες στηρίζει την αναμέτρησή της με τη Δύση στις ουκρανικές πεδιάδες.
Από την άλλη πλευρά, η Ρωσία έχει ιδιαίτερους λόγους να δυσφορεί και να ανησυχεί για όσα εκτυλίσσονται πέριξ του Λιβάνου το τελευταίο διάστημα. Είναι άλλωστε ένα μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ με τις δικές του διπλωματικές φιλοδοξίες, είναι μία δύναμη με φυσική στρατιωτική παρουσία στη Συρία, με ανοικτούς διαύλους πάντοτε με το Ισραήλ (όπου ζουν περίπου ένα εκατομμύριο πρώην Σοβιετικοί πολίτες), με μία διαρκώς εμβαθυνόμενη εταιρική σχέση με το Ιράν, την “κεφαλή” του λεγόμενου “άξονα της αντίστασης”, αλλά και με απευθείας επαφές με επιμέρους κλάδους του, όπως η Χαμάς και η Χεζμπολάχ, οι οποίες δεν αντιμετωπίζονται από τη Μόσχα ως τρομοκρατικές οργανώσεις και κατά καιρούς αποστέλλουν αντιπροσωπείες για συνομιλίες στο ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών.
Οι σχέσεις της Ρωσίας με το Ισραήλ έχουν σαφώς επιδεινωθεί μετά την 7η Οκτωβρίου 2023, καθώς η ρωσική πλευρά (κατεξοχήν δε ο Βασίλι Νεμπένζια, μόνιμος αντιπρόσωπος στα Ηνωμένα Έθνη) χρησιμοποιεί όλο και πιο αυστηρή γλώσσα για τα πεπραγμένα του εβραϊκού κράτους στη Γάζα και τον Λίβανο, καθώς και για ό,τι καταγγέλλει ως αμερικανική συνυπευθυνότητα.
Το Ισραήλ, από την πλευρά του, δεν μπορεί παρά να ανησυχεί για τη σύσφιξη των σχέσεων της Ρωσίας με τον βασικό περιφερειακό ανταγωνιστή του, το Ιράν, αλλά και με τοποθετήσεις, όπως αυτές του Βλαντίμιρ Πούτιν ότι η απάντηση στη χρήση δυτικού οπλισμού εντός ρωσικής επικράτειας μπορεί να είναι η αποστολή ρωσικού οπλισμού σε “περιοχές” όπου μπορούν να θιγούν τα ρωσικά συμφέροντα. (Η Υεμένη των Χούθι έρχεται αυτόματα στον νου).
Παρ’ όλα αυτά, μόλις την περασμένη εβδομάδα το Ισραήλ απέστειλε εμπιστευτικά στη Μόσχα τον υπουργό Στρατηγικών Υποθέσεων Ρον Ντέρμερ, όπως έγινε γνωστό την Κυριακή από το ραδιόφωνο του ισραηλινού στρατού. Νωρίτερα, ο υπουργός Εξωτερικών του Ισραήλ Γκιντεόν Σάαρ είχε δημοσίως αναφερθεί στη δυνατότητα της Ρωσίας να συμβάλλει, εάν το επιθυμεί, στην ειρήνευση του Λιβάνου, δια της στρατιωτικής παρουσίας της στη Συρία, κυρίως δια της αποκοπής της τροφοδοσίας της Χεζμπολάχ μέσω της συριακής επικράτειας.
Αντ’ αυτού, η Ρωσία τώρα παρακολουθεί την ανακοίνωση της εκεχειρίας, στην τήρηση της οποίας δεν προβλέπεται να έχει καμία συμμετοχή, να συνοδεύεται από προειδοποιήσεις του Βενιαμίν Νετανιάχου προς τον Μπασάρ αλ Άσαντ της Συρίας ότι “παίζει με τη φωτιά”.
Δεν πρόκειται απλώς για λόγια: το τελευταίο διάστημα έχουν πληθύνει τα ισραηλινά πλήγματα εντός Συρίας, εναντίον στόχων συνδεόμενων με το Ιράν ή τη Χεζμπολάχ, αλλά και κυβερνητικών. Τα πλήγματα έφθασαν κάποια στιγμή μέχρι και την περιοχή του Χμέιμιμ, όπου και η μεγαλύτερη στρατιωτική βάση.
Μέχρι τώρα εξακολουθεί να λειτουργεί η σιωπηρή συνεννόηση ότι η Ρωσία δεν αντιδρά στις ενέργειες του Ισραήλ εντός Συρίας, τις οποίες αποδίδει σε μία σύγκρουση άσχετη με την αποστολή των δικών της επιτόπιων δυνάμεων, που είναι η καταπολέμηση της αντικυβερνητικής “ισλαμιστικής τρομοκρατίας”.
Συμβαίνει όμως, ακριβώς τα τελευταία 24ωρα αυτές οι αντικυβερνητικές δυνάμεις να έχουν εξαπολύσει, σε έναν ενδιαφέροντα συντονισμό με τις περιφερειακές εξελίξεις, επίθεση προς την κατεύθυνση του Χαλεπίου, η οποία αιφνιδίασε τον συριακό στρατό και τους Ρώσους συμμάχους τους. Αποτελεί δε κοινό μυστικό η πολύπλευρη στήριξη του Ισραήλ και κυρίως της (υποτίθεται ανταγωνίστριάς του) Τουρκίας προς την ένοπλη ισλαμιστική αντιπολίτευση στον Άσαντ.
Όλα αυτά αν μη τι άλλο καταγράφονται στο Κρεμλίνο. Η δε επιμονή της Ζαχάροβα στο ότι δεν έχουν εκλείψει οι κίνδυνοι επέκτασης των συγκρούσεων παραπέμπουν σε μία εκτίμηση ότι οι ενδιαφερόμενες πλευρές αξιοποιούν την ανάπαυλα στον Λίβανο εν αναμονή άλλων εκρηκτικών εξελίξεων. Στο Ιράν; Στον πόλεμο της Ουκρανίας; Μένει να φανεί.