Η εκ νέου μετατροπή σε τζαμί της Μονής της Χώρας, της δεύτερης εμβληματικής βυζαντινής εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης, είναι “μια άκρως συμβολική απόφαση” που αντανακλά “την επιθυμία του Ερντογάν να επιτεθεί στην κοσμικότητα και στην κεμαλική κληρονομιά της χώρας του”. Αλλά πέρα από αυτό, “αποτελεί πάνω απ’ όλα μέρος ενός εθνικού σχεδίου για τον επαναπροσδιορισμό της ταυτότητας της Τουρκίας ως μουσουλμανικής χώρας, όπου η κοινωνική κουλτούρα είναι η άσκηση του Ισλάμ”. Αυτά υπογραμμίζει σε συνέντευξή της στην γαλλική εφημερίδα Figaro η Ντόροθι Σμιθ, ερευνήτρια και υπεύθυνη για το πρόγραμμα “Σύγχρονη Τουρκία και Μέση Ανατολή” στη γαλλική δεξαμενή σκέψης Ifri.
Για τον Ερντογάν “είναι ένας τρόπος να αφήσει το στίγμα του στην Κωνσταντινούπολη”, την πόλη της οποίας υπήρξε δήμαρχος, και να επιβεβαιώσει ότι μπορεί να συνεχίσει να κάνει εκεί ό,τι θέλει, αναφέρει η Ντόροθι Σμιθ, επισημαίνοντας ότι ενώ η Κωνσταντινούπολη βρίσκεται στα χέρια του κύριου κόμματος της αντιπολίτευσης, η Μονή της Χώρας βρίσκεται σε μια συνοικία που παρέμεινε στο AKP κάτι που έδωσε την ευκαιρία στον Τούρκο Πρόεδρο να επιβεβαιώσει δυναμικά τις ρίζες του πολιτικού Ισλάμ στη χώρα του. Αναφερόμενη τέλος στις αντιδράσεις της Δύσης, η Σμιθ τονίζει ότι η αγανάκτηση δεν είναι τόσο έντονη όσο εκείνη κατά τη στιγμή της μετατροπής της Αγίας Σοφίας, επισημαίνοντας ωστόσο ότι η κινητοποίηση των πολιτιστικών κύκλων -και ιδιαίτερα της UNESCO- μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο στην προσπάθεια προστασίας της απειλούμενης χριστιανικής κληρονομιάς.